Выбрать главу

Τώρα στην Πατερική Θεολογία τι μπορεί να είναι αντικειμενικό και πόσο μπορεί να διαφέρη από την υποκειμενικότητα; Οι διάφορες θεολογίες, που χρησιμοποιούνται σήμερα στην Ορθοδοξία, είναι απλώς υπολογισμοί του τι είναι η Πατερική Παράδοσις. Υποκειμενικοί υπολογισμοί. Πως όμως ένας σημερινός Ορθόδοξος θεολόγος μπορεί να αποκτήση αντικειμενικότητα στην Θεολογία του; Διότι το πρόβλημα είναι το εξής: Επειδή ο Ορθόδοξος θεολόγος έχει την Ορθόδοξο πίστι από μικρό παιδί, συνήθως δέχεται σαν δεδομένη την αλήθεια της πίστεώς του. Δηλαδή, επειδή είναι Ορθόδοξος Χριστιανός, εκ των προτέρων πιστεύει, παραδέχεται τον Χριστόν, παραδέχεται ως αληθή την διδασκαλία του Χριστού, παραδέχεται ως αληθή την διδασκαλία των Πατέρων της Εκκλησίας, παραδέχεται τις αποφάσεις των Τοπικών και Οικουμενικών Συνόδων, παραδέχεται το Κανονικό Δίκαιο της Εκκλησίας κλπ. Οπότε ένας μοντέρνος Ορθόδοξος θεολόγος πως κάτω από τέτοιες προϋποθέσεις μπορεί να αποκτήση αντικειμενικότητα στην θεολογική του μέθοδο; Αυτό είναι σήμερα το βασικό πρόβλημα.

24. Ποια είναι η ραχοκοκκαλιά της Ορθοδόξου Παραδόσεως

Συμβαίνει να έχωμε στα χέρια μας έναν θησαυρό, την Θεολογία της Ορθοδόξου Παραδόσεως, που είναι απαύγασμα και αποτέλεσμα αιώνων εμπειριών, που επαναλαμβάνονται, ανανεώνονται και καταγράφονται από τους θεουμένους των διαφόρων εποχών. Έχομε τις εμπειρίες των Πατριαρχών, των Προφητών, και μετά τις εμπειρίες των Αποστόλων, τις οποίες όλες αποκαλούμε δοξασμό. Δοξάζεται ο Προφήτης σημαίνει ότι βλέπει την δόξα του Θεού. Δοξάζεται ο Απόστολος σημαίνει ότι ο Απόστολος βλέπει την δόξα του Χριστού. Βλέποντας ο Απόστολος την δόξα του Χριστού, διαπιστώνει από την ίδια την εμπειρία του ότι η δόξα του Χριστού στην Καινή Διαθήκη είναι η δόξα του Θεού στην Παλαιά Διαθήκη. Οπότε ο Χριστός είναι ο Γιαχβέ της Παλαιάς Διαθήκης, ο Χριστός είναι ο Ελωΐμ της Παλαιάς Διαθήκης.

Όσο για το Πνεύμα το Άγιο, το τι είναι — επειδή δεν είναι σαφές στην Παλαιά Διαθήκη — διαπιστώνεται από την εμπειρία των Αποστόλων. Διότι σ’ αυτούς γίνεται μία επανάληψις της εμπειρίας των Προφητών με την διαφορά όμως ότι τώρα στον Γιαχβέ της Παλαιάς Διαθήκης έχει προστεθή η ανθρώπινη φύσις του Χριστού. Διότι οι Απόστολοι εδοξάσθησαν μετά την Ενσάρκωσι, οι τρεις μερικώς κατά την Μεταμόρφωσι στο όρος Θαβώρ, όλοι όμως πλήρως κατά την Πεντηκοστή, κατά την οποίαν έφθασαν στο ανώτατο ύψος δοξασμού, που μπορεί να φθάση ποτέ ένας άνθρωπος σ’ αυτήν την ζωή.

