— Πιστεύω πως μιλάς σοφότερα απ’ όλους μας, Σαμ, είπε ο Άραγκορν. Και τι θα κάνουμε αν έχεις δίκιο;
— Σταματήστε τον! Μη τον αφήσετε να πάει! φώναξε ο Πίπιν.
— Θα ’ναι το σωστό, άραγε; είπε ο Άραγκορν. Είναι ο Κουβαλητής και η μοίρα του Φορτίου αυτόν βαραίνει. Δε νομίζω πως ο ρόλος μας είναι να τον σπρώξουμε στον ένα ή στον άλλο δρόμο. Ούτε νομίζω πως θα το πετυχαίναμε, αν προσπαθούσαμε. Εργάζονται κι άλλες δυνάμεις πιο δυνατές.
— Λοιπόν, εγώ θέλω ο Φρόντο «να σφιχτεί» και να γυρίσει πίσω και να ξεμπερδεύουμε, είπε ο Πίπιν. Η αναμονή είναι φοβερή! Σίγουρα δεν πέρασε η ώρα;
— Ναι, είπε ο Άραγκορν. Έχει περάσει και με το παραπάνω. Το πρωινό φεύγει. Πρέπει να τον φωνάξουμε.
Εκείνη τη στιγμή ξαναφάνηκε ο Μπορομίρ. Βγήκε απ’ τα δέντρα και ήρθε προς το μέρος τους δίχως να μιλήσει. Το πρόσωπό του ήταν σκυθρωπό και λυπημένο. Έκοψε το βήμα του, λες και μετρούσε τους παρόντες κι έπειτα κάθισε κάτω απόμακρα με τα μάτια καρφωμένα στη γη.
— Πού ήσουνα, Μπορομίρ; ρώτησε ο Άραγκορν. Είδες καθόλου το Φρόντο;
Ο Μπορομίρ δίστασε για μια στιγμή.
— Ναι και όχι, απάντησε αργά. Ναι: τον βρήκα κάπου στο λόφο και του μίλησα. Τον πίεσα να έρθει στη Μίνας Τίριθ και να μην πάει ανατολικά. Θύμωσα κι αυτός έφυγε. Εξαφανίστηκε. Ποτέ μου δεν έχω ξαναδεί κάτι τέτοιο, αν και το έχω ακουστά σε ιστορίες. Θα πρέπει να φόρεσε το Δαχτυλίδι. Δεν μπόρεσα να τον ξαναβρώ. Νόμιζα πως θα γύριζε σ’ εσάς.
— Αυτό έχεις μόνο να μας πεις; είπε ο Άραγκορν, κοιτάζοντας σκληρά και καθόλου καλοσυνάτα τον Μπορομίρ.
— Ναι, απάντησε. Δε θα πω τίποτα περισσότερο τώρα.
— Αυτό δε μ’ αρέσει! φώναξε ο Σαμ, πηδώντας όρθιος. Δεν ξέρω τι μαγειρεύει τούτος εδώ ο Άνθρωπος. Γιατί να το φορέσει ο κύριος Φρόντο; Ούτε που θα ’πρεπε να το κάνει· κι αν το ’κανε, ποιος ξέρει τι μπορεί να ’γινε!
— Μα δε θα εξακολουθούσε να το φοράει, είπε ο Μέρι, σαν ξέφευγε απ’ τον αντιπαθητικό επισκέπτη, όπως το ’κανε κι ο Μπίλμπο.
— Αλλά πού πήγε; Πού είναι; φώναξε ο Πίπιν. Λείπει πολλές ώρες τώρα.
— Πότε είδες για τελευταία φορά το Φρόντο, Μπορομίρ; ρώτησε ο Άραγκορν.
— Κάπου μισή ώρα πριν, απάντησε. Μπορεί όμως και μία. Πλανήθηκα κι εγώ αρκετή ώρα ύστερα. Δεν ξέρω! Δεν ξέρω!
