Выбрать главу

— Λοιπόν, να ’μαστε κι εδώ! είπε ο Μέρι. Μα φαίνεται πολύ σκυθρωπός κι αφιλόξενος τόπος! Δεν έχει ούτε νερό ούτε μέρος να φυλαχτείς. Κι ούτε σημάδι απ’ τον Γκάνταλφ. Αλλά δεν τον κατηγορώ που δεν περίμενε — αν πέρασε από δω, βέβαια.

— Εγώ δεν είμαι και τόσο σίγουρος, είπε ο Γοργοπόδαρος, κοιτάζοντας γύρω σκεφτικά. Ακόμα κι αν βρισκόταν μια ή δυο μέρες πίσω μας στο Μπρι, μπορούσε να έχει φτάσει εδώ πρώτος. Μπορεί να ταξιδέψει καβάλα πολύ γρήγορα σαν τον πιέζει ανάγκη.

Ξαφνικά έσκυψε και κοίταξε μια πέτρα στην κορφή του σωρού. Ήταν πιο επίπεδη απ’ τις άλλες και πιο άσπρη, λες κι είχε γλιτώσει απ’ τη φωτιά. Τη μάζεψε και την εξέτασε, στριφογυρίζοντάς τη στα δάχτυλά του.

— Τούτη την πέτρα την έχουν πρόσφατα πιάσει χέρια, είπε. Τι λέτε για τούτα δω τα σημάδια;

Στο κάτω μέρος της πέτρας, που ήταν επίπεδο, ο Φρόντο είδε κάτι γρατσουνιές:

— Φαίνεται σαν μια γραμμή, μια κουκκίδα και τρεις ακόμα γραμμές, είπε.

— Η γραμμή αριστερά μπορεί να είναι ένα Γ ρουνικό με αμυδρά παρακλάδια, είπε ο Γοργοπόδαρος. Μπορεί να ’ναι σημάδι, που ν’ άφησε ο Γκάνταλφ, αν και δεν μπορεί κανείς να ’ναι σίγουρος. Οι γρατσουνιές είναι πολύ ψιλές κι οπωσδήποτε δείχνουν φρέσκιες. Αλλά τα σημάδια μπορεί να σημαίνουν και κάτι εντελώς διαφορετικό και να μην έχουν καμιά σχέση μ’ εμάς. Οι Περιφερόμενοι Φύλακες χρησιμοποιούν ρουνικά κι έρχονται μερικές φορές εδώ.

— Και τι μπορούν να σημαίνουν, αν τα ’κανε ο Γκάνταλφ; ρώτησε ο Μέρι.

— Θα ’λεγα, απάντησε ο Γοργοπόδαρος, πως είναι Γ3, σημάδι πως ο Γκάνταλφ ήταν εδώ στις τρεις του Οκτώβρη: δηλαδή εδώ και τρεις μέρες τώρα. Επίσης πως σημαίνουν πως ήταν βιαστικός και πως ο κίνδυνος ήταν κοντά, έτσι που δεν είχε καιρό ή δεν τολμούσε να γράψει κάτι περισσότερο ή πιο ευκολονόητο. Κι αν είναι έτσι, θα πρέπει να “χουμε τα μάτια μας τέσσερα.

— Θα “θελα να μπορούσαμε να είμαστε εντελώς σίγουροι πως αυτός έκανε τα σημάδια, ό,τι κι αν σημαίνουν, είπε ο Φρόντο. Θα ήταν μεγάλη ανακούφιση αν ξέραμε πως βρίσκεται στο δρόμο, μπροστά μας ή πίσω μας.

— Ίσως, είπε ο Γοργοπόδαρος. Πάντως εγώ πιστεύω πως ήταν εδώ και πως βρισκόταν σε κίνδυνο. Εδώ έπιασε μεγάλη φωτιά· και τώρα έρχεται στο νου μου το φως που είδαμε πριν τρεις νύχτες ανατολικά στον ουρανό. Υποθέτω πως του επιτέθηκαν σ’ αυτήν εδώ τη λοφοκορφή, αλλά δεν μπορώ να πω και ποιο ήταν το αποτέλεσμα. Ο Γκάνταλφ δεν είναι δω πια κι εμείς πρέπει τώρα να φυλαχτούμε μόνοι μας και να πάμε στο Σκιστό Λαγκάδι όπως μπορούμε.