Μετά του Αποστόλους έχομε τις εμπειρίες των θεουμένων, που είναι οι Πατέρες την Εκκλησίας, καθώς επίσης και όσοι από τους Αγίους έφθασαν σε θέωσι. Αυτή η διαδοχή της εμπειρίας της θεώσεως είναι συνεχίζεται μέχρι σήμερα[48]. Αυτή λοιπόν η εμπειρία της θεώσεως είναι η ραχοκοκκαλιά της Ορθοδόξου παραδόσεως, καθώς και το θεμέλιο των Τοπικών και Οικουμενικών Συνόδων, του Κανονικού Δικαίου της Εκκλησίας και της Λειτουργικής ζωής της Εκκλησίας μέχρι σήμερα.

Οπότε, αν σ’ αυτήν στηριχθή ένας σημερινός Ορθόδοξος θεολόγος, αν δηλαδή γίνη μελετητής της Πατερικής Παραδόσεως και, αν ο ίδιος περνώντας μέσα από την κάθαρσι και φωτισμό, φθάση στην θέωσι, ώστε όχι μόνο να την κατανοήση, αλλά και να διαπιστώση ο ίδιος εν Πνεύματι Αγίω την αλήθεια της Παραδόσεως αυτής, τότε μόνο μπορούμε να πούμε ότι αποκτά αντικειμενικότητα στην θεολογική του μέθοδο.

25. Ποιος είναι ο «προφήτης» στην Καινή Διαθήκη

Επάνω στην διδασκαλία της Εκκλησίας περί της θείας Χάριτος βασίζεται όλη η διδασκαλία Της περί της Αγίας Τριάδος, ως και περί της Ενσαρκώσεως του Θεού Λόγου.

Λέγει ο απόστολος Παύλος: «Και ους μεν έθετο ο Θεός εν τη εκκλησία, πρώτον αποστόλους, δεύτερον προφήτας, τρίτον διδασκάλους»[49]. Αργότερα επεκράτησε η άποψις ότι ο προφήτης του αποστόλου Παύλου ήταν ο επίσκοπος της Εκκλησίας των πρώτων Χριστιανών. Οπότε έχομε: Πρώτον τους Αποστόλους, μετά τους Επισκόπους και μετά τους Πρεσβυτέρους, οι οποίοι κατ’ αυτήν την άποψιν είναι οι διδάσκαλοι της Εκκλησίας.

Αν τώρα διαβάσωμε το 14ο κεφάλαιο της Α’ προς Κορινθίους επιστολής του αποστόλου Παύλου, βλέπομε ότι εκεί αναφέρεται σαφώς ότι στην ενορία της Κορίνθου υπήρχαν πολλοί προφήτες, χριστιανοί δηλαδή με προφητικό, προορατικό χάρισμα. Διότι γράφει: Να μιλήσουν οι προφήτες σε ομάδες των δύο ή των τριών[50]. Οπότε υπήρχαν τουλάχιστον τρεις προφήτες, ίσως και περισσότεροι, εξ ή επτά. Εδώ οι προφήτες της Κορίνθου δεν ήσαν όλοι τους επίσκοποι.

вернуться

48

Κατά τις τελευταίες δεκαετίες υπήρξαν πολλοί θεωθέντες άγιοι στην Εκκλησία, μεταξύ των οποίων και οι γνωστοί: Γέροντας Παΐσιος ο Αγιορείτης, Γέροντας Σωφρόνιος του Έσσεξ, Γέροντας Πορφύριος των Αθηνών, Γέροντας Ιάκωβος της Ευβοίας, Γέροντας Ιωσήφ ο Σπηλαιώτης, Γ έροντας Εφραίμ ο Κατουνακιώτης κ.ά.

вернуться

49

Α’ Κορ. 12, 28.

вернуться

50

Α’ Κορ. 14, 29.