Выбрать главу

Όταν την βρήκαν, κάμποση ώρα αργότερα, δεν τους φάνηκε διόλου παράξενο που την είδαν κλαμένη. Ό,τι και να της έλεγαν, δεν έμοιαζε να την ενδιαφέρει. Εκείνη επέμενε πεισματικά στην ιστορία της κι έλεγε, «Ούτε που με νοιάζει τι πιστεύετε και τι λέτε. Πέστε το στον καθηγητή, γράψτε το στη μαμά, κάντε ό,τι σας αρέσει. Εγώ το ξέρω πως βρήκα το Φαύνο εκειπέρα και - μακάρι να ’μενα εκεί για πάντα, είσαστε τέρατα όλοι σας! Τέρατα!».

Ήταν η χειρότερή τους βραδιά. Η Λούσυ είχε τα χάλια της και ο Έντμουντ το ίδιο, γιατί καταλάβαινε πως το σχέδιό του δεν έπιασε όπως περίμενε. Οι δυο μεγάλοι είχαν αρχίσει πια να πιστεύουν για καλά ότι η Λούσυ τρελάθηκε. Μείνανε μάλιστα στο διάδρομο και τα κουβέντιασαν ψιθυριστά όταν η Λούσυ πήγε να πλαγιάσει.

Το αποτέλεσμα ήταν πως, το άλλο πρωί, αποφάσισαν να πάνε και να πουν όλη την ιστορία στον καθηγητή. «Εκείνος θα γράψει του πατέρα αν πιστεύει πως στ’ αλήθεια κάτι δεν πάει καλά με τη Λούσυ», είπε ο Πήτερ· «εμείς δε μπορούμε να κάνουμε τίποτ’ άλλο». Πήγαν λοιπόν και χτύπησαν την πόρτα του γραφείου, κι ο καθηγητής φώναξε «Ελάτε», και σηκώθηκε και τους έφερε καρέκλες και τους είπε πως είναι στη διάθεσή τους. Κάθισε μετά και τους άκουσε με τα χέρια του πλεγμένα σφιχτά, και δεν τους έκοψε ούτε μία φορά, όσο που τέλειωσαν την ιστορία τους. Έμεινε έπειτα αμίλητος κάμποση ώρα, κι ύστερα ξερόβηξε και είπε το τελευταίο πράγμα στον κόσμο που περίμεναν ν’ ακούσουν απ’ το στόμα του:

«Και πώς το ξέρετε ότι η αδερφή σας δε λέει αλήθεια;».

«Μα -» έκανε η Σούζαν, κι έπειτα σταμάτησε. Στο πρόσωπο του γερο-καθηγητή έβλεπαν πως μιλούσε σοβαρά. Τότε η Σούζαν ξεθάρρεψε λίγο: «Αφού ο Έντμουντ λέει πως το κάνανε στα ψέματα».

«Αυτό ακριβώς πρέπει να σκεφτείτε καλά», είπε ο καθηγητής· «ας πούμε, και να με συμπαθάτε που το ρωτάω, μήπως από την πείρα σας θεωρείτε τον αδερφό σας πιο αξιόπιστο από την αδερφή σας; Δηλαδή, απ’ όσο τους ξέρετε, ποιος δε λέει συνήθως ψέματα;».

«Μα εδώ ακριβώς είναι το παράξενο», είπε ο Πήτερ. «Ως τώρα, θα σας απαντούσα, η Λούσυ».

«Και συ τι λες, καλή μου;» είπε ο καθηγητής στη Σούζαν.

«Να, γενικά θα έλεγα το ίδιο με τον Πήτερ… Αλλά δεν μπορεί να είναι αλήθεια όλη εκείνη η ιστορία - με το δάσος και το Φαύνο».

«Αυτό δεν το καταλαβαίνω», είπε ο καθηγητής. «Και είναι πολύ σοβαρό να κατηγορείς για ψεύτη κάποιον που πάντα έλεγε την αλήθεια. Είναι πολύ, μα πάρα πολύ σοβαρό…».

