Κάποτε ρωτούσε έναν Αιγύπτιο μοναχό και του ζητούσε πληροφορίες γύρω από τους λογισμούς.
Κάποιος, πού τον είδε, παραξενεύτηκε από το γεγονός και ζήτησε να μάθει την αιτία.
- Δεν αρνούμαι, απάντησε εκείνος, πώς είμαι κάτοχος σημαντικής παιδείας.
Ομολογώ όμως ότι δεν έχω μάθει ακόμα ούτε το αλφάβητο αυτού του αμόρφωτου.
Με τον υπαινιγμό εκείνον εννοούσε την κατά Θεόν πράξη και γνώση.
Από το βίο του αγίου Παχωμίου
Ο μέγας Παχώμιος χαιρόταν πολύ, διαπιστώνοντας ότι ο μαθητής του Θεόδωρος ήταν σε όλα συνετός, και ότι, μολονότι νέος, όχι μόνο δεν είχε την (ανώριμη) σκέψη των νέων, αλλά στήριζε στην άσκηση και άλλους, τους πιο αδύνατους.
Καθώς λοιπόν είχαν συνήθεια να συγκεντρώνονται όλοι (οι μοναχοί) κάθε βράδυ σ' ένα σημείο της μονής και ν' ακούνε τη διδαχή του μεγάλου (Παχωμίου), (κάποια φορά), όταν όλοι είχαν μαζευτεί γι αυτό, προστάζει εκείνος το Θεόδωρο
- νέον, όπως είπαμε, όχι πάνω από είκοσι χρονών — να κηρύξει στους αδελφούς το λόγο του Θεού. Κι αυτός αμέσως, χωρίς καμιά αντιλογία ή παρακοή, άνοιξε το στόμα του και τους είπε πολλά ωφέλιμα.
Μερικοί όμως από τους γεροντότερους, βλέποντας αυτό το πράγμα, δεν θέλησαν να τον ακούσουν.
«Θα μας διδάξει αυτός ο αρχάριος;», είπαν μεταξύ τους.
«Δεν θα τον ακούσουμε!». Αφησαν λοιπόν τη σύναξη κι έφυγαν ο καθένας για το κελλί του.
Όταν τέλειωσε η διδασκαλία, ο μέγας (Παχώμιος) έστειλε και τους κάλεσε.
Και μόλις ήρθαν, τους ρώτησε:
- Για ποιο λόγο αφήσατε το κήρυγμα και φύγατε για τα κελλιά σας;
- Καλά, αποκρίθηκαν, έβαλες ένα παιδί να κάνει το δάσκαλο σε τόσους γέροντες, πού πέρασαν μια ζωή μέσα στο μοναστήρι;
Όταν τους άκουσε (ο όσιος), σκυθρώπιασε και αναστέναξε βαθιά.
- Ξέρετε, είπε, από πού άρχισαν να μπαίνουν τα κακά στον κόσμο;
- Από πού; ρώτησαν εκείνοι.
- Από την υπερηφάνεια! Εξαιτίας της «εξέπεσεν έκ του ουρανού ο εωσφόρος, ο πρωί ανατέλλων» και «συνετρίβη είς την γήν» (Ησ. 14:12). Εξαιτίας της κατοίκησε μαζί με τα θηρία και ο βασιλιάς της Βαβυλώνας Ναβουχοδονόσορ (Δαν. 4:25–30). Η μήπως δεν ακούσατε τι λέει η Γραφή, ότι «ακάθαρτος παρά Θεώ πάς υψηλοκάρδιος» (Παροιμ. 16:5), και ότι «πάς ό υψών εαυτόν ταπεινωθήσεται και ό ταπεινών εαυτόν υψωθήσεται» (Λουκ. 14:11); Επειδή λοιπόν δεν τα λογαριάσατε αυτά, νικηθήκατε από το διάβολο και χάσατε όλη σας την αρετή, γιατί η υπερηφάνεια είναι μητέρα και αρχή όλων των κακών. Φεύγοντας, δεν απομακρυνθήκατε από το Θεόδωρο, αλλά χωριστήκατε από το Αγιο Πνεύμα, καθώς στερηθήκατε το λόγο του Θεού. Είστε πραγματικά αξιολύπητοι. Πώς δεν καταλάβατε, ότι ο σατανάς ήταν πού σας παρακίνησε να φτάσετε σ' αυτό (το κατάντημα;) Ω, τι παράδοξο! Ο Θεός «εταπείνωσεν εαυτόν γενόμενος υπήκοος μέχρις θανάτου» (Φιλιπ. 2:8) για μας, κι εμείς, αν και από τη φύση μας ταπεινοί έχουμε έπαρση! Ο από τη φύση Του υψηλός και άπειρος, πού με το βλέμμα Του και μόνο μπορεί να κατακάψει τα πάντα, έσωσε τον κόσμο με την ταπείνωση, κι εμείς, που είμαστε χώμα και στάχτη και ακόμα πιο τιποτένιοι από αυτά, φουσκώνουμε από υπερηφάνεια, αγνοώντας ότι καταποντιζόμαστε έτσι στα κατάβαθα της γης. Δεν είδατε εμένα, με πόση προσοχή παρακολουθούσα (την ομιλία του Θεόδωρου;) Σας βεβαιώνω, ότι εγώ πάρα πολύ ωφελήθηκα πού τον άκουσα. Γιατί δεν του επέτρεψα να σας κηρύξει για να σας δοκιμάσω, αλλά γιατί ήθελα κι εγώ ο ίδιος να ωφεληθώ. Πόσο περισσότερο λοιπόν εσείς έπρεπε να τον ακούσετε με πολλή ταπεινοφροσύνη; Αλήθεια σας λέω, ότι εγώ, ο εν Κυρίω πνευματικός πατέρας σας, ήμουν κρεμασμένος απ' το στόμα του, σαν να μη γνώριζα τη δεξιά και την αριστερή (στράτα). Σας λέω λοιπόν ενώπιον του Θεού, ότι, αν δεν δείξετε πολύ μεγάλη μετάνοια γι αυτό το σφάλμα σας, ώστε να σας συγχωρηθεί η πτώση, θα χάσετε την ψυχή σας, και τούτο γιατί, μετά από αυτή την τόσο κακή αρχή, δεν θα σταματήσετε, ώσπου να φτάσετε στην έσχατη απόφαση της καταδίκης σας.
Με αυτά τα λόγια τους νουθετούσε (ο όσιος) καυτηριάζοντας αρκετά το πάθος της υπερηφάνειας, κι έτσι γιάτρεψε αποτελεσματικά την (πνευματική) αρρώστια τους. Γιατί ήταν και σκληρός, όποτε χρειαζόταν, αλλά και ήπιος πάλι, όταν το καλούσε η περίσταση, άλλοτε ελέγχοντας και άλλοτε παρακινώντας προς το αγαθό εκείνους που αμάρταναν.