Выбрать главу

Οπότε εξ αυτής της απόψεως η νοερά ενέργεια είναι μία και μόνη ενέργεια της ψυχής, η οποία στον μεν εγκέφαλο λειτουργεί ως λογική, η ίδια όμως λειτουργεί συγχρόνως και στην καρδιά ως νους. Δηλαδή το ίδιο όργανο, ο νους, προσεύχεται αδιάλειπτα στην καρδιά, σε όσους εννοείται έχουν αδειάλειπτη καρδιακή προσευχή, και συγχρόνως σκέπτεται π.χ. μαθηματικά προβλήματα και ο,τιδήποτε άλλο, στον εγκέφαλο.

Πρέπει να πούμε ότι αυτό που ο Απόστολος Παύλος ονομάζει νουν ταυτίζεται με αυτό που οι Πατέρες ονομάζουν διάνοια. Είναι μια διαφορά στην ορολογία. Όταν ο Απόστολος Παύλος λέγη «προσεύξομαι τω πνεύματι»[1], εννοεί αυτό που λένε οι Πατέρες «προσεύξομαι τω νοΐ». Και, όταν λέγη «προσεύξομαι τω νοΐ», εννοεί «προσεύξομαι τη διανοία». Το όνομα «νους» των Πατέρων δεν είναι ο «νους» του αποστόλου Παύλου, αλλά είναι το πνεύμα του αποστόλου Παύλου. Όταν λέγη προσεύξομαι τω νοΐ, προσεύξομαι τω πνεύματι ή ψαλλώ τω νοΐ, ψαλλώ τω πνεύματι, και όταν λέγη το Πνεύμα του Θεού συμμαρτυρεί τω πνεύματι ημών, με την λέξη πνεύμα εννοεί αυτό που λένε οι Πατέρες νουν. Και με την λέξη νους εννοεί την διάνοια, την λογική.

Στην έκφρασί του «το Πνεύμα του Θεού συμμαρτυρεί τω πνεύματι ημών»[2], μιλάει για δύο πνεύματα: Για το Πνεύμα του Θεού και για το ανθρώπινο πνεύμα. Αυτό το ανθρώπινο πνεύμα κατά κάποια παράξενη εξέλιξι εμφανίζεται αργότερα στην εποχή του αγίου Μακαρίου του Αιγυπτίου να ονομάζεται νους, και μόνο τα ονόματα λόγος και διάνοια να παραμένουν και να αναφέρωνται στην λογική του ανθρώπου. Έτσι ταυτίσθηκε ο «νους» με το «πνεύμα», δηλαδή με την «καρδιά». Διότι ο χώρος του πνεύματος του ανθρώπου είναι η καρδιά, κατά τον Απόστολο Παύλο[3].

Έτσι η λογική λατρεία για τον απόστολο Παύλο με τον νουν (δηλαδή με την διάνοια, την λογική), ενώ η νοερά ευχή γίνεται με το πνεύμα και είναι η πνευματική ευχή, δηλαδή η καρδιακή προσευχή[4]. Έτσι εκείνο, που λέγει ο Απόστολος Παύλος, «αλλ’ εν εκκλησία θέλω πέντε λόγους δια του νοός μου λαλήσαι, ίνα και άλλους κατηχήσω, ή μυρίους λόγους εν γλώσση»[5] σημαίνει ότι προτιμούσε να πη πέντε λέξεις, πέντε λόγια δηλαδή, για να κατηχήση τους άλλους· παρά να προσεύχεται νοερώς. Αυτό, που λέγει εδώ ο Απόστολος Παύλος, ερμηνεύεται από μερικούς μοναχούς ότι μίλησε ο Απόστολος για την ευχή του Ιησού, δηλαδή για το «Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με», που αποτελείται από πέντε λέξεις. Αλλά εδώ ο Απόστολος Παύλος μιλάει για λόγια με τα οποία κατηχούσε τους άλλους[6]. Διότι πώς μπορεί να γίνη κατήχησις με νοερά προσευχή, αφού η νοερά προσευχή είναι εσωτερική προσευχή του ανθρώπου και οι άλλοι γύρω του δεν ακούνε τίποτε; Η κατήχησις όμως γίνεται με λογική διδασκαλία και λογική λατρεία. Διδάσκουμε και μιλούμε μέσω της λογικής, που είναι η συνήθης επικοινωνία μεταξύ των ανθρώπων[7].

Επικοινωνία όμως έχουν μεταξύ τους και όσοι έχουν νοερά ευχή μέσα στην καρδιά τους. Μπορούν δηλαδή να καθίσουν μαζί και ο ένας να επικοινωνή με τον άλλον νοερώς, χωρίς να μιλάνε. Να υπάρχη δηλαδή μεταξύ τους πνευματική επικοινωνία. Αυτό φυσικά συμβαίνει σ’ αυτούς και εκ του μακρόθεν. Και αυτοί επίσης έχουν το διορατικό και προορατικό χάρισμα. Με το διορατικό ανιχνεύουν τα αμαρτήματα κάθε ανθρώπου, καθώς και τις σκέψεις τους, ενώ με το προορατικό βλέπουν και μιλάνε για πράγματα, πράξεις και γεγονότα μέλλοντα. Πράγματι υπάρχουν τέτοιοι χαρισματούχοι άνθρωποι και, αν πάτε να εξομολογηθήτε σ’ αυτούς, ξέρουν όλα όσα έχετε κάνει στην ζωή σας, πριν ανοίξετε το στόμα σας για να τους τα πήτε.

