Выбрать главу

Η Σήνιντ την κοίταξε κοφτά· όποια γυναίκα είχε ποτέ Πρόμαχο, ένιωθε τους τραυματισμούς του. Αλλά ήξερε τι περνούσε η Αλάνα, έχοντας χάσει τον Ογουέιν, κι όταν μίλησε, η φωνή της ήταν τρυφερή κι ελάχιστα απότομη. «Άκουσε, ο Τέρυλ κι ο Φούρεν έχουν δεχθεί τραύματα που παραλίγο θα λιποθυμούσα, παρ’ όλο που τα νιώθω μαλακά με τον τρόπο που τα νιώθουμε, και δεν παραπονέθηκαν στιγμή. Ούτε ένα παράπονο».

«Νομίζω», είπε χαμηλόφωνα η Μασούρι, «ότι ξεφύγαμε από το θέμα μας». Πάντα μιλούσε χαμηλόφωνα, αλλά αντίθετα από πολλές Καφέ, πάντα πήγαινε κατευθείαν στην ουσία.

Η Μεράνα ένευσε. «Ναι. Σκέφτηκα να πάρω τη θέση της Μουαραίν κοντά του...»

Ένα χτύπημα στην πόρτα ανακοίνωσε την είσοδο μιας γυναίκας με λευκή ποδιά που έφερνε το τσάι σ’ ένα δίσκο. Είχε μια ασημένια τσαγιέρα με πορσελάνινα φλιτζάνια· το Στέμμα των Ρόδων είχε εμπειρία από αριστοκράτες επισκέπτες. Μέχρι η σερβιτόρα να αφήσει το δίσκο και να φύγει, η Αλάνα είχε χάσει την ονειρική έκφρασή της. Τα μαύρα μάτια της άστραφταν μ’ όλη τη φωτιά που είχε δει ποτέ της εκεί η Μεράνα. Οι Πράσινες ένιωθαν περισσότερο απ’ όλες ζήλια για τους Προμάχους τους, κι ο αλ’Θόρ τώρα ανήκε σ’ αυτήν, μ’ όποιον τρόπο κι αν τον είχε δεσμεύσει. Σ’ αυτό το ζήτημα, ο σεβασμός χανόταν. Στάθηκε ίσια σαν λεπίδα, απλώς περιμένοντας τα επόμενα λόγια της Μεράνα για να δει αν θα άρχιζε να κόβει. Πάντως η Μεράνα περίμενε να βάλουν όλες το τσάι από μούρα στα φλιτζάνια και να ξανακαθίσουν. Είπε μάλιστα στη Βέριν και την Αλάνα να καθίσουν. Της ανόητης της άξιζε να ταραχτεί λιγάκι, παρά τον Ογουέιν. Τελικά, μπορεί να μην διέφερε καθόλου εκείνη η πράξη από βιασμό.

«Το συλλογίστηκα», συνέχισε τελικά, «και το απέρριψα. Νομίζω ότι θα το αποφάσιζα, αν δεν είχες κάνει εσύ αυτό που έκανες, Αλάνα, μα τώρα τρέφει τόση καχυποψία για τις Άες Σεντάι που ίσως μου γελάσει κατάμουτρα αν το προτείνω».

«Είναι αλαζόνας σαν βασιλιάς», είπε κοφτά η Σήνιντ.

«Είναι ό,τι είπαν η Ηλαίην κι η Νυνάβε, κι ακόμα περισσότερα», πρόσθεσε η Μασούρι, κουνώντας το κεφάλι. «Ακούς εκεί να ισχυρίζεται ότι ξέρει πότε μια γυναίκα διαβιβάζει. Παραλίγο θα αγκάλιαζα το σαϊντάρ για να του δείξω ότι σφάλλει, αλλά φυσικά ό,τι κι αν έκανα για να του δείξω ίσως τον τάραζε».

«Τόσοι Αελίτες». Η φωνή της Σήνιντ ήταν σφιγμένη· ήταν Καιρχινή. «Άνδρες και γυναίκες. Νομίζω ότι θα επιχειρούσαν να μας λογχίσουν αν ανοιγοκλείναμε τα βλέφαρα πολύ γρήγορα. Μία απ’ αυτές, μια ηλιόξανθη γυναίκα που τουλάχιστον φορούσε φουστάνια, δεν έκανε καν τον κόπο να κρύψει την αντιπάθειά της».

