Выбрать главу

Φαίνεται επίσης ότι στην αρχαία Εκκλησία δεν ετελείτο το Μυστήριο του Χρίσματος μαζί με το Μυστήριο του Βαπτίσματος. Το Μυστήριο του Βαπτίσματος ετελείτο εις άφεσιν αμαρτιών, ενώ το Μυστήριο του Χρίσματος προωριζόταν για όσους είχαν ήδη γίνει μέλη του Σώματος του Χριστού. Διότι υποτίθεται ότι σ’ αυτούς είχε ήδη έλθει και προσευχόταν μέσα στην καρδιά τους το Άγιο Πνεύμα, ήσαν δηλαδή θεόκλητοι. Το Μυστήριο του Χρίσματος ετελείτο σαν επισφράγισι αυτού του γεγονότος. Γι’ αυτό κατά την τελετή αυτού του Μυστηρίου αναφωνούσε ο ιερεύς: «Σφραγίς δωρεάς Πνεύματος Αγίου», όταν έχριε το Χριστιανό. Η σφραγίδα αυτή τότε ήταν η επιβεβαίωσις από την Εκκλησία ότι ο Χριστιανός εκείνος, που μόλις είχε χρισθή, βρισκόταν σε κατάστασι φωτισμού. Γι’ αυτό στην Λατινική Παράδοσι το Χρίσμα λέγεται οοηβτΜαίίο, δηλαδή επιβεβαίωσις. Επιβεβαίωσις ότι ο Χριστιανός εκείνος, αφού πέρασε από κάθαρσι, είχε φθάσει στην κατάστασι φωτισμού. Οπότε έρχεται η Εκκλησία και τον σφραγίζει και θεωρείται πλέον μέλος του Σώματος του Χριστού.

Έτσι στην αρχαία Εκκλησία μόνο μετά το Χρίσμα εθεωρείτο ο βαπτισμένος μέλος της Εκκλησίας. Με την Βάπτισι ελάμβανε άφεσι αμαρτιών και με το Χρίσμα γινόταν μέλος της Εκκλησίας. Σήμερα το Χρίσμα τελείται στα νήπια αμέσως μετά το Βάπτισμα.

27. Περί λαϊκών και κληρικών, ως και περί Εκκλησίας

Μέσα σ’ αυτά τα πλαίσια όμως βλέπομε μία περίεργη εξέλιξι μέσα στην ιστορία της Εκκλησίας, κατά την οποία το βασίλειον ιεράτευμα[56], της Εκκλησίας δεν παρέμεινε ποιοτικά εκείνο που ήταν αρχικά[57].

Αρχικά, δηλαδή στην εποχή των πρώτων Χριστιανών, έχομε τους λαϊκούς και τους κληρικούς. Ο Απόστολος Παύλος τους λαϊκούς ονομάζει ιδιώτες και οι Πατέρες της Εκκλησίας είναι εκείνοι που ερμηνεύουν τους ιδιώτες του Αποστόλου Παύλου ως λαϊκούς. Λαϊκός είναι εκείνος, ο οποίος έχει μεν βαπτισθή, αλλά δεν έχει ακόμη κληθή άνωθεν, ώστε να γίνη βασίλειον ιεράτευμα, δηλαδή κληρικός. Ως κληρικός εθεωρείτο ο θεόκλητος, εκείνος δηλαδή που είχε δεχθή μέσα στην καρδιά του την επίσκεψι του Αγίου Πνεύματος και που το Πνεύμα είχε αρχίσει να προσεύχεται μέσα του. Εκείνος, δηλαδή που είχε γίνει ναός του Αγίου Πνεύματος και γι’ αυτό μέλος του Σώματος του Χριστού, δηλαδή της Εκκλησίας.

Γι’ αυτό ο απόστολος Παύλος λέγει «…ους έθετο ο Θεός εν τη εκκλησία…» αφού προηγουμένως είχε πει: «υμείς δε εστε σώμα Χριστού»[58]. Μας δίνει δηλαδή ο ίδιος τον ορισμό του τι είναι Σώμα Χριστού.

Αργότερα, από τους Πατέρες της Εκκλησίας ξέρομε ότι ήλθε εποχή, κατά την οποία εχειροτονούντο ως κληρικοί άνθρωποι, που στην αρχαία Εκκλησία θα εθεωρούντο ως λαϊκοί. Και μετά αυτοί οι άνθρωποι εχειροτονούντο και επίσκοποι. Ο άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος κάνει ολόκληρη ανάπτυξι επάνω στο θέμα αυτό.

Αυτό σημαίνει ότι εισήλθε η παράδοσις στην Εκκλησία να χειροτονούνται ως κληρικοί άνθρωποι, οι οποίοι δεν είχαν τα προσόντα να είναι κληρικοί της Εκκλησίας. Δεν είχαν δηλαδή τις πνευματικές προϋποθέσεις της ιερωσύνης.

