Αλίμονό μας! Ενώ πρόκειται να φύγουμε από τη γη, όπου προσωρινά κατοικούμε, καταπιανόμαστε με πολύχρονες φροντίδες για γήινα και φθαρτά πράγματα. Και στον καιρό της αναπόφευκτης αναχωρήσεώς μας από δω, δεν είμαστε ικανοί να κρατήσουμε τίποτα δικό μας.
Αλίμονό μας! Για κάθε πράξη της επίγειας ζωής, για κάθε αργό λόγο, για κάθε πονηρό και ακάθαρτο λογισμό, για κάθε αναθύμηση της ψυχής θα λογοδοτήσουμε στον φοβερό Δικαστή. Ωστόσο, λες και είμαστε ανεύθυνοι, μια ολόκληρη ζωή αδιαφορούμε για τις ψυχές μας. Γι αυτό μας περιμένει εκεί η άσβεστη φωτιά της γέενας και το μακρινό σκοτάδι και το ακοίμητο σκουλήκι και ο θρήνος και το τρίξιμο των δοντιών και το αιώνιο ντρόπιασμα μπροστά σε όλα τα ουράνια και επίγεια δημιουργήματα (Ματθ. 5:22, 8:12, Μαρκ. 9:43–48, Β'Θεσ. 1:8-10).
Αλίμονό μας! Τα κεντρίσματα και τα δαγκώματα των ψύλλων και των κοριών και των ψειρών και των μυγών και των κουνουπιών και των μελισσών δεν τα υποφέρουμε. Δεν φροντίζουμε όμως — ούτε και θέλουμε!- να ξεφύγουμε από τον νοητό δράκοντα, πού καθημερινά μας δαγκώνει και μας ρουφάει και μας καταπληγώνει από παντού με τα φαρμακερά κεντριά του θανάτου. Πώς λοιπόν θα μπορέσουμε να υποφέρουμε τις φοβερές και αιώνιες τιμωρίες;
Του αγίου Εφραίμ
Αδελφέ, να περιμένεις κάθε μέρα το θάνατό σου και να ετοιμάζεσαι κατάλληλα για την πορεία εκείνη. Γιατί το φοβερό πρόσταγμα θα έρθει όταν δεν θα το περιμένεις. Γιατί το φοβερό πρόσταγμα θα έρθει όταν δεν θα το περιμένεις. Και αλίμονο σ' εκείνον πού θα βρεθεί ανέτοιμος. Αν είσαι ακόμα νέος, ο εχθρός σου σπέρνει συχνά λογισμούς σαν κι αυτόν: «Νέος είσαι ακόμη. Απόλαυσε τις ηδονές σου, και στα γεράματά σου μετανοείς. Πόσους τάχα δεν ξέρεις, πού και τις επίγειες ηδονές απόλαυσαν και τα ουράνια αγαθά κέρδισαν ύστερα με τη μετάνοια; Τ ι θέλεις και λιώνεις το σώμα σου από τόσο μικρή ηλικία, με κίνδυνο ν' αρρωστήσεις;»
Εσύ όμως εναντιώσου στον εχθρό και πες του: «Διώκτη και εχθρέ της ψυχής μου! Πάψε να μου βάζεις λόγια! Γατί, αν μ' αρπάξει ο θάνατος στα νιάτα μου και δεν προφτάσω να γεράσω, τι θ' απολογηθώ μπροστά στο βήμα του Χριστού; Να, βλέπω πολλούς νεώτερους να πεθαίνουν και πολλούς ηλικιωμένους να ζουν πολλά χρόνια ακόμη. Αγνωστη είναι στους ανθρώπους η ώρα του θανάτου τους. Αν λοιπόν με προλάβει ο θάνατος, μπορώ να πω τότε στον Κριτή ότι με πήρε νέο, και να μ' αφήσει για να μετανοήσω; Μήπως πάλι δεν βλέπω, πως δοξάζει ο Κύριος