Выбрать главу

Ο Πέριν ανασάλεψε αμήχανα. Το γέλιο είχε μια τραχύτητα που τον έκανε να ανατριχιάσει. «Κατάλαβα ότι πάλι τσακωνόσουν με τη Μουαραίν. Για το ίδιο πράγμα;»

Ο Ραντ πήρε μια βαθιά, τρεμουλιαστή ανάσα. «Μα δεν τσακωνόμαστε πάντα για το ίδιο πράγμα; Βρίσκονται εκεί κάτω, στην Πεδιάδα Άλμοθ και μόνο το Φως ξέρει πού αλλού. Εκατοντάδες. Χιλιάδες. Δηλώνουν υποστήριξη στον Αναγεννημένο Δράκοντα, επειδή ύψωσα αυτό το λάβαρο. Επειδή άφησα να με αποκαλέσουν Αναγεννημένο Δράκοντα. Επειδή δεν έβλεπα να υπάρχει άλλος τρόπος. Και πεθαίνουν. Μάχονται, ψάχνουν και προσεύχονται για τον άνθρωπο που λέγεται πως θα τους οδηγήσει. Πεθαίνουν. Κι εγώ κάθομαι εδώ, ασφαλής στα βουνά, ολόκληρο το χειμώνα. Τους... τους οφείλω... κάτι».

«Λες εμένα να μου αρέσει;» Ο Πέριν γύρισε ενοχλημένος το κεφάλι.

«Εσύ δέχεσαι ό,τι σου πει αυτή», είπε στριγκά ο Ραντ. «Ποτέ δεν της αντιστέκεσαι».

«Λες κι εσύ πέτυχες τίποτα, που όλο της αντιστέκεσαι. Όλο το χειμώνα τσακωνόσασταν και εμείς καθόμασταν εδώ, σαν αργόσχολοι».

«Επειδή έχει δίκιο». Ο Ραντ γέλασε πάλι, με εκείνο το γέλιο που σου πάγωνε την καρδιά. «Που να με κάψει το Φως, έχει δίκιο. Σε όλη την πεδιάδα είναι διαιρεμένοι σε μικρές ομάδες, διάσπαρτες σ’ όλο το Τάραμπον και το Άραντ Ντόμαν. Αν πάω με κάποια απ’ αυτές, οι Λευκομανδίτες, ο Ντομανός στρατός και οι Ταραμπονέζοι θα πέσουν πάνω της, σαν πάπια σε σκαθάρι».

Ο Πέριν παραλίγο να βάλει τα γέλια από τη σύγχυσή του. «Αν συμφωνείς μαζί της, τότε γιατί στο Φως όλο λογοφέρνετε;»

«Επειδή κάτι πρέπει να κάνω. Αλλιώς θα... θα σκάσω, σαν σάπιο πεπόνι!»

«Τι να κάνεις; Αν ακούσεις αυτά που σου λέει —»

Ο Ραντ δεν τον άφησε να πει ότι θα κάθονταν εκεί για πάντα. «Η Μουαραίν λέει αυτό! Η Μουαραίν λέει εκείνο!» Ο Ραντ πετάχτηκε όρθιος, σφίγγοντας το κεφάλι στα χέρια του. «Η Μουαραίν για όλα έχει κάτι να πει! Η Μουαραίν λέει ότι δεν πρέπει να πάω σε εκείνους που πεθαίνουν στο όνομά μου. Η Μουαραίν λέει ότι θα καταλάβω τι πρέπει να κάνω, επειδή το Σχήμα θα με αναγκάσει να το κάνω. Η Μουαραίν λέει! Αλλά ποτέ δεν λέει πώς θα το καταλάβω. Α, όχι. Αυτό δεν το ξέρει». Τα χέρια του κρεμάστηκαν στα πλευρά του και στράφηκε προς τον Πέριν, γέρνοντας το κεφάλι και στενεύοντας τα μάτια. «Μερικές φορές νιώθω ότι η Μουαραίν μου κάνει γυμνάσια, σαν να είμαι Δακρινός επιβήτορας που μαθαίνει βηματισμό. Το νιώθεις ποτέ αυτό;»

Ο Πέριν έξυσε τα ανάκατα μαλλιά του. «Αν... Ό,τι και να είναι αυτό που μας τραβά, ή μας σπρώχνει, ξέρω ποιος είναι εχθρός, Ραντ».

«Ο Μπα’άλζαμον», είπε με μαλακή φωνή ο Ραντ. Ένα αρχαίο όνομα για τον Σκοτεινό. Στη γλώσσα των Τρόλοκ, σήμαινε «Καρδιά του Σκότους». «Και πρέπει να τον αντιμετωπίσω, Πέριν». Τα μάτια του έκλεισαν με μια γκριμάτσα, η μισή χαμόγελο, η μισή πόνος. «Που να με βοηθήσει το Φως, πολλές φορές θέλω να γίνει τώρα, να τελειώνω, και άλλες τόσες... Πόσες φορές θα καταφέρω να... Φως μου, πόσο με τραβά. Τι θα γίνει, αν δεν μπορέσω να... Αν δεν...» Το έδαφος σάλεψε.

«Ραντ;» είπε ανήσυχα ο Πέριν.

Ο Ραντ τρεμούλιασε· παρά το κρύο, το πρόσωπό του ήταν ιδρωμένο. Τα μάτια του ήταν ακόμα κλεισμένα σφιχτά. «Ω, Φως μου, με τραβά τόσο δυνατά».

Ξαφνικά το έδαφος σείστηκε κάτω από τον Πέριν κι ένα εκκωφαντικό μουγκρητό αντιλάλησε στην κοιλάδα. Ήταν σαν να του είχαν τραβήξει τη γη κάτω από τα πόδια. Έπεσε ― ή η γη τινάχτηκε ψηλά για να τον βρει. Η κοιλάδα τρανταζόταν, σαν να είχε κατέβει ένα πελώριο χέρι από τον ουρανό για να την ξεκολλήσει από εκείνο τον τόπο. Πάσχισε να κρατηθεί στο έδαφος, ενώ αυτό προσπαθούσε να τον κάνει να αναπηδήσει σαν μπάλα. Οι πετρούλες μπροστά του χοροπηδούσαν και τινάζονταν, η σκόνη υψωνόταν κατά κύματα.

«Ραντ!» Η κραυγή του πνίγηκε μέσα στον ορυμαγδό και τα μπουμπουνητά.

Ο Ραντ στεκόταν με το κεφάλι γερμένο πίσω και τα μάτια ακόμα κλεισμένα σφιχτά. Δεν έδειχνε να νιώθει το σφαδασμό του εδάφους, που τον έκανε να γέρνει τη μια στιγμή προς τη μια πλευρά και την επόμενη προς την αντίθετη. Δεν έχανε την ισορροπία του, όσο κι αν τιναζόταν. Ο Πέριν δεν μπορούσε να πει με βεβαιότητα, έτσι όπως τρανταζόταν, αλλά του φαινόταν ότι ο Ραντ χαμογελούσε λυπημένα. Τα δέντρα σπαρταρούσαν και το ρείκι ξαφνικά τσακίστηκε στα δύο ― το μεγαλύτερο κομμάτι του κορμού του σωριάστηκε ούτε τρία βήματα από τον Ραντ. Ο Ραντ δεν έδωσε σημασία, όπως δεν είχε δώσει σημασία και στα άλλα.