Εναντίον αυτής της ανωμάλου καταστάσεως επανεστάτησε ο άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος με τόσο μεγάλη επιτυχία, ώστε η Εκκλησία τον ωνόμασε Νέο Θεολόγο. Από την εποχή του μέχρι την εποχή του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά έγινε μία μεγάλη διαμάχη μέσα στην Εκκλησία, όσον αφορά στα προσόντα εκλογής των επισκόπων. Εξ αιτίας αυτής της Ησυχαστικής έριδος, όπως ονομάσθηκε, κατά την οποία επεκράτησε τελικά η γραμμή του αγίου Συμεών του Νέου Θεολόγου, καθιερώθηκε οι επίσκοποι της Εκκλησίας να λαμβάνωνται από τους μοναχούς της Ησυχαστικής παραδόσεως, της καθάρσεως του φωτισμού και της θεώσεως.

28. Περί Φραγκοκρατίας και περί Ησυχασμού

Αυτή η γραμμή διατηρήθηκε σ’ όλη την περίοδο της Τουρκοκρατίας και βέβαια το ίδιο έγινε και κατά την Φραγκοκρατία, που προηγήθηκε της Τουρκοκρατίας. Ένα μεγάλο μέρος της Ρωμηοσύνης[59], που μετά σκλαβώθηκε στην Τουρκιά, είχε σκλαβωθή πρωτύτερα στην Φραγκιά.

Σημειωτέον ότι οι Φράγκοι, που ήσαν για αρκετούς αιώνες στα διάφορα μέρη της Ελλάδος και της Μέσης Ανατολής, έκαναν μεγάλον αγώνα για να καθυποτάξουν τους Ορθοδόξους Χριστιανούς στους Φράγκους επισκόπους. Διότι δεν επέτρεπαν χειροτονίες Ορθοδόξων επισκόπων. Και αυτό δεν πρέπει να μας φαίνεται παράξενο, αφού Φραγκοκρατία έχομε και στην πρόσφατη Ελληνική ιστορία, όταν τα Δωδεκάνησα ήταν υποδουλωμένα στην Ιταλία και οι Φράγκοι δεν επέτρεπαν στα Δωδεκάνησα χειροτονία Ορθοδόξου επισκόπου. Διότι το πρόγραμμα των παπικών ήταν να καθυποτάξουν τους Ορθοδόξους Χριστιανούς στους Φράγκους επισκόπους. Αυτό είναι Φραγκοκρατία. Φραγκοκρατία δεν είναι μόνο η του Μεσαίωνος, προ της Τουρκοκρατίας δηλαδή. Φραγκοκρατία έχομε και μετά την απελευθέρωσί μας από τους Τούρκους, στην Ελλάδα.

вернуться

56

Α’Πέτρ. 2, 9.

вернуться

57

Βλ. Μητρ. Ιεροθέου (Βλάχου), ένθ’ ανωτ., σ. 96: «… Η αναγέννηση του ανθρώπου, η ανακάλυψη της καρδιάς, η εύρεση της υποστατικής αρχής έχει ως αποτέλεσμα να αναπτυχθή έντονα μέσα του η αγάπη για όλο τον κόσμο. Και αυτό εκφράζεται με την προσευχή και την θυσία υπέρ όλου του κόσμου. Η καρδιά φλέγεται από αγάπη. Βγαίνει τότε ο άνθρωπος από τα στενά περιοριστικά όρια του εγώ και εισέρχεται από αγάπη και με αγάπη στην υπόσταση του άλλου. Ζη την κένωση του Χριστού σε ένα βαθμό και την αγωνία του Χριστού στην Γεσθημανή. Θρηνεί για όλον τον κόσμο. Στην ζωή πολλών αγίων βλέπουμε ότι είχαν αυτήν την συμπάσχουσα καρδία υπέρ όλης της κτίσεως, ακόμη και για τον διάβολο. Αυτή η θυσιαστική προσευχή, που γίνεται μέσα από την εμπειρία της θείας εμφανείας και την ανακάλυψη του προσώπου, λέγεται βασίλειον ιεράτευμα. Και όσοι προσεύχονται νοερά, έχουν την λεγομένη πνευματική ιερωσύνη».

вернуться

58

Α’ Κορ. 12, 27.

вернуться

59

Διετηρήσαμε αυτή τη γραφή της λέξεως, επειδή αυτή αυταπατάται και σε όλα τα υπόλοιπα κείμενα του π. Ιωάννου Ρωμανίδου, παρ’ ότι έχωμε την γνώμη ότι η γραφή Ρωμιοσύνη είναι σωστότερη.