Выбрать главу

– Αν το καταλαβαίνεις, τότε αρκέσου σ’ αυτό, αντιγύρισε ο Ντένεθορ. Είναι ανόητη η περηφάνια που περιφρονεί τη βοήθεια και τις συμβουλές σε ώρα ανάγκης· εσύ όμως μοιράζεις τέτοιου είδους δώρα σύμφωνα με τα σχέδιά σου. Ο Άρχοντας όμως της Γκόντορ δεν είναι από αυτούς που εξυπηρετούν τους σκοπούς των άλλων, οσοδήποτε κι αν αξίζουν. Και γι’ αυτόν δεν υπάρχει υψηλότερος σκοπός στον κόσμο αυτό τώρα από το καλό της Γκόντορ· και η διακυβέρνηση της Γκόντορ, άρχοντά μου, ανήκει σ’ εμένα και σε κανέναν άλλον, εκτός κι αν ξανάρθει ο βασιλιάς.

– Εκτός κι αν ξανάρθει ο βασιλιάς; είπε ο Γκάνταλφ. Λοιπόν, άρχοντα Επίτροπε, το έργο σου είναι να διατηρήσεις ακόμα κανένα κομμάτι βασίλειο μην τυχόν και συμβεί κάτι τέτοιο ακριβώς, μόλο που ελάχιστοι τώρα περιμένουν να το δουν. Και σ’ αυτό το έργο θα έχεις όση βοήθεια ευαρεστηθείς να ζητήσεις. Αλλά έχω να πω αυτό: καμιάς επικράτειας η διακυβέρνηση δεν είναι δική μου, ούτε της Γκόντορ ούτε άλλης καμιάς, μεγάλης ή μικρής. Αλλά όσα πράγματα αξίζουν και βρίσκονται σε κίνδυνο, έτσι όπως βρίσκεται τώρα ο κόσμος, αυτά αποτελούν δική μου φροντίδα. Κι όσο για μένα, εγώ δε θα αποτύχω τελείως στο έργο μου, ακόμα κι αν αφανιστεί η Γκόντορ, αν υπάρξει οτιδήποτε που να περάσει αυτή τη νύχτα και που να μπορεί ακόμα να γίνει καλό ή να λουλουδιάσει και να καρπίσει ξανά σε μέρες που θά ’ρθουν. Γιατί είμαι κι εγώ επίτροπος. Δεν το ήξερες; και μ’ αυτά τα λόγια γύρισε κι έφυγε με μεγάλα βήματα από την αίθουσα με τον Πίπιν να τρέχει πλάι του.

Ο Γκάνταλφ δεν κοίταξε τον Πίπιν ούτε του είπε λέξη καθώς προχωρούσαν. Ο οδηγός τους τούς πήγε από την πόρτα της αίθουσας, τους πέρασε ύστερα από την Αυλή του Σιντριβανιού και τους έφερε σ’ ένα δρομάκι ανάμεσα σε ψηλά πέτρινα κτίρια. Μετά από μερικές στροφές έφτασαν σε ένα σπίτι κοντά στο τείχος του κάστρου στη βορινή πλευρά, όχι μακριά από τη ράχη που ένωνε το λόφο με το βουνό. Μέσα, στον πρώτο όροφο ψηλότερα από το δρόμο, αφού ανέβηκαν μια φαρδιά σκαλιστή σκάλα, τους έδειξε ένα ωραίο δωμάτιο, φωτεινό και αεράτο, με ωραία παραπετάσματα ανιστόρητα, που γυάλιζαν θαμπόχρυσα. Ήταν απέριττα επιπλωμένο με ένα μικρό τραπέζι, δύο καρέκλες και έναν πάγκο’ αλλά δεξιά κι αριστερά πίσω από κουρτίνες είχε μικρά δωματιάκια με καλοστρωμένα κρεβάτια και κανάτια με λεκάνες για πλύσιμο. Είχε τρία ψηλά παράθυρα στενά που έβλεπαν βορινά στη μεγάλη καμπύλη του Άντουιν, που ήταν ακόμα τυλιγμένος στην ομίχλη, προς το Έμιν Μιούιλ και τον Ράουρος μακριά. Ο Πίπιν χρειάστηκε να ανεβεί στον πάγκο για να κοιτάξει έξω, πάνω απ’ το βαθύ πέτρινο περβάζι.

– Είσαι θυμωμένος μαζί μου, Γκάνταλφ; είπε, καθώς ο οδηγός τους βγήκε έξω κι έκλεισε την πόρτα. Έκανα ό,τι μπορούσα.

– Και βέβαια το ’κανες! είπε ο Γκάνταλφ, βάζοντας ξαφνικά τα γέλια.

Και ήρθε και στάθηκε πλάι στον Πίπιν, βάζοντας το χέρι του γύρω από τους ώμους του χόμπιτ και κοιτάζοντας έξω απ’ το παράθυρο. Ο Πίπιν έριξε μια κάπως απορημένη ματιά στο πρόσωπο που ήταν τώρα κοντά πλάι στο δικό του, γιατί ο ήχος του γέλιου ήταν εύθυμος και χαρούμενος. Όμως στο πρόσωπο του μάγου είδε πρώτα μόνο ρυτίδες από έννοιες και λύπες· όμως, όπως το κοίταξε με μεγαλύτερη προσοχή, μπόρεσε να διακρίνει πως κάτω απ’ όλα υπήρχε μια μεγάλη χαρά: μια πηγή ευθυμίας ικανή να κάνει ένα ολόκληρο βασίλειο να βάλει τα γέλια, αν την άφηνε να ξεχειλίσει.

– Και βέβαια έκανες ό,τι μπορούσες, είπε ο μάγος· κι ελπίζω να περάσει καιρός πριν ξαναβρεθείς έτσι. στριμωγμένος ανάμεσα σε δυο τέτοιους τρομερούς γέρους. Μ’ όλα αυτά όμως ο Άρχοντας της Γκόντορ έμαθε περισσότερα από σένα απ’ ό,τι φαντάζεσαι, Πίπιν. Δεν μπορούσες να κρύψεις το γεγονός πως ο Μπορομίρ δεν ήταν ο αρχηγός της Ομάδας που σας έβγαλε από τη Μόρια και πως ήταν κάποιος ανάμεσα σας που τον είχατε σε μεγάλη τιμή που ερχόταν στη Μίνας Τίριθ· και πως είχε ένα ξακουστό σπαθί. Οι άνθρωποι λαμβάνουν πολύ υπόψη τους τις ιστορίες για τις παλιές μέρες της Γκόντορ· και τον Ντένεθορ τον έχει πολύ απασχολήσει το ποίημα και οι λέξεις ο χαμός τον Ισίλντουρ, από τότε που έφυγε ο Μπορομίρ.

– Δεν είναι όπως οι άλλοι άνθρωποι αυτής της εποχής, Πίπιν, και όποια κι αν είναι η καταγωγή του από πατέρα σε γιο, από κάποια συγκυρία, το αίμα της Δύσης κυλάει σχεδόν αναλλοίωτο στις φλέβες του· όπως και στον άλλο γιο του, το Φαραμίρ, κι όμως όχι στον Μπορομίρ που τον αγαπούσε περισσότερο. Μπορεί και βλέπει μακριά. Μπορεί να διακρίνει, αν στρέψει τη θέληση του εκεί, πολλά απ’ αυτά που περνούν απ’ το νου των ανθρώπων, ακόμα κι αυτών που ζουν μακριά. Είναι δύσκολο να τον εξαπατήσει κανείς κι επικίνδυνο να το προσπαθήσει.