Выбрать главу

— Πολύ καλά, κύριε!

— Επιμένεις ακόμα να ’ρθεις μαζί μου;

— Ναι.

— Θα είναι πολύ επικίνδυνο, Σαμ. Είναι κιόλας επικίνδυνο. Το πιο πιθανό είναι πως κανείς μας δε θα γυρίσει πίσω.

— Αν δε γυρίσεις πίσω, κύριε, τότε ούτε κι εγώ θα γυρίσω, αυτό είναι σίγουρο, είπε ο Σαμ. «Μην τον εγκαταλείψεις!» μου είπαν. «Να τον εγκαταλείψω!» είπα εγώ. «Ούτε που μου πέρασε απ’ το μυαλό. Θα τον ακολουθήσω ακόμα κι αν ανέβει στο Φεγγάρι· κι αν κανένας από εκείνους τους Μαύρους Καβαλάρηδες προσπαθήσει να του κόψει το δρόμο, θα έχουν να λογαριαστούν με το Σαμ Γκάμγκη» είπα. Αυτοί γέλασαν.

— Ποιοι αυτοί; Τι είναι αυτά που λες;

— Τα Ξωτικά, κύριε. Κουβεντιάσαμε καμπόσο χτες το βράδυ. Φαίνονταν να ξέρουν πως έφευγες μακριά, έτσι δεν είδα για ποιο λόγο να τ’ αρνηθώ, Υπέροχα πλάσματα τα Ξωτικά, κύριε! Υπέροχα!

— Ναι, είπε ο Φρόντο. Σ’ αρέσουν ακόμα τα Ξωτικά, τώρα που τα είδες από κοντά;

— Στέκονται πιο ψηλά απ’ αυτά που μ’ αρέσουν ή δε μ’ αρέσουν, απάντησε ο Σαμ αργά. Δε φαίνεται να έχει σημασία τι σκέφτομαι εγώ γι’ αυτά. Είναι πολύ πιο διαφορετικά απ’ ό,τι τα περίμενα — γέρικα και νέα μαζί, χαρούμενα και λυπημένα, κάπως έτσι.

Ο Φρόντο κοίταξε το Σαμ ξαφνιασμένος, μισοπεριμένοντας να δει κάποιο εξωτερικό σημάδι της παράξενης αλλαγής που φαινόταν να έχει γίνει πάνω του. Δεν ακουγόταν σαν τη φωνή του παλιού Σαμ Γκάμγκη, που νόμιζε πως ήξερε καλά. Μα εξωτερικά έδειχνε ο ίδιος ο παλιός ο Σαμ Γκάμγκη, που καθόταν εκεί. Μόνο το πρόσωπό του ήταν ασυνήθιστα σκεφτικό.

— Νιώθεις την ανάγκη να φύγεις και ν’ αφήσεις το Σάιρ τώρα — τώρα που η επιθυμία σου να τα δεις πραγματοποιήθηκε κιόλας; ρώτησε.

— Ναι, κύριε. Δεν ξέρω πώς να το πω, μα μετά την αποψινή νύχτα, νιώθω αλλιώτικος. Μου φαίνεται πως βλέπω στο μέλλον, κατά κάποιο τρόπο. Ξέρω πως θα πάρουμε έναν πολύ μακρύ δρόμο μες στο σκοτάδι· μα ξέρω πως δεν μπορώ να κάνω πίσω. Δεν είναι τώρα Ξωτικά, ούτε δράκοι, ούτε βουνά που θέλω να δω — καλά καλά δεν ξέρω τι θέλω· μα έχω κάτι να κάνω πριν απ’ το τέλος κι αυτό το κάτι βρίσκεται μπροστά, όχι στο Σάιρ. Πρέπει να το δω τελειωμένο, κύριε, αν με καταλαβαίνετε.

— Όχι και πολύ καλά, Μα καταλαβαίνω πως ο Γκάνταλφ μου διάλεξε έναν καλό σύντροφο κι αυτό μου δίνει χαρά. Θα πάμε μαζί.

Ο Φρόντο τέλειωσε το πρωινό του σιωπηλά. Έπειτα σηκώθηκε, κοίταξε την περιοχή μπροστά τους και φώναξε τον Πίπιν.

