Выбрать главу
Ο φόρος στο Ρωμαίο αυτοκράτορα
(Μκ 12,13-17· Λκ 20,20-26)

15 Τότε πήγαν οι *Φαρισαίοι κι έκαναν σύσκεψη πώς να τον παγιδέψουν με ερωτήσεις. 16 Έστειλαν, λοιπόν, τους μαθητές τους μαζί με τους Ηρωδιανούς και του είπαν: «Διδάσκαλε, ξέρουμε πως λες την αλήθεια και διδάσκεις αληθινά το θέλημα του Θεού, και δε φοβάσαι κανέναν γιατί δεν υπολογίζεις σε πρόσωπα. 17 Πες μας, λοιπόν, τι γνώμη έχεις; Επιτρέπεται να πληρώνουμε φόρο στον αυτοκράτορα ή όχι;» 18 Ο Ιησούς κατάλαβε την πονηριά τους και τους είπε: «Γιατί προσπαθείτε να με παγιδέψετε, υποκριτές; 19 Δείξτε μου το νόμισμα που πληρώνουμε για φόρο». Εκείνοι του έφεραν ένα *δηνάριο. 20 «Ποιανού είναι αυτή η εικόνα και η επιγραφή;» τους ρωτάει. 21 «Του αυτοκράτορα», του απαντούν. «Δώστε, λοιπόν», τους λέει, «στον αυτοκράτορα ό,τι ανήκει στον αυτοκράτορα, και στο Θεό ό,τι ανήκει στο Θεό». 22 Όταν το άκουσαν αυτό έμειναν κατάπληκτοι και τον άφησαν κι έφυγαν.

Το ερώτημα για την ανάσταση των νεκρών
(Μκ 12,18-27· Λκ 20,27-40)

23 Εκείνη την ημέρα πήγαν στον Ιησού μερικοί *Σαδδουκαίοι -αυτοί λένε πως δεν υπάρχει ανάσταση- 24 και τον ρώτησαν: «Διδάσκαλε, ο Μωυσής είπε: αν κάποιος πεθάνει άτεκνος, ο αδερφός του να παντρευτεί τη χήρα του και να κάνει απογόνους για τον νεκρό αδερφό του. 25 Ήταν σ’ εμάς εφτά αδερφοί· ο πρώτος, αφού παντρεύτηκε πέθανε και, επειδή δεν είχε παιδιά, άφησε τη γυναίκα του στον αδερφό του. 26 Το ίδιο κι ο δεύτερος κι ο τρίτος, ως τον έβδομο. 27 Ύστερα απ’ όλους πέθανε και η γυναίκα. 28 Όταν λοιπόν θ’ αναστηθούν, σε ποιον από τους εφτά θ’ ανήκει αυτή η γυναίκα; Αφού όλοι την είχαν παντρευτεί». 29 Ο Ιησούς τους αποκρίθηκε: «Βρίσκεστε σε πλάνη, γιατί ούτε τις *Γραφές καταλαβαίνετε ούτε τη δύναμη του Θεού. 30 Όταν αναστηθούν οι νεκροί, ούτε θα νυμφεύονται ούτε θα παντρεύονται, αλλά θα είναι όπως οι άγγελοι στον ουρανό. 31 Όσο για την ανάσταση των νεκρών, δε διαβάσατε τι σας λέει ο ίδιος ο Θεός; 32 Εγώ είμαι ο Θεός του *Αβραάμ και ο Θεός του Ισαάκ και ο Θεός του Ιακώβ. Ο Θεός δεν είναι Θεός νεκρών, αλλά ζωντανών». 33 Τα πλήθη, όταν τ’ άκουσαν έμειναν κατάπληκτοι με τη διδασκαλία του.

