Κι έτσι οι βασιλιάδες κι οι βασίλισσες προχώρησαν στη λόχμη, και πριν κάνουν λίγα βήματα όλοι θυμήθηκαν πως εκείνο το πράγμα που είδαν το λένε φανοστάτη, και σ’ άλλα είκοσι βήματα πρόσεξαν πως δεν άνοιγαν πια δρόμο ανάμεσα σε κλαριά, αλλά σε πανωφόρια. Και την άλλη στιγμή βρέθηκαν όλοι να κουτρουβαλούν από την πόρτα της ντουλάπας μέσα στον ξενώνα, και πια δεν ήταν βασιλιάδες και βασίλισσες με τις στολές του κυνηγιού, αλλά μονάχα ο Πήτερ, η Σούζαν, ο Έντμουντ και η Λούσυ με τα κανονικά τους ρούχα. Ήταν η ίδια μέρα και η ίδια ώρα που είχαν μπει στη ντουλάπα να κρυφτούν. Η κυρα-Μακρέντυ και οι ξένοι μιλούσαν ακόμα στο διάδρομο· ευτυχώς όμως, δε μπήκαν στον ξενώνα και δεν είδαν τα παιδιά.
Κι εδώ θα τέλειωνε η ιστορία, αν δεν ένιωθαν στ’ αλήθεια την ανάγκη να εξηγήσουν στον καθηγητή πώς έγινε και λείπουν τέσσερα πανωφόρια απ’ τη ντουλάπα του. Κι ο καθηγητής, που ήταν πολύ σπουδαίος άνθρωπος, δεν τους είπε ν’ αφήσουν τις ανοησίες ή να μη λένε ψέματα, αλλά πίστεψε όλη την ιστορία. «Όχι», είπε, «νομίζω πως δε θα βγει τίποτα να προσπαθήσετε να ξαναμπείτε από την πόρτα της ντουλάπας για να πάρετε τα πανωφόρια. Δε θα ξαναμπείτε στη Νάρνια από τον ίδιο δρόμο. Κι αν μπαίνατε, δε θα χρειαζόσαστε πια τα πανωφόρια, έτσι; Φυσικά, θα ξαναγυρίσετε στη Νάρνια κάποια μέρα. Άμα γίνεις βασιλιάς στη Νάρνια, είσαι πάντα βασιλιάς. Όμως μη δοκιμάσετε τον ίδιο δρόμο δυο φορές. Εδώ που τα λέμε, μην προσπαθήσετε να πάτε εκεί, καθόλου. Θα σας συμβεί κάποια στιγμή που δε θα το επιδιώκετε. Και μην την πολυκουβεντιάζετε, ούτε και μεταξύ σας. Μήτε να την αναφέρετε σε άλλον, εκτός κι αν ανακαλύψετε πως είχε παρόμοιες περιπέτειες με σας. Τι λέτε; Πώς θα το καταλάβετε; Α, θα το καταλάβετε με την πρώτη. Κάτι παράξενο που θα σας πει - ακόμα και η όψη του — θα προδώσει το μυστικό. Να ’χετε τα μάτια σας ανοιχτά. Μπα σε καλό μου, τι τους μαθαίνουν επιτέλους σε τούτα τα σχολεία;».
Κι εδώ τελειώνουν οι περιπέτειες της ντουλάπας. Αν όμως ο καθηγητής είχε δίκιο, είναι μόνο η αρχή των περιπετειών στη Νάρνια.