Κεφάλαιον 3
1 ΚΑΙ κατά τον 15ο χρόνο τής ηγεμονίας τού Καίσαρα Τιβέριου, όταν ο Πόντιος Πιλάτος ηγεμόνευε στην Ιουδαία, και στη Γαλιλαία τετράρχης ήταν ο Ηρώδης, ενώ ο αδελφός του ο Φίλιππος ήταν τετράρχης τής Ιτουραίας και της χώρας τής Τραχωνίτιδας, και ο Λυσανίας ήταν τετράρχης τής Αβιληνής, 2 με αρχιερείς τον Άννα και τον Καϊάφα, έγινε λόγος τού Θεού στον Ιωάννη, τον γιο τού Ζαχαρία, μέσα στην έρημο. 3 Και ήρθε σε ολόκληρη την περίχωρο του Ιορδάνη, κηρύττοντας βάπτισμα μετάνοιας σε άφεση αμαρτιών· 4 όπως είναι γραμμένο στο βιβλίο των λόγων τού προφήτη Ησαϊα, που λέει: «Φωνή κάποιου που φωνάζει δυνατά μέσα στην έρημο. Ετοιμάστε τον δρόμο τού Κυρίου, κάντε ίσια τα μονοπάτια του. 5 Κάθε φαράγγι θα γεμίσει, και κάθε βουνό και λόφος θα ταπεινωθεί, και τα στρεβλά θα γίνουν ίσια, και οι τραχείς δρόμοι θα γίνουν ομαλοί. 6 Και κάθε σάρκα θα δει το σωτήριο του Θεού». 7 Και έλεγε στα πλήθη, που έβγαιναν έξω για να βαπτιστούν απ' αυτόν: Γεννήματα από οχιές, ποιος σας έδειξε να φύγετε από τη μέλλουσα οργή; 8 Κάντε, λοιπόν, καρπούς άξιους της μετάνοιας, και μη αρχίσετε να λέτε αναμεταξύ σας: Έχουμε πατέρα τον Αβραάμ· επειδή, σας λέω ότι ο Θεός μπορεί απ' αυτές τις πέτρες να σηκώσει παιδιά στον Αβραάμ. 9 Μάλιστα, η αξίνα κείτεται ήδη κοντά στη ρίζα των δέντρων· κάθε δέντρο, λοιπόν, που δεν κάνει καλόν καρπό, κόβεται σύρριζα και ρίχνεται στη φωτιά. 10 Και οι όχλοι τον ρωτούσαν, λέγοντας: Τι θα κάνουμε, λοιπόν; 11 Και απαντώντας, τους λέει: Αυτός που έχει δύο χιτώνες, να δώσει τον έναν σ' εκείνον που δεν έχει· κι αυτός που έχει τροφές, ας κάνει το ίδιο. 12 Ήρθαν, μάλιστα, και οι τελώνες για να βαπτιστούν, και του είπαν: Δάσκαλε, τι να κάνουμε; 13 Και εκείνος τούς είπε: Μη εισπράττετε τίποτε περισσότερο, παρά αυτό που σας είναι διαταγμένο. 14 Τον ρωτούσαν ακόμα και οι στρατιωτικοί, λέγοντας: Κι εμείς τι θα κάνουμε; Και τους είπε: Μη εκβιάσετε κανέναν, ούτε να συκοφαντήσετε· και αρκείστε στις αποδοχές σας. 15 Και ενώ ο λαός πρόσμενε, και όλοι σκέφτονταν στις καρδιές τους για τον Ιωάννη, μήπως αυτός είναι ο Χριστός, 16 ο Ιωάννης απάντησε σε όλους, λέγοντας: Εγώ μεν σας βαπτίζω με νερό· έρχεται, όμως, ο ισχυρότερός μου, του οποίου δεν είμαι άξιος να λύσω το λουρί από τα υποδήματά του· αυτός θα σας βαπτίσει με Άγιο Πνεύμα και φωτιά· 17 του οποίου το φτυάρι είναι στο χέρι του, και θα καθαρίσει το αλώνι του πέρα για πέρα, και το σιτάρι θα το συγκεντρώσει στην αποθήκη του, ενώ το άχυρο θα το κατακάψει με ακατάσβεστη φωτιά. 18 Και με άλλα πολλά, προτρέποντας, έφερνε τα χαρμόσυνα νέα στον λαό. 19 ΚΑΙ ο τετράρχης Ηρώδης, επειδή ελεγχόταν απ' αυτόν, για την Ηρωδιάδα, τη γυναίκα τού αδελφού του, του Φιλίππου, και για όλα τα κακά που είχε κάνει ο Ηρώδης, 20 πρόσθεσε σε όλα και τούτο, και έκλεισε τον Ιωάννη στη φυλακή.