Η σπουδαιότερη εντολή
(Μκ 12,28-34· Λκ 10,25-28)

34 Όταν έμαθαν οι Φαρισαίοι ότι αποστόμωσε τους Σαδδουκαίους, συγκεντρώθηκαν όλοι μαζί, 35 και ένας απ’ αυτούς, νομοδιδάσκαλος, για να τον φέρει σε δύσκολη θέση, του έκανε το εξής ερώτημα: 36 «Διδάσκαλε, ποια είναι η πιο μεγάλη εντολή στο *νόμο;» 37 Αυτός του απάντησε: « Ν’ αγαπάς τον Κύριο το Θεό σου μ’ όλη την καρδιά σου, μ’ όλη την ψυχή σου και μ’ όλο το νου σου. 38 Αυτή είναι η πρώτη και πιο μεγάλη εντολή. 39 Δεύτερη, εξίσου σπουδαία με αυτήν: ν’ αγαπάς τον πλησίον σου όπως τον εαυτό σου. 40 Σ’ αυτές τις δύο εντολές συνοψίζονται όλος ο νόμος και οι *προφήτες».

Ο Μεσσίας και ο Δαβίδ
(Μκ 12,35-37· Λκ 20,41-44)

41 Εκεί που ήταν συγκεντρωμένοι οι Φαρισαίοι, 42 τους ρώτησε ο Ιησούς: «Τι νομίζετε για το *Μεσσία; Ποιανού απόγονος είναι;» «Του Δαβίδ», του απαντούν. 43 Τους λέει: «Πώς τότε ο Δαβίδ, οδηγημένος από το *Πνεύμα, τον ονομάζει “Κύριο”; Λέει: 44 Ο Κύριος είπε στον Κύριό μου: κάθισε στα *δεξιά μου ώσπου να υποτάξω τους εχθρούς σου κάτω απ’ τα πόδια σου. 45 Αν, λοιπόν, ο Δαβίδ τον ονομάζει “Κύριο”, πώς είναι απόγονός του;» 46 Κανένας δεν μπορούσε να του απαντήσει, ούτε τολμούσε πια κανείς από κείνη τη μέρα να του θέσει ερωτήματα.

Κεφάλαιον 23

Αντίθεση Φαρισαίων και μαθητών
(Μκ 12,38-40· Λκ 11,37-52· 20,45-47)

1 Τότε ο Ιησούς μίλησε στο πλήθος και στους μαθητές του 2 και τους είπε: «Τη θέση του Μωυσή ως δασκάλου την πήραν οι *γραμματείς και οι *Φαρισαίοι. 3 Όσα λοιπόν σας λένε να τηρείτε, να τα τηρείτε και να τα πράττετε· να μην κάνετε όμως κατά τα έργα τους, γιατί λένε μόνο και δεν πράττουν. 4 Φτιάχνουν φορτία βαριά, που δύσκολα σηκώνονται, και τα φορτώνουν στους ώμους των ανθρώπων, ενώ οι ίδιοι δε θέλουν ούτε με το δάκτυλό τους να τα κινήσουν. 5 Όλα τα έργα τους τα πράττουν για να κάνουν καλή εντύπωση στους ανθρώπους. Πλαταίνουν τα *φυλακτά τους και φαρδαίνουν τις άκρες από τα ιμάτιά τους. 6 Τους αρέσουν οι καλύτερες θέσεις στα δείπνα και τα πρώτα καθίσματα στη *συναγωγή, 7 να τους χαιρετούν με σεβασμό στην αγορά και να τους φωνάζουν οι άνθρωποι “δάσκαλέ μου”. 8 Εσείς όμως να μη δεχτείτε να σας αποκαλούν “δάσκαλέ μου”. Ένας είναι ο δάσκαλός σας, ο Χριστός· κι εσείς όλοι είστε αδερφοί. 9 Και πατέρα σας μην ονομάσετε κανέναν στη γ, γιατί ένας είναι ο Πατέρας σας: ο ουράνιος. 10 Μην ονομαστείτε “ηγήτορες”, γιατί ο ηγήτοράς σας είναι ένας: ο Χριστός. 11 Ο πιο σπουδαίος από σας να είναι υπηρέτης σας. 12 Γιατί όποιος υψώσει τον εαυτό του θα ταπεινωθεί· κι όποιος ταπεινώσει τον εαυτό του θα υψωθεί».