Η Μεράνα σκέφτηκε πως κάποιες φορές η Σήνιντ δεν συνειδητοποιούσε πως ένα κίνδυνο μπορεί να αποτελούσε ο ίδιος ο αλ’Θόρ.

Η Αλάνα ασυναίσθητα άρχισε να δαγκώνει το κάτω χείλι της σαν κοριτσόπουλο. Πάλι καλά που είχε τη Βέριν να τη νοιάζεται· στην κατάσταση που ήταν, δεν ήταν σε θέση να μείνει μονάχη εκεί έξω. Η Βέριν απλώς σιγόπινε το τσάι της και παρακολουθούσε· το βλέμμα της Βέριν προκαλούσε μια αόριστη ανησυχία.

Η Μεράνα ενέδωσε. Θυμόταν υπερβολικά ζωντανά ότι η ίδια ήταν ένα εύθραυστο κουβάρι νεύρα μετά τον Μπάραν. «Ευτυχώς φαίνεται ότι ίσως υπάρχει και μια καλή πλευρά σ’ αυτή την καχυποψία του αλ’Θόρ. Έχει δεχθεί εκπροσώπους από την Ελάιντα, στην Καιρχίν. Μίλησε ανοιχτά γι’ αυτό. Η καχυποψία θα τον κάνει να τις κρατήσει σε απόσταση, νομίζω».

Η Σήνιντ ακούμπησε το φλιτζάνι της στο πιατάκι. «Σκέφτεται να μας χρησιμοποιήσει τις μεν εναντίον των δε».

«Κι ίσως το καταφέρει», είπε ξερά η Μασούρι, «μόνο που τώρα ξέρουμε περισσότερα γι’ αυτόν απ’ όσα μπορεί να μάθει η Ελάιντα. Νομίζω ότι αυτή έστειλε τις εκπροσώπους της να συναντήσουν ένα βοσκό, έστω ένα βοσκό με μεταξωτό σακάκι. Ό,τι κι αν είναι ο αλ’Θόρ, δεν είναι πια κάτι τέτοιο. Φαίνεται ότι η Μουαραίν τον δίδαξε καλά».

«Ήμασταν προειδοποιημένες», είπε η Μεράνα. «Αυτές όχι, το θεωρώ απίθανο».

Η Αλάνα τις κοίταξε, ανοιγοκλείνοντας τα μάτια. «Τότε δεν τα κατέστρεψα όλα;» Ένευσαν κι οι τρεις, κι αυτή πήρε μια βαθιά ανάσα και μετά έσιαξε τα φουστάνια της συνοφρυωμένη σαν να είχε προσέξει μόλις τώρα τις ζάρες. «Ίσως τον καταφέρω να με αποδεχτεί». Παράτησε τις ζάρες και το πρόσωπό της έδειξε περισσότερη γαλήνη και σιγουριά με κάθε λέξη που έλεγε. «Όσο για την αμνηστία που ανήγγειλε, ίσως πρέπει να αναστείλουμε την εφαρμογή των σχεδίων μας, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι δεν πρέπει να κάνουμε σχέδια. Έναν τέτοιο κίνδυνο δεν μπορούμε να τον αγνοήσουμε».

Για μια στιγμή, μετάνιωσε που είχε ενδώσει. Η Αλάνα είχε κάνει ένα τέτοιο πράγμα σε έναν άνδρα, και τώρα το μόνο που την ένοιαζε ήταν αν είχε επηρεάσει τις πιθανότητες επιτυχίας τους. Απρόθυμα, όμως, η Μεράνα παραδέχτηκε πως θα έκλεινε τα μάτια και το στόμα αν η πράξη της Μεράνα είχε κάνει τον αλ’Θόρ πειθήνιο στα σχέδιά τους. «Κατ’ αρχάς πρέπει να κάνουμε τον αλ’Θόρ να γονατίσει, για να το θέσουμε έτσι. Θα μείνουμε με σταυρωμένα χέρια όσο καιρό χρειαστεί, Αλάνα». Η Αλάνα έσφιξε τα χείλη, αλλά μετά από μια στιγμή ένευσε, συναινώντας. Ή τουλάχιστον, συμφωνώντας.