21 ΚΑΙ αφού βαπτίστηκε ολόκληρος ο λαός, βαπτίστηκε και ο Ιησούς, και καθώς προσευχόταν, άνοιξε ο ουρανός, 22 και κατέβηκε επάνω του το Άγιο Πνεύμα, σε σωματική μορφή, σαν περιστέρι· και έγινε φωνή από τον ουρανό, που έλεγε: Εσύ είσαι ο Υιός μου ο αγαπητός, σε σένα ευαρεστήθηκα.
23 Κι αυτός ο Ιησούς άρχιζε να είναι περίπου 30 χρόνων, ο οποίος ήταν -καθώς νομιζόταν- γιος τού Ιωσήφ, του Ηλί, 24 του Ματθάτ, του Λευί, του Μελχί, του Ιαννά, του Ιωσήφ, 25 του Ματταθία, του Αμώς, του Ναούμ, του Εσλί, του Ναγγαί, 26 του Μαάθ, του Ματταθία, του Σεμεϊ, του Ιωσήφ, του Ιούδα, 27 του Ιωαννά, του Ρησά, του Ζοροβάβελ, του Σαλαθιήλ, του Νηρί, 28 του Μελχί, του Αδδί, του Κωσάμ, του Ελμωδάμ, του Ηρ, 29 του Ιωσή, του Ελιέζερ, του Ιωρείμ, του Ματθάτ, του Λευί, 30 του Συμεών, του Ιούδα, του Ιωσήφ, του Ιωνάν, του Ελιακείμ, 31 του Μελεά, του Μαϊνάν, του Ματταθά, του Ναθάν, του Δαβίδ, 32 του Ιεσσαί, του Ωβήδ, του Βοόζ, του Σαλμών, του Ναασσών, 33 του Αμιναδάβ, του Αράμ, του Εσρώμ, του Φαρές, του Ιούδα, 34 του Ιακώβ, του Ισαάκ, του Αβραάμ, του Θάρα, του Ναχώρ, 35 του Σαρούχ, του Ραγαύ, του Φαλέκ, του Έβερ, του Σαλά, 36 του Καϊνάν, του Αρφαξάδ, του Σημ, του Νώε, του Λάμεχ, 37 του Μαθουσάλα, του Ενώχ, του Ιαρέδ, του Μαλελεήλ, του Καϊνάν, 38 του Ενώς, του Σηθ, του Αδάμ, του Θεού.
Κεφάλαιον 4
1 ΚΑΙ ο Ιησούς, πλήρης Αγίου Πνεύματος, επέστρεψε από τον Ιορδάνη· και φερόταν από το Πνεύμα στην έρημο, 2 πειραζόμενος από τον διάβολο 40 ημέρες· και δεν έφαγε τίποτε εκείνες τις ημέρες· και αφού αυτές τελείωσαν, ύστερα πείνασε. 3 Και ο διάβολος είπε σ' αυτόν: Αν είσαι Υιός τού Θεού, πες σε τούτη την πέτρα να γίνει ψωμί. 4 Και ο Ιησούς απάντησε σ' αυτόν, λέγοντας: Είναι γραμμένο, ότι: «Μονάχα με ψωμί δεν θα ζήσει ο άνθρωπος, αλλά με κάθε λόγο τού Θεού». 5 Και ο διάβολος, ανεβάζοντάς τον σε ένα ψηλό βουνό, του έδειξε όλα τα βασίλεια της οικουμένης μέσα σε μια στιγμή χρόνου· 6 και ο διάβολος είπε σ' αυτόν: Σε σένα θα δώσω ολόκληρη αυτή την εξουσία και τη δόξα τους· επειδή, σε μένα είναι παραδομένη, και τη δίνω σε όποιον θέλω· 7 εσύ, λοιπόν, αν προσκυνήσεις μπροστά μου, όλα θα είναι δικά σου. 8 Και ο Ιησούς, απαντώντας σ' αυτόν, είπε: Πήγαινε πίσω μου, σατανά· επειδή, είναι γραμμένο: «Τον Κύριο τον Θεό σου θα προσκυνήσεις, κι αυτόν μονάχα θα λατρεύσεις». 9 Και τον έφερε στην Ιερουσαλήμ, και τον έστησε επάνω στο πτερύγιο του ιερού, και του είπε: Αν είσαι Υιός τού Θεού, ρίξε τον εαυτό σου από εδώ κάτω· 10 επειδή, είναι γραμμένο ότι: «Θα προστάξει για σένα τούς αγγέλους του για να σε διαφυλάξουν»· και ότι: 11 «Θα σε σηκώνουν επάνω στα χέρια τους, για να μη προσκόψεις το πόδι σου επάνω σε πέτρα». 12 Και ο Ιησούς, απαντώντας, είπε σ' αυτόν, ότι έχει ειπωθεί: «Δεν θα πειράξεις τον Κύριο τον Θεό σου». 13 Και αφού ο διάβολος τελείωσε κάθε πειρασμό, απομακρύνθηκε απ' αυτόν μέχρι καιρού.