όσους Τον υπηρετούν από τα νιάτα ως τα γεράματά τους; Να, στον προφήτη Ιερεμία είπε: «Εμνήσθην ελέους νεότητός σου και αγάπης τελειώσεώς σου του εξακολουθείν σε οπίσω αγίου Ισραήλ» (πρβλ. Ιερ. 2:2). Αντίθετα, εκείνον πού συνεχώς, από τα νιάτα ως τα γεράματά του, ακολούθησε το λογισμό της πλάνης, πώς τον αποδοκίμασε ο προφήτης, αν και νέος; «Πεπαλαιωμένε ημερών κακών, νύν ήκασιν αι αμαρτίαι σου, ας εποίεις το πρότερον» (Δαν.Σως.:52). Γι'αυτό και το Αγιο Πνεύμα μακαρίζει εκείνους πού σηκώνουν το ζυγό της αρετής από τη νεότητά τους (βλ. Θρ.Ιερ. 3:27)… Φύγε λοιπόν από κοντά μου, εργάτη της ανομίας και πονηρέ σύμβουλε. Ο Κύριος και Θεός μου να διαλύσει τις δολοπλοκίες σου και να λυτρώσει κι εμένα από τις επιβουλές σου, με τη δύναμη και τη χάρη Του».
Πάντα λοιπόν, αγαπητέ, να έχεις στο νου σου την ημέρα του τέλους σου. Όταν φτάσεις πια να πέσεις στην ψάθα σου ψυχομαχώντας — αλίμονο, τι φόβος και τρόμος ζώνει την ψυχή σου τότε, και μάλιστα αν έχει τη συνείδηση να την κατηγορεί!
Αν μεν έχει κάνει κάτι καλό σ' αυτή τη ζωή, αν δηλαδή βάσταξε θλίψεις και ατιμώσεις για χάρη του Κυρίου και έκανε όσα είναι ευάρεστα σ' Εκείνον, τότε με πολλή χαρά οδηγείται από τους αγίους αγγέλους στους ουρανούς. Γιατί όπως ο εργάτης πού κοπιάζει στη δουλειά ολόκληρη την ημέρα, μ' απαντοχή περιμένει τη δωδέκατη ώρα, για να πάρει το μεροκάματό του και να ξεκουραστεί μετά το μόχθο, έτσι ακριβώς και οι ψυχές των δικαίων περιμένουν εκείνη την ημέρα.
Οι ψυχές όμως των αμαρτωλών είναι γεμάτες από φόβο και τρόμο μεγάλο την ώρα εκείνη. Γιατί όπως ο κατάδικος, πού πιάστηκε από τους φύλακες και οδηγείται στο δικαστήριο, καρδιοχτυπάει και τρέμει ολόκληρος στη σκέψη των βασανιστηρίων πού τον περιμένουν, έτσι ακριβώς και οι ψυχές των άδικων ανθρώπων συνταράζονται τότε, καθώς βλέπουν πια καθαρά το ατέλειωτο μαρτύριο της αιώνιας φωτιάς και τις άλλες τιμωρίες, τις παντοτινές και ατερμάτιστες. Κι αν ο αμαρτωλός πει τότε σ' εκείνους πού τον σέρνουν, «Αφήστε με για λίγο να μετανοήσω», όχι μόνο δεν θα τον ακούσει κανείς, αλλά θα του πούνε κιόλας: «Τότε πού είχες καιρό, δεν μετανοούσες. Και τώρα βεβαιώνεις πώς θα μετανοήσεις; Όταν το στάδιο ήταν ανοιχτό για όλους, δεν αγωνίστηκες. Και θέλεις ν' αγωνιστείς τώρα, πού κλείστηκαν όλες οι πύλες και πέρασε ο καιρός του αγώνα; Δεν άκουσες τι είπε ο Κύριος; «Γρηγορείτε, ότι ούκ οίδατε την ημέραν ουδέ την ώραν…» (Ματθ.25:13).