Τα κοινά χαρακτηριστικά των περιστατικών τον πάγωσαν μέχρι το μεδούλι. Το χάος πολλαπλασιαζόταν πράγματα που παλιά ήταν ανήκουστα, τώρα συνέβαιναν ξανά και ξανά. Ολόκληρος ο κόσμος έμοιαζε να αναδεύεται, σαν νερό έτοιμο να βράσει. Για τον Νάιαλ ήταν ολοφάνερο. Η Τελευταία Μάχη ερχόταν στ’ αλήθεια.
Όλα τα σχέδιά του είχαν ανατραπεί, τα σχέδια που θα έκαναν το όνομά του γνωστό στα Τέκνα του Φωτός για εκατό γενιές. Αλλά η αναταραχή σήμαινε ευκαιρίες και είχε καινούρια σχέδια, με καινούριους στόχους. Ας μπορούσε μόνο να διατηρήσει τη δύναμη και τη θέληση του για να τα εκτελέσει. Φως μου, άσε με να κρατηθώ στη ζωή όσο χρειαστεί.
Ένα συνεσταλμένο χτύπημα στην πόρτα τον έβγαλε από τους σκοτεινούς ρεμβασμούς του. «Μπες», είπε απότομα.
Ένας υπηρέτης με λευκόχρυσο σακάκι και φαρδύ παντελόνι μπήκε με μια υπόκλιση. Με το βλέμμα καρφωμένο στο πάτωμα, ανακοίνωσε ότι ο Τζάιτσιμ Κάριντιν, Χρισμένος του Φωτός, Εξεταστής του Χεριού του Φωτός, θα παρουσιαζόταν ενώπιον του Μεγάλου Μάγιστρου, όπως τον είχε προστάξει. Ο Κάριντιν εμφανίστηκε στο κατόπι του υπηρέτη, χωρίς να περιμένει την απάντηση του Νάιαλ. Ο Νάιαλ έκανε νόημα στον υπηρέτη να φύγει.
Πριν καλά-καλά κλείσει η πόρτα, ο Κάριντιν έπεσε στο ένα γόνατο, με ένα περίκομψο ανέμισμα του χιονόλευκου μανδύα του. Πίσω από τον ήλιο στο μανδύα του υπήρχε η πορφυρή ποιμενική ράβδος του Χεριού του Φωτός. Πολλοί τους αποκαλούσαν Ανακριτές, αλλά σπάνια κατάμουτρα. «Πρόσταξες να παρουσιαστώ μπροστά σου, Άρχοντα Μάγιστρέ μου», είπε με δυνατή φωνή, «κι έτσι επέστρεψα από το Τάραμπον».
Ο Νάιαλ τον μελέτησε για λίγο. Ο Κάριντιν ήταν ψηλός, προχωρημένης μέσης ηλικίας, με μια πινελιά γκρίζου στα μαλλιά του, αλλά το σώμα του ήταν ακμαίο και σφριγηλό. Τα μαύρα, βαθιά μάτια του έδειχναν γνώση, όπως πάντα. Και δεν βλεφάρισε κάτω από το σιωπηλό, εξεταστικό βλέμμα του Μεγάλου Μάγιστρου. Ελάχιστοι είχαν τόσο καθαρή συνείδηση, τόσο γερά νεύρα. Ο Κάριντιν στάθηκε εκεί γονατιστός, περιμένοντας γαλήνια, λες και ήταν καθημερινό το φαινόμενο να τον διατάζουν κοφτά να παρατήσει τη μονάδα του και να επιστρέψει στο Άμαντορ δίχως καθυστέρηση, χωρίς να του εξηγούν το λόγο. Αλλά, βέβαια, έλεγαν ότι ο Τζάιτσιμ Κάριντιν ήταν πιο υπομονετικός κι από πέτρα.
«Σήκω, Τέκνο Κάριντιν». Ενώ ο άλλος σηκωνόταν, ο Νάιαλ πρόσθεσε: «Έμαθα ανησυχητικά νέα από το Φάλμε».
