Выбрать главу

— Και τι σχέση έχει αυτό μ’ εμένα; ρώτησε ο Φρόντο.

— Α! αυτό το ξέρεις του λόγου σου καλύτερα, είπε ο ξενοδόχος με νόημα. Εγώ δε θα σε προδώσω· μα μου είπαν πως αυτός ο Μπάγκινς θα ταξίδευε με τ’ όνομα Κατωλοφίτης και μου κάνανε και μια περιγραφή, που σου ταιριάζει μια χαρά, θα ’λεγα.

— Αλήθεια! Ας την ακούσουμε, λοιπόν! είπε ο Φρόντο, διακόπτοντας ασυλλόγιστα.

Ένας χοντρούλης μικρός τύπος με κόκκινα μάγουλα, είπε ο Βουτυράτος πολύ σοβαρά.

Ο Πίπιν χαχάνισε, αλλά ο Σαμ φάνηκε ν’ αγανακτεί.

Μ’ αυτό δε θα σε βοηθήσει πολύ γιατί μπορείς να το πεις για τους περισσότερους χόμπιτ, Μπιρόχορτε, μου λέει αυτός, συνέχισε ο κύριος Βουτυράτος, ρίχνοντας μια ματιά στον Πίπιν. Αυτός όμως είναι ψηλότερος από πολλούς και πιο ξανθός απ’ τους περισσότερους κι έχει ένα λακκάκι στο πηγούνι του: πεταχτούλης, με μάτια ζωηρά. Με το συμπάθιο, μα εκείνος το ’πε, όχι εγώ.

Εκείνος το ’πε; Και ποιος ήταν αυτός; ρώτησε ο Φρόντο ανυπόμονα.

— Α! Εκείνος ήταν ο Γκάνταλφ, αν ξέρεις ποιον λέω. Λένε πως είναι μάγος, μα εμένα μου είναι καλός φίλος, έτσι κι αλλιώς. Μα τώρα δεν ξέρω τι θα μου πει, σαν τον ξαναδώ: θα κάνει την μπίρα μου να ξινίσει ή θα με κάνει κούτσουρο και δε θα ’ναι ν’ απορείς. Παίρνει εύκολα φωτιά. Τώρα όμως ό,τι έγινε δεν ξεγίνεται.

— Λοιπόν, τι έκανες; είπε ο Φρόντο, που είχε αρχίσει ν’ ανυπομονεί με το αργό ξετύλιγμα που έκαναν οι σκέψεις του Βουτυράτου.

— Πού ήμουνα; έκανε ο ξενοδόχος, σταματώντας και χτυπώντας τα δάχτυλά του. Α, ναι! Ο γερο-Γκάνταλφ. Πάνε τρεις μήνες τώρα που μπήκε στην κάμαρά μου μέσα δίχως να χτυπήσει. Μπιρόχορτε, μου λέει, φεύγω το πρωί. Θα μου κάνεις μια χάρη; Δεν έχεις παρά να μου την πεις, είπα. Βιάζομαι, είπε, και δεν έχω καιρό, μα θέλω να πάει ένα μήνυμα στο Σάιρ. Έχεις κανένα που να μπορείς να τον στείλεις και να είσαι σίγουρος πως θα πάει; Μπορώ να βρω κάποιον, είπα, αύριο, μπορεί και μεθαύριο. Κάνε το αύριο, λέει, κι ύστερα μου ’δωσε ένα γράμμα.

— Η διεύθυνση είναι πολύ καθαρή, είπε ο κύριος Βουτυράτος, παρουσιάζοντας ένα γράμμα, μέσ’ από την τσέπη του και διαβάζοντας τη διεύθυνση αργά και περήφανα (πολύ εκτιμούσε τη φήμη του σαν ανθρώπου των γραμμάτων):

Κο ΦΡΟΝΤΟ ΜΠΑΓΚΙΝΣ, ΜΠΑΓΚ ΕΝΤ, ΧΟΜΠΙΤΟΝ στο ΣΑΪΡ.