Έβαλε το κεφάλι στα χέρια του και κάθισε λες και τον βάραινε μεγάλη λύπη.
— Μια ώρα από τότε που χάθηκε! φώναξε ο Σαμ. Πρέπει να προσπαθήσουμε να τον βρούμε αμέσως! Ελάτε!
— Για μια στιγμή! φώναξε ο Άραγκορν. Πρέπει να χωριστούμε σε ζευγάρια και να κανονίσουμε — ε! σταθείτε! Περιμένετε!
Άδικα όμως. Ούτε που τον άκουσαν. Ο Σαμ είχε ορμήσει πρώτος. Ο Μέρι κι ο Πίπιν είχαν ακολουθήσει κι εξαφανίζονταν κιόλας δυτικά μες στα δέντρα της παραλίας, φωνάζοντας: Φρόντο! Φρόντο! με τις καθαρές, ψιλές χομπιτοφωνές τους. Ο Λέγκολας κι ο Γκίμλι έτρεχαν. Ένας ξαφνικός πανικός, μια τρέλα είχε ξαφνικά πιάσει την Ομάδα.
— Θα χωριστούμε και θα χαθούμε όλοι, αναστέναξε ο Άραγκορν. Μπορομίρ! Δεν ξέρω τι ρόλο έπαιξες σ’ όλη τούτη την ανακατωσούρα, αλλά βοήθησε τώρα! Πήγαινε πίσω απ’ τους δυο μικρούς Χόμπιτ και τουλάχιστον προστάτεψέ τους, ακόμα κι αν δεν μπορέσεις να βρεις το Φρόντο. Γύρισε εδώ, αν τον βρεις, ή αν βρεις ίχνη του. Θα επιστρέψω γρήγορα.
Ο Άραγκορν όρμησε μπροστά κυνηγώντας το Σαμ. Μόλις έφτασε τη μικρή απλωσιά με τις σουρβιές τον πρόλαβε να τρέχει στην ανηφοριά αγκομαχώντας και να φωνάζει: Φρόντο!
— Έλα μαζί μου, Σαμ! είπε. Κανείς μας δεν πρέπει να γυρίζει μονάχος. Μας περικυκλώνουν κίνδυνοι. Το νιώθω. Θα πάω στην κορφή, στη Θέση του Άμον Χεν, να δω τι φαίνεται. Και δες! Όπως το μάντεψε η καρδιά μου, ο Φρόντο πήγε από δω. Ακολούθησε με και τα μάτια σου τετρακόσια!
Πήρε το μονοπάτι τρέχοντας.
Ο Σαμ έκανε ό,τι μπορούσε, αλλά δεν τα κατάφερνε να φτάσει το Γοργοπόδαρο, τον Περιφερόμενο Φύλακα, και γρήγορα έμεινε πίσω. Δεν είχε προχωρήσει πολύ κι έχασε τον Άραγκορν απ’ τα μάτια του. Σταμάτησε ξεφυσώντας. Ξαφνικά χτύπησε το χέρι του στο κεφάλι του.
— Ε! Σαμ Γκάμγκη! είπε δυνατά. Τα πόδια σου παραείναι κοντά, γι’ αυτό βάλε το κεφάλι σου να δουλέψει! Για να δω τώρα! Ο Μπορομίρ δε λέει ψέματα, δεν είναι στο χαρακτήρα του· αλλά δε μας τα ’πε κι όλα. Κάτι τρόμαξε τον κύριο Φρόντο πολύ άσχημα. Τον έκανε να σφιχτεί και ν’ αποφασίσει απότομα. Αποφάσισε επιτέλους — να φύγει. Προς τα πού; Πέρα στην Ανατολή. Χωρίς το Σαμ; Ναι, χωρίς ούτε και το Σαμ του. Μα είναι σκληρό, σκληρό κι απάνθρωπο.