Ο Κάριντιν ίσιωσε τις πτυχές του μανδύα του καθώς απαντούσε. Η χροιά της φωνής του ήταν ακριβώς στα όρια του προσήκοντος σεβασμού, σχεδόν σαν να μιλούσε σε ίσο του κι όχι στον άνθρωπο στον οποίο είχε ορκιστεί υπακοή μέχρι θανάτου. «Ο Άρχοντας Μάγιστρος μου αναφέρεται στα νέα που έφερε το Τέκνο Τζάρετ Μπάυαρ, κάποτε υποδιοικητής του Άρχοντα Ταξιάρχη Μπόρνχαλντ».
Η άκρη του αριστερού ματιού του Νάιαλ πετάρισε, ένα παλιό προμήνυμα θυμού. Θεωρητικά, μόνο τρεις ήξεραν ότι ο Μπάυαρ ήταν στο Άμαντορ και κανένας, εκτός από τον Νάιαλ, δεν ήξερε από πού είχε έρθει. «Μην το παρακάνεις στην εξυπνάδα, Κάριντιν. Η επιθυμία σου να ξέρεις τα πάντα ίσως κάποτε σε οδηγήσει στα χέρια των ίδιων σου των Ανακριτών».
Ο Κάριντιν, ακούγοντας αυτό το όνομα, δεν έδειξε άλλη αντίδραση εκτός από ένα αχνό σφίξιμο του στόματός του. «Άρχοντα Μάγιστρέ μου, το Χέρι του Φωτός αναζητά παντού την αλήθεια, για να υπηρετήσει το Φως».
Για να υπηρετήσει το Φως. Όχι για να υπηρετήσει τα Τέκνα του Φωτός. Όλα τα Τέκνα υπηρετούσαν το Φως, αλλά ο Πέντρον Νάιαλ συχνά αναρωτιόταν αν οι Ανακριτές πράγματι θεωρούσαν ότι ήταν και οι ίδιοι κομμάτι των Τέκνων. «Αλήθεια, και τι μου φέρνεις για τα συμβάντα του Φάλμε;»
«Σκοτεινόφιλοι, Άρχοντα Μάγιστρέ μου».
«Σκοτεινόφιλοι;» Ο καγχασμός του Νάιαλ έδειξε την ανησυχία του. «Λίγες μόνο βδομάδες πριν λάμβανα αναφορές από σένα, που έλεγαν ότι ο Τζέφραμ Μπόρνχαλντ ήταν υπηρέτης του Σκοτεινού, επειδή είχε προωθήσει στρατιώτες στο Τόμαν Χεντ, παρά τις διαταγές σου». Η φωνή του έγινε επικίνδυνα απαλή. «Τώρα πας να με πείσεις ότι ο Μπόρνχαλντ, ως Σκοτεινόφιλος, οδήγησε χίλια Τέκνα στο θάνατο τους, σε μια μάχη με άλλους Σκοτεινόφιλους;»
«Το αν ήταν ή όχι Σκοτεινόφιλος δεν θα το μάθουμε ποτέ», είπε ατάραχα ο Κάριντιν, «μιας και πέθανε πριν προλάβουμε να τον ανακρίνουμε. Τα σχέδια της Σκιάς είναι ερεβώδη και συχνά φαντάζουν τρελά για όσους περπατούν στο Φως. Μα για το αν εκείνοι που κατέλαβαν το Φάλμε είναι Σκοτεινόφιλοι, δεν έχω την παραμικρή αμφιβολία. Σκοτεινόφιλοι και Άες Σεντάι, που υποστήριζαν έναν ψεύτικο Δράκοντα. Η αιτία που εξολοθρεύτηκαν ο Μπόρνχαλντ και οι άντρες του ήταν η Μία Δύναμη, γι’ αυτό είμαι βέβαιος, Άρχοντα Μάγιστρέ μου, ακριβώς όπως εξολοθρεύτηκαν και οι στρατιές που έστειλαν το Τάραμπον και το Άραντ Ντόμαν εναντίον των Σκοτεινόφιλων στο Φάλμε».