Выбрать главу

— Μα δε μου φαίνεται πως μπορώ να έχω εμπιστοσύνη σε κανένα, είπε ο Φρόντο.

Ο Σαμ τον κοίταξε λυπημένα.

— Όλα εξαρτώνται απ’ το τι θέλεις, μπήκε στη μέση ο Μέρι. Μπορείς να μας έχεις εμπιστοσύνη, πως θα σταθούμε στο πλευρό σου σ’ όλες τις αναποδιές — ως το πικρό τέλος. Και μπορείς να μας έχεις εμπιστοσύνη να φυλάξουμε όλα σου τα μυστικά — πιο καλά κι από σένα. Αλλά δεν μπορείς να μας έχεις εμπιστοσύνη πως θα σ’ αφήσουμε ν’ αντιμετωπίσεις τις δυσκολίες μόνος σου και να φύγεις χωρίς να πεις κουβέντα. Είμαστε φίλοι σου, Φρόντο. Κι ό,τι έγινε, έγινε. Τώρα ξέρουμε τα περισσότερα απ’ όσα σου ’χει πει ο Γκάνταλφ. Ξέρουμε πολλά για το Δαχτυλίδι. Είμαστε τρομερά φοβισμένοι — αλλά, ή μας αφήνεις κι ερχόμαστε μαζί σου, ή θα σε πάρουμε από πίσω σαν κυνηγόσκυλα.

— Κι έπειτα, κύριε, πρόσθεσε ο Σαμ, πρέπει ν’ ακολουθήσεις τη συμβουλή των Ξωτικών. Ο Γκίλντορ είπε πως έπρεπε να πάρεις αυτούς που θα ήταν πρόθυμοι, αυτό δεν μπορείς να τ’ αρνηθείς.

— Δεν τ’ αρνιέμαι, είπε ο Φρόντο κοιτάζοντας το Σαμ, που τώρα χαμογελούσε. Δεν τ’ αρνιέμαι, μα ποτέ δε θα πιστέψω ξανά πως κοιμάσαι, είτε ροχαλίζεις είτε όχι. Θα σε κλοτσάω δυνατά για να σιγουρεύομαι.

» Είσαστε μια παρέα παλιοαπατεώνες! είπε, γυρίζοντας προς τους άλλους. Μα να ’σαστε ευλογημένοι! γέλασε και σηκώθηκε κουνώντας τα χέρια του. Υποχωρώ. Θ’ ακολουθήσω τη συμβουλή του, Γκίλντορ. Αν ο κίνδυνος δεν ήταν τόσο σκοτεινός, θα χόρευα απ’ τη χαρά μου. Αλλά και τώρα δεν μπορώ να μη νιώθω χαρούμενος· πολύ πιο χαρούμενος απ’ ό,τι έχω νιώσει εδώ και πολύ καιρό. Το φοβόμουνα αυτό το βράδυ.

— Υπέροχα! Όλα εντάξει. Τρία ζήτω για τον Καπετάν Φρόντο και την παρέα του! φώναξαν· κι έστησαν χορό γύρω του.

Ο Μέρι κι ο Πίπιν άρχισαν ένα τραγούδι, που το είχαν φαίνεται ετοιμάσει για την περίπτωση.

Ήταν φτιαγμένο με πρότυπο το τραγούδι των νάνων, που είχε ξεκινήσει τον Μπίλμπο στην περιπέτειά του πολύ παλιά κι ακολουθούσε τον ίδιο σκοπό:

Γεια σ’ αφήνω, σπιτάκι και τζάκι ζεστό! Αν φυσήξει τ’ αγέρι γοργά, μα κι αν βρέξει, Το στρατί θε να πάρουμε ακόμα πριν φέξει, Μακριά μες στο δάσος, ψηλά στο βουνό.
Στο Σκιστό το Λαγκάδι που ζουν Ξωτικά θε να πάμε. Θα διαβούμε κοιλάδες, βουνά σκοτεινά. Βαλτοτόπια κι ερμιές δεν ψηφάμε. Και μετά; Ποιος να ξέρει, παιδιά!
Από μπρος καρτεράει ο εχθρός κι από πίσω μας φόβος. Για σκεπή μας στο δρόμο τα ουράνια ψηλά Τελειωμό να έχει ο κάθε μας κόπος. Και στη νίκη να βρούμε χαρά!
Με το χάραμα κινάμε! Ξεκινάμε την αυγή! Στ’ άλογά μας θα βρεθούμε, πριν ο ήλιος να φανεί!