2. Ποιος είναι «ψυχοπαθής», κατά τους Πατέρες της Εκκλησίας

Ο κάθε άνθρωπος είναι ψυχοπαθής κατά την Πατερική έννοια. Δεν είναι ανάγκη να είναι κάποιος σχιζοφρενής για να είναι ψυχοπαθής. Ο ορισμός της ψυχοπάθειας από Πατερικής απόψεως είναι ότι ψυχοπάθεια υπάρχει στον άνθρωπο εκείνον που δεν λειτουργεί σωστά η νοερά ενέργεια μέσα του. Όταν δηλαδή ο νους του ανθρώπου είναι γεμάτος από λογισμούς, όχι μόνο κακούς λογισμούς, αλλά και καλούς λογισμούς[8].

Όποιος έχει λογισμούς, καλούς ή κακούς μέσα στην καρδιά του, αυτός ο άνθρωπος από Πατερικής απόψεως είναι ψυχοπαθής. Ας είναι οι λογισμοί αυτοί ηθικοί, ακόμη και ηθικώτατοι, ανήθικοι ή οτιδήποτε άλλο. Δηλαδή κατά τους Πατέρες της Εκκλησίας όποιος δεν έχει περάσει από κάθαρσι της ψυχής από τα πάθη και δεν έχει φθάσει σε κατάστασι φωτισμού με την Χάρι του Αγίου Πνεύματος είναι ψυχοπαθής. Όχι όμως με την έννοια της Ψυχιατρικής. Ο ψυχοπαθής για τον ψυχίατρο είναι κάτι άλλο. Είναι εκείνος που πάσχει από ψύχωσι, είναι ο σχιζοφρενής. Για την Ορθοδοξία όμως ένας που δεν έχει περάσει από κάθαρσι της ψυχής από τα πάθη και δεν έχει φθάσει σε φωτισμό, είναι νορμάλ ή δεν είναι νορμάλ; Αυτό είναι το θέμα.

вернуться

1

Α’ Κορ. 14, 15.

вернуться

2

2 Ρωμ. 8, 16.

вернуться

3

Που σημαίνει, ότι το Πνεύμα του Θεού μιλάει στο δικό μας πνεύμα, ο Θεός, δηλαδή, μιλάει μέσα στην καρδιά μας δια της χάριτος του Αγίου Πνεύματος. Βλ. Φιλοκαλία, τόμος Δ’, έκδοσις Το Περιβόλι της Παναγίας, 1987, σ. 281. Εδώ ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, στον β’ λόγο του Υπέρ των ιερώς ησυχαζόντων, αναφέρει ότι η «καρδιά» είναι ο ηγεμόνας όλης της υπάρξεως· εκεί είναι ο νους και όλοι οι λογισμοί της ψυχής. Εδώ ο άγιος Γρηγόριος με τον όρον καρδιά δεν εννοεί την φυσική καρδιά, αλλά την βαθεία καρδία, ενώ με τον όρο νους δεν εννοεί την διάνοια, αλλά την ενέργεια της καρδιάς, την νοερά ενέργεια, η οποία πηγάζει από την ουσία του νου, δηλ. την καρδιά. Οι όροι καρδιά και νους ως ουσία ταυτίζονται. Γι’ αυτό προσθέτει ο άγιος Γρηγόριος: Ο νους είναι το ενδότατο σώμα του σώματος, δηλαδή η καρδιά (ό.π., σ. 282). Με αυτούς ταυτίζεται και ο όρος πνεύμα.

вернуться

4

Βλ. Μητρ. Ιεροθέου (Βλάχου), Το Πρόσωπο στην Ορθόδοξη Παράδοση, έκδοσις Μονής Γενεθλίου της Θεοτόκου, Λεβάδεια, 1994, σ. 24, όπου αναφέρονται τα εξής: Ο άνθρωπος έχει δύο γνωστικά κέντρα. Το ένα είναι ο νους, που είναι το κατάλληλο όργανο για να δεχθή την αποκάλυψη του Θεού, η οποία στην συνέχεια διατυπώνεται με την λογική, και το άλλο είναι η λογική, που γνωρίζει τον αισθητό κόσμο που μας περιβάλλει.

вернуться

5

Α’ Κορ. 14, 19.

вернуться

6

Βλ. Φιλοκαλία, Γ’, έκδοσις Αστέρος, 1976, σ. 42, § 29, και σ. 352, πθ’.

вернуться

7

Βλ. Φιλοκαλία, Γ’, έκδοσις Αστέρος, 1976, σ. 352, πθ’

вернуться

8

Βλ. Ιωάννου Ρωμανίδου: «Η θρησκεία είναι νευροβιολογική ασθένεια, η δε Ορθοδοξία η θεραπεία της», εν Ορθοδοξία — Ελληνισμός, Πορεία στην Τρίτη Χιλιετία, Β’ τόμος, έκδοσις Ι. Μ. Κουτλουμουσίου, Άγιον Όρος, 1996, σσ. 67–76.