Выбрать главу

Ο Πέριν παραλίγο θα έβαζε τα γέλια, χωρίς κέφι κι αυτός. «Νομίζεις λοιπόν ότι είναι προτιμότερο να —τι;— να στρέψεις τις εξεγερθείσες Άες Σεντάι εναντίον του Πύργου; “Ή θα είσαι με τον ταύρο, ή με την αρκούδα· αν ζητωκραυγάζεις και τα δύο, θα σε τσαλαπατήσουν και θα σε φάνε”».

«Πέριν, δεν είναι τόσο απλό, αν και δεν το ξέρουν», είπε πονηρά ο Ραντ, κουνώντας το κεφάλι. «Υπάρχει και τρίτη παράταξη, έτοιμη να γονατίσει μπροστά μου. Αν επικοινωνήσουν πάλι μαζί μου. Φως μου! Δεν θα έπρεπε να περάσουμε έτσι την πρώτη ώρα τώρα ξαναβρεθήκαμε, μιλώντας για Άες Σεντάι. Το Πεδίο του Έμοντ, Πέριν». Το πρόσωπό του μαλάκωσε, σχεδόν έγινε ο Ραντ τον οποίο θυμόταν ο Πέριν, και χαμογέλασε με έξαψη. «Πέρασα πολύ λίγη ώρα με τη Μποντ και τις άλλες, όμως μου είπαν ότι έγιναν πολλές αλλαγές. Πες μου τι άλλαξε, Πέριν. Πες μου τι έμεινε ίδιο».

Ώρα πολλή μιλούσαν για τους πρόσφυγες και τα καινούρια πράγματα που είχαν φέρει· καινούρια είδη φασολιών και κολοκυθιών, καινούριες ποικιλίες αχλαδιών και μήλων, τρόπους για να υφαίνεις φίνα υφάσματα, ίσως και χαλιά, για να κάνεις τούβλα και κεραμίδια, για να δουλεύεις την πέτρα και το ξύλο πιο περίτεχνα απ’ ό,τι είχαν δει οι Δύο Ποταμοί εδώ και πολύ καιρό. Ο Πέριν είχε συνηθίσει τα πλήθη που διέσχιζαν τα Όρη της Ομίχλης, όμως ο Ραντ φαινόταν ζαλισμένος. Ανέλυσαν σε βάθος τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα του τείχους που ήθελαν κάποιοι να στήσουν γύρω από το Πεδίο του Έμοντ και τα άλλα χωριά, όπως και των πέτρινων τειχών σε σύγκριση με τα ξύλινα. Μερικές φορές ο Ραντ έμοιαζε να είναι ο παλιός εαυτός του, καθώς γελούσε ακούγοντας για τις γυναίκες που στην αρχή ήταν εναντίον των Ταραμπονέζικων και των Ντομανών φορεμάτων, ενώ τώρα ήταν διαιρεμένες ανάμεσα σε κείνες που δεν φορούσαν τίποτα εκτός από καλά γερά Διποταμίτικα φορέματα και εκείνες που τα δικά τους τα είχαν κάνει κουρελόπανα· κι επίσης ακούγοντας για τον αριθμό των νεότερων που άφηναν μουστάκι σαν τους Ταραμπονέζους, ή τους Ντομανούς, καμιά φορά συνδυάζοντάς το με το γενάκι της Πεδιάδας Άλμοθ, που έκανε τον ανυποψίαστο κάτοχό του να δείχνει σαν να είχε φωλιάσει ένα μικρό ζώο κάτω από τη μύτη του. Ο Πέριν παρέλειψε να προσθέσει ότι γενειάδες σαν τη δική του ήταν ακόμα πιο δημοφιλείς.

Του ήρθε απότομα όμως όταν ο Ραντ ξεκαθάρισε ότι δεν σκόπευε να πλησιάσει ή να επισκεφτεί το στρατόπεδο, παρ’ όλο που εκεί υπήρχαν αρκετοί άνδρες τους οποίους γνώριζε. «Δεν μπορώ να προστατεύσω εσένα ή τον Ματ», είπε μαλακά, «αλλά αυτούς μπορώ».

Η συζήτηση τότε βάρυνε, φυσικά, μέχρι που ακόμα και ο Ραντ κατάλαβε ότι είχε ρίξει μια σκιά πάνω της. Τελικά σηκώθηκε μ’ ένα αναστεναγμό, τρίβοντας τα μαλλιά του και κοιτάζοντας γύρω κατσουφιασμένος. «Θα θες να πλυθείς και να αναπαυθεί, Πέριν. Να μην σε κρατάω. Θα πω να σας βρουν δωμάτια». Συνοδεύοντας τον Πέριν στην πόρτα, πρόσθεσε ξαφνικά, «Θα το σκεφτείς για το Δάκρυ, Πέριν; Σε χρειάζομαι εκεί. Δεν υπάρχει κίνδυνος. Θα σου πω ολόκληρο το σχέδιο, αν αποφασίσεις να πας. Θα είσαι ο τέταρτος άνθρωπος που θα ξέρει το πραγματικό σχέδιο». Το πρόσωπο του Ραντ σκλήρυνε. «Πρέπει να το κρατήσεις μυστικό, Πέριν. Μην το πεις ούτε στη Φάιλε».

«Ξέρω να κρατώ το στόμα μου κλειστό», είπε ενοχλημένος ο Πέριν. Και λίγο λυπημένος. Ο καινούριος Ραντ είχε ξαναγυρίσει. «Όσο για το Δάκρυ, θα το σκεφτώ».

46

Πέρα από την Πύλη

Ο Πέριν δεν έδωσε πολλή σημασία στον Ραντ καθώς εκείνος έλεγε σε μια Κόρη, «Πες στη Σούλιν να ετοιμάσει δωμάτια για τον Πέριν και τη Φάιλε, και να τους υπακούει όπως θα υπάκουγε εμένα». Οι δύο Αελίτισσες πρέπει να το θεώρησαν σπουδαίο αστείο, κρίνοντας από τον τρόπο που γελούσαν χτυπώντας τα πόδια τους, όμως ο Πέριν κοίταζε έναν λεπτό άνδρα που στεκόταν λίγο παρακάτω στο διάδρομο με τις ταπισερί. Δεν είχε την παραμικρή αμφιβολία ότι ο άνθρωπος εκείνος ήταν ο Ντάβραμ Μπασίρε. Όχι μόνο επειδή ήταν Σαλδαίος — παρ’ όλο που δεν έμοιαζε καθόλου με τη Φάιλε, με το πυκνό γκριζωπό μουστάκι του που κατηφόριζε σχεδόν κρύβοντάς του το στόμα. Κι επίσης δεν ήταν ψηλότερος από τη Φάιλε, μπορεί μάλιστα να ήταν λιγάκι πιο κοντός· αλλά η επιβεβαίωση για τον Πέριν ήταν η στάση του, με τα χέρια σταυρωμένα, με πρόσωπο σαν γεράκι που ατένιζε κοτέτσι. Ο άνθρωπος ήξερε· κι αυτό επίσης ήταν βέβαιο.