Выбрать главу

«Λέει», είπε αργά ο Μπασίρε, «ότι αν πάρεις αλλού την κόρη μας, θα την ξαναπάρει πίσω. Νομίζει ότι εννιά χιλιάδες Σαλδαίοι καβαλάρηδες δεν μετράνε μπροστά σε λίγες εκατοντάδες τοξότες των Δύο Ποταμών».

Η γυναίκα του κοίταξε συλλογισμένα τον Πέριν, κι ύστερα φάνηκε καθαρά να βρίσκει την αυτοκυριαρχία της, υψώνοντας στητό το κεφάλι. «Καλά και ωραία όλα αυτά, όμως όλοι μπορούν να ανεμίσουν το σπαθί. Αυτό που θέλω να μάθω είναι αν μπορεί να δαμάσει μια πεισματάρα, ξεροκέφαλη, απείθαρχη—»

«Αρκετά πια, Ντέιρα», τη διέκοψε με πράο ύφος ο Μπασίρε. «Αφού προφανώς αποφάσισες πως η Ζαρίν... η Φάιλε... δεν είναι πια παιδί, νομίζω ότι ο Πέριν καλός είναι».

Προς έκπληξη του Πέριν, η