— Πολύ καλό! είπε ο Φρόντο. Αλλά σ’ αυτή την περίπτωση πρέπει να γίνουν ένα σωρό πράγματα πριν πάμε στα κρεβάτια μας, κάτω από σκεπή, γι’ απόψε τουλάχιστον.

— Μα αυτό ήταν ποίημα! είπε ο Πίπιν. Θέλεις στ’ αλήθεια να πεις πως ξεκινάμε πριν χαράξει;

— Δεν ξέρω, απάντησε ο Φρόντο. Τους φοβάμαι τους Μαύρους Καβαλάρηδες κι είμαι βέβαιος πως δεν είναι ασφαλισμένο να μένω σ’ ένα μέρος για πολύ, ιδιαίτερα σ’ ένα μέρος που είναι γνωστό πως πήγαινα. Κι ο Γκίλντορ με συμβούλεψε να μην περιμένω. Θα ήθελα όμως πάρα πολύ να έβλεπα τον Γκάνταλφ. Είδα πως ακόμα κι ο Γκίλντορ ταράχτηκε σαν άκουσε πως ο Γκάνταλφ δε φάνηκε καθόλου. Η υπόθεση όμως εξαρτάται από δύο πράγματα. Πόσο γρήγορα μπορούν οι Καβαλάρηδες να έρθουν στο Μπάκλμπερι; Και πόσο γρήγορα μπορούμε εμείς να ξεκινήσουμε; Χρειαζόμαστε αρκετή προετοιμασία.

— Η απάντηση στη δεύτερη ερώτηση, είπε ο Μέρι, είναι πως μπορούμε να φύγουμε σε μια ώρα. Έχω σχεδόν ετοιμάσει τα πάντα. Υπάρχουν έξι πόνυ σ’ ένα σταύλο πέρα στα χωράφια· αποσκευές κι εργαλεία είναι όλα αμπαλαρισμένα εκτός από μερικά ρούχα και φαγητά που χαλάνε.

— Αυτή η συνωμοσία φαίνεται καλά οργανωμένη, είπε ο Φρόντο. Αλλά τι λέτε για τους Μαύρους Καβαλάρηδες; Θα ήταν ακίνδυνο να περιμέναμε μια μέρα για τον Γκάνταλφ;

— Αυτό εξαρτάται, κυρίως, απ’ το τι νομίζεις πως θα έκαναν οι Καβαλάρηδες αν σ’ έβρισκαν εδώ, απάντησε ο Μέρι. Αυτοί μπορούσαν να έχουν φτάσει εδώ τώρα, φυσικά, αν δεν τους σταμάτησαν στη Βόρεια Πύλη, εκεί που ο Φράχτης φτάνει στην όχθη του ποταμού, στη Γέφυρα, από τούτη την πλευρά. Οι φρουροί της Πύλης δε θα τους αφήσουν να περάσουν τη νύχτα, αν κι αυτοί μπορεί να την παραβιάσουν. Ακόμα και με το φως της μέρας θα προσπαθήσουν να τους βαστήξουν έξω νομίζω, τουλάχιστο μέχρι να στείλουν μήνυμα στον Αφέντη του Χολ — γιατί δε θα τους αρέσουν οι φάτσες των Καβαλάρηδων· κι είναι σίγουρο πως Θα τους φοβηθούν. Αλλά, βέβαια, το Μπάκλαντ δεν μπορεί ν’ αντισταθεί για πολύ σε μια αποφασιστική επίθεση. Και είναι πιθανό πως το πρωί, ακόμα κι ένας Μαύρος Καβαλάρης, αν πήγαινε και ζητούσε τον κύριο Μπάγκινς, θα τον άφηναν να περάσει. Είναι γενικά γνωστό πως ξαναγυρίζεις στο Κρικχόλοου.