— Όλα έτοιμα; είπε μόλις ο Πίπιν έτρεξε κοντά. Πρέπει να ξεκινήσουμε αμέσως. Πολύ κοιμηθήκαμε κι έχουμε πολλά μίλια να κάνουμε.

Εσύ κοιμήθηκες πολύ, θες να πεις, είπε ο Πίπιν. Εγώ είμαι σηκωμένος από νωρίς. Εσένα μόνο περιμένουμε να τελειώσεις να τρως και να σκέφτεσαι.

— Τα τέλειωσα και τα δυο τώρα. Βάζω πλώρη για το Φέρι Μποτ του Μπάκλμπερι όσο πιο γρήγορα γίνεται. Δε θα γυρίσω πίσω στο δρόμο που αφήσαμε χτες το βράδυ: θα κόψω δρόμο ίσια μέσ’ απ’ τα χωράφια.

— Τότε θα χρειαστεί να πετάξεις, είπε ο Πίπιν. Δεν μπορείς να κόψεις δρόμο ίσια, με τα πόδια, πουθενά σ’ αυτό το μέρος.

— Μπορούμε όμως να πάμε πιο ίσια παρά απ’ το δρόμο, απάντησε ο Φρόντο. Το Φέρι Μποτ βρίσκεται ανατολικά του Γούντχολ· η δημοσιά όμως στρίβει αριστερά — μπορείτε να δείτε που στρίβει πέρα εκεί στο βοριά. Γυρίζει στη βορινή άκρη του Βάλτου για να καταλήξει στο δρόμο πάνω στο ανάχωμα, απ’ τη γέφυρα του Στοκ. Μα έτσι βγαίνει μίλια έξω απ’ το δρόμο μας. Μπορούμε να γλιτώσουμε το ένα τέταρτο της διαδρομής αν πάμε κατευθείαν, από εδώ που είμαστε, στο Φέρι Μποτ.

«Όποιος βιάζεται σκοντάφτει» είχε αντίρρηση ο Πίπιν. Η περιοχή εδώ γύρω είναι άγρια. Υπάρχουν βάλτοι κι όλων των λογιών οι δυσκολίες κατεβαίνοντας για το Βάλτο — ξέρω τα κατατόπια σ’ αυτά τα μέρη. Κι αν φοβάσαι για Μαύρους Καβαλάρηδες, δε βλέπω ποια η διαφορά, αν τους συναντήσουμε στο δρόμο, στο δάσος ή στα χωράφια.

— Είναι πιο δύσκολο να βρεθεί κάποιος στα δάση και στα χωράφια, απάντησε ο Φρόντο. Κι αν οι άλλοι φαντάζονται πως βρίσκεσαι στο δρόμο, υπάρχει κάποια πιθανότητα να σε ψάχνουν στο δρόμο κι όχι έξω απ’ αυτόν.

— Εντάξει! είπε ο Πίπιν. Θα σ’ ακολουθήσω σε κάθε βάλτο και χαντάκι. Μα είναι σκληρό! Υπολόγιζα να περάσουμε απ’ τη Χρυσή Κούρνια στο Στοκ πριν το ηλιοβασίλεμα. Δεν ξέρω τι κάνει τώρα — είναι πολύς καιρός από τότε που τη δοκίμασα — μα είχε την καλύτερη μπίρα σ’ ολόκληρη την Ανατολική Μοίρα.

— Τώρα μ’ έπεισες! είπε ο Φρόντο. Κόβοντας δρόμο μπορεί να έχουμε καθυστέρηση, μα τα χάνια έχουν ακόμα πιο μεγάλη. Με κάθε θυσία πρέπει να σε κρατήσουμε μακριά απ’ τη Χρυσή Κούρνια. Θέλουμε να φτάσουμε στο Μπάκλμπερι πριν σκοτεινιάσει. Εσύ τι λες, Σαμ;

— Θα σας ακολουθήσω, κύριε Φρόντο, είπε ο Σαμ (μόλο που μέσα του δε συμφωνούσε καθόλου και λυπόταν βαθιά που δε θα δοκίμαζε την καλύτερη μπίρα στην Ανατολική Μοίρα).