— Πόσο μακριά είναι από δω το Σκιστό Λαγκάδι; ρώτησε ο Μέρι, κοιτάζοντας γύρω κουρασμένα. Ο κόσμος φαινόταν άγριος και απέραντος απ’ την Κορυφή των Καιρών.

— Δεν ξέρω αν ο Δρόμος έχει ποτέ μετρηθεί σε μίλια ύστερα απ’ το Πανδοχείο της Εγκατάλειψης, που ’ναι μιας μέρας ταξίδι ανατολικά απ’ το Μπρι, απάντησε ο Γοργοπόδαρος. Μερικοί λένε έτσι κι άλλοι αλλιώς. Ο δρόμος είναι παράξενος κι οι ταξιδιώτες είναι ευτυχισμένοι σα φτάσουν στο τέρμα του ταξιδιού τους, είτε ταξίδεψαν πολύ είτε λίγο. Αλλά ξέρω πόσο θα μου πάρει με τα δικά μου πόδια, με καλό καιρό και δίχως κακοτυχιά: δώδεκα μέρες από δω ως το Πέρασμα του Μπρούινεν, εκεί που ο Δρόμος περνάει το Θορυβόνερο, στο σημείο που κυλάει έξω απ’ το Σκιστό Λαγκάδι. Έχουμε μπροστά μας δεκατέσσερις μέρες ταξίδι, γιατί δε νομίζω πως θα μπορέσουμε να πάμε απ’ το δρόμο.

— Δεκατέσσερις μέρες! είπε ο Φρόντο. Πολλά μπορεί να συμβούν σ’ αυτό το διάστημα.

— Μπορεί, είπε ο Γοργοπόδαρος.

Στάθηκαν για λίγο σιωπηλά στη λοφοκορφή, κοντά στη νότια άκρη της. Σ’ εκείνο το έρημο μέρος ο Φρόντο για πρώτη φορά ένιωσε πέρα ως πέρα το ξεσπίτωμά του και τον κίνδυνό του. Με πίκρα ευχήθηκε να τον είχε αφήσει η τύχη του στο ήσυχο κι αγαπημένο Σάιρ. Κοίταξε κάτω το μισητό Δρόμο, που οδηγούσε πίσω δυτικά — σπίτι του. Ξαφνικά πήρε είδηση πως δυο μαύρα σημάδια κουνιόντουσαν αργά σ’ αυτόν, πηγαίνοντας δυτικά και. ξανακοιτάζοντας, είδε πως τρία άλλα έρχονταν ανατολικά να τα συναντήσουν. Έβγαλε μια φωνή κι άρπαξε το χέρι του Γοργοπόδαρου.

— Κοίταξε, είπε, δείχνοντας κάτω.

Αμέσως ο Γοργοπόδαρος έπεσε κάτω στη γη πίσω απ’ τα χαλάσματα, τραβώντας το Φρόντο δίπλα του. Ο Μέρι έπεσε στο πλάι τους.

— Τι είναι; ψιθύρισε.

— Δεν ξέρω, μα φοβάμαι το χειρότερο, απάντησε ο Γοργοπόδαρος. Σιγά σιγά σύρθηκαν ως την άκρη του κύκλου πάλι και κρυφοκοίταξαν από ένα σκίσιμο ανάμεσα σε δυο οδοντωτές πέτρες. Το φως δεν ήταν πια ζωηρό γιατί το ξεσυννέφιαστο πρωινό είχε θαμπώσει και σύννεφα είχαν ξεγλιστρήσει απ’ την Ανατολή κι είχαν τώρα προλάβει τον ήλιο όπως άρχιζε να κατεβαίνει. Κι οι τρεις μπορούσαν να δουν τα μαύρα σημάδια, μα ούτε ο Φρόντο ούτε ο Μέρι δεν μπορούσαν να διακρίνουν στα σίγουρα το σχήμα τους. Κάτι όμως τους έλεγε πως εκεί κάτω οι Μαύροι Καβαλάρηδες συγκεντρώνονταν στο Δρόμο πέρα απ’ τα ριζά του λόφου.