Ένα γράμμα για μένα απ’ τον Γκάνταλφ! φώναξε ο Φρόντο.

— Α! είπε ο κύριος Βουτυράτος. Το σωστό σου όνομα δηλαδή είναι Μπάγκινς;

— Είναι, είπε ο Φρόντο, και καλά θα κάνεις να μου δώσεις το γράμμα αμέσως και να μου εξηγήσεις γιατί δεν το ’στειλες. Αυτό ήρθες να μου πεις, φαντάζομαι, αν κι άργησες να μπεις στο θέμα.

Ο καημένος ο κυρ Βουτυράτος φάνηκε στενοχωρημένος.

— Έχεις δίκιο, κύριε, είπε, και ζητάω συχώρεση. Μου κόβεται το αίμα σα σκέφτομαι τι θα πει ο Γκάνταλφ, αν γίνει κανένα κακό εξαιτίας μου. Μα δεν το βάστηξα από σκοπού. Το ’βαλα στο χρηματοκιβώτιό μου. Μετά δεν έβρισκα κανένα που να θέλει να πάει στο Σάιρ την άλλη μέρα, ούτε την παράλλη και δε μου περίσσευε να στείλω κανέναν από τους δικούς μου· κι ύστερα, με το ’να και με τ’ άλλο, μου ’φυγε απ’ το μυαλό. Είμαι, βλέπεις, πνιγμένος στη δουλειά. Θα κάνω ό,τι περνάει απ’ το χέρι μου για να διορθώσω τα πράγματα και, αν είναι τίποτα που να μπορώ να βοηθήσω, δεν έχετε παρά να μου το πείτε.

» Γιατί, χώρια από το γράμμα, δεν υποσχέθηκα και λιγότερα στον Γκάνταλφ, Μπιρόχορτε, μου λέει, αυτός ο φίλος μου από το Σάιρ μπορεί σύντομα να περάσει από εδώ, αυτός κι άλλος ένας. Θα λέει πως τον λένε Κατωλοφίτη. Το νου σου! Μα δε χρειάζεται να κάνεις ερωτήσεις. Κι αν δεν είμαι μαζί του, μπορεί να βρεθεί σε δυσκολίες και να χρειάζεται βοήθεια. Κάνε ό,τι μπορείς γι’ αυτόν και θα σου χρωστάω ευγνωμοσύνη, μου λέει. Και να σας τώρα εδώ κι οι δυσκολίες δε φαίνονται να ’ναι μακριά.

— Τι θες να πεις; ρώτησε ο Φρόντο.

— Αυτοί οι μαύροι άνθρωποι, είπε ο ξενοδόχος, χαμηλώνοντας τη φωνή. Γυρεύουνε τον Μπάγκινς κι όσο αυτοί θέλουν το καλό σου, άλλο τόσο είμαι εγώ χόμπιτ. Ήταν τη Δευτέρα κι όλοι οι σκύλοι άρχισαν να γαβγίζουν κι οι χήνες να ξεφωνίζουν. Αφύσικο, εγώ το ’πα. Ο Νομπ ήρθε και μου είπε πως δυο μαύροι άνθρωποι ήταν στην πόρτα και γύρευαν κάποιον χόμπιτ με τ’ όνομα Μπάγκινς. Οι τρίχες του Νομπ είχαν σηκωθεί όρθιες. Είπα στους μαύρους να φύγουν και τους έκλεισα την πόρτα κατάμουτρα- μα μαθαίνω πως ρωτάνε τα ίδια παντού μέχρι το Άρτσετ. Κι αυτός ο Περιφερόμενος Φύλακας, ο Γοργοπόδαρος, ρωτάει κι αυτός. Προσπάθησε να μπει εδώ και να σας δει, πριν να φάτε ακόμα μπουκιά, ναι, σας λέω.