«Αυτό που φοβόμαστε», είπε η Σούζαν, «είναι πως μπορεί να μην πρόκειται για ψέμα. Λέγαμε πως ίσως κάτι να ’παθε η Λούσυ».

«Δηλαδή να τρελάθηκε;» έκανε πολύ πολύ παγερά ο καθηγητής. «Ε, αυτό πια δεν είναι δύσκολο να το διαπιστώσετε. Δεν έχετε παρά να την κοιτάξετε και να της μιλήσετε, για να δείτε πως μόνο τρελή δεν είναι».

«Τότε…» είπε η Σούζαν. Ούτε στον ύπνο της δεν είχε δει ποτέ μεγάλο να μιλάει σαν τον καθηγητή, και δεν ήξερε τι να σκεφτεί.

«Αχ, η Λογική!» έκανε ο καθηγητής, σα να μιλάει μόνος του. «Γιατί να μη διδάσκουν Λογική σ’ αυτά τα ευλογημένα τα σχολεία; Οι δυνατότητες είναι μόνο τρεις: ή λέει αλήθεια, ή τρελάθηκε, ή λέει ψέματα. Ξέρετε καλά πως δεν είναι ψεύτρα, και είναι ολοφάνερο πως δεν τρελάθηκε. Για την ώρα λοιπόν, κι ώσπου να βρούμε αποδείξεις, πρέπει να υποθέσουμε ότι λέει αλήθεια».

Η Σούζαν τον κοίταξε καλά, κι από την έκφρασή του βεβαιώθηκε πως δεν αστειευόταν διόλου.

«Μα κύριε, μπορεί να είναι αλήθεια;» είπε ο Πήτερ.

«Γιατί το λες αυτό;» είπε ο καθηγητής.

«Πρώτα πρώτα», είπε ο Πήτερ, «αν είναι αλήθεια, τότε γιατί να μη βρίσκεις τη χώρα μόλις ανοίγεις τη ντουλάπα; Εμείς πάντως ψάξαμε και δε βρήκαμε τίποτα · εκείνη τη φορά μάλιστα, ούτε κι η Λούσυ φαντάστηκε πως την έβλεπε».

«Και τι σημασία έχει αυτό;» είπε ο καθηγητής.

«Ε να, αν είναι αλήθεια, η χώρα θα ’πρεπε να υπάρχει πάντα εκεί».

«Ώστε έτσι;» είπε ο καθηγητής, κι ο Πήτερ τα ’χασε και δεν ήξερε τι να του απαντήσει.

«Κι ύστερα, δεν έλειψε καθόλου», είπε η Σούζαν. «Η Λούσυ δεν είχε καιρό να πάει πουθενά, ακόμα και να υπήρχε τέτοιο μέρος. Ήρθε και μας βρήκε τρέχοντας μόλις βγήκαμε απ’ το δωμάτιο. Μήτε ένα λεπτό δεν είχε περάσει, και κείνη έκανε σα να ‘λειψε ώρες».

«Αυτό ακριβώς είναι που κάνει την ιστορία να μοιάζει αληθινή», είπε ο καθηγητής. «Αν στο σπίτι αυτό υπάρχει πραγματικά μια πόρτα που βγάζει σε κάποιον άλλο κόσμο (και πρέπει να σας προειδοποιήσω ότι το σπίτι είναι πολύ παράξενο, ακόμα κι εγώ ελάχιστα το ξέρω - αν λοιπόν μπήκε σ’ έναν άλλο κόσμο, δε θα μου φαινόταν διόλου απίθανο εκείνος ο άλλος κόσμος να έχει δικό του, ξεχωριστό χρόνο· έτσι που όσο κι αν μείνεις εκεί, για το δικό μας χρόνο να μη σημαίνει τίποτα. Έπειτα, δε νομίζω ότι κορίτσι της ηλικίας της σκαρώνει τόσο εύκολα μοναχό του τέτοιες ιστορίες. Αν έλεγε ψέματα, θα φρόντιζε να κρυφτεί κάμποση ώρα πριν ξαναβγεί και σας ξεφουρνίσει την ιστορία».