14 ΚΑΙ ο Ιησούς επέστρεψε στη Γαλιλαία με τη δύναμη του Πνεύματος· και βγήκε γι' αυτόν φήμη σε ολόκληρη την περίχωρο. 15 Κι αυτός δίδασκε στις συναγωγές τους, δοξαζόμενος από όλους.
16 Και ήρθε στη Ναζαρέτ, όπου είχε ανατραφεί· και, κατά τη συνήθειά του, μπήκε μέσα στη συναγωγή κατά την ημέρα τού σαββάτου, και σηκώθηκε να διαβάσει. 17 Και του δόθηκε το βιβλίο τού προφήτη Ησαϊα· και ανοίγοντας το βιβλίο βρήκε το μέρος, όπου ήταν γραμμένο: 18 «Πνεύμα Κυρίου είναι επάνω μου· γι' αυτό με έχρισε· με έστειλε για να φέρνω τα χαρμόσυνα νέα στους φτωχούς, για να γιατρέψω τούς συντριμμένους στην καρδιά, για να κηρύξω ελευθερία στους αιχμαλώτους, και ανάβλεψη στους τυφλούς, να αποστείλω τούς ψυχικά τσακισμένους σε ελευθερία, 19 για να κηρύξω ευπρόσδεκτο χρόνο τού Κυρίου». 20 Και αφού έκλεισε το βιβλίο, το έδωσε στον υπηρέτη, και κάθησε· και τα μάτια όλων εκείνων που βρίσκονταν στη συναγωγή ήσαν στραμμένα επάνω του. 21 Και άρχισε να τους λέει ότι: Σήμερα εκπληρώθηκε στα αυτιά σας αυτή η γραφή. 22 Και όλοι έδιναν μαρτυρία γι' αυτόν, και θαύμαζαν για τα λόγια τής χάρης, που έβγαιναν από το στόμα του, και έλεγαν: Δεν είναι αυτός ο γιος τού Ιωσήφ; 23 Και τους είπε: Θα μου πείτε, βέβαια, την παραβολή τούτη: Γιατρέ, θεράπευσε τον εαυτό σου· όσα ακούσαμε ότι έγιναν στην Καπερναούμ, κάνε κι εδώ στην πατρίδα σου. 24 Και είπε: Σας διαβεβαιώνω ότι, κανένας προφήτης δεν είναι δεκτός στην πατρίδα του. 25 Και με βάση την αλήθεια σάς λέω: Πολλές χήρες υπήρχαν στον Ισραήλ κατά τις ημέρες τού Ηλία, όταν ο ουρανός κλείστηκε για τρία χρόνια και έξι μήνες, κατά την εποχή που έγινε μεγάλη πείνα σε ολόκληρη τη γη· 26 και ο Ηλίας δεν στάλθηκε σε καμιά απ' αυτές, παρά μονάχα στα Σαρεπτά τής Σιδώνας προς μια χήρα γυναίκα. 27 Και πολλοί λεπροί υπήρχαν κατά την εποχή τού προφήτη Ελισσαιέ στον Ισραήλ· και κανένας απ' αυτούς δεν καθαρίστηκε, παρά μονάχα ο Νεεμάν ο Σύριος. 28 Και όλοι μέσα στη συναγωγή γέμισαν με θυμό ακούγοντας αυτά. 29 Και αφού σηκώθηκαν, τον έβγαλαν έξω από την πόλη· και τον έφεραν μέχρι την άκρη τού βουνού, επάνω στο οποίο ήταν κτισμένη η πόλη, για να τον ρίξουν στον γκρεμό. 30 Αυτός, όμως, αφού πέρασε από ανάμεσά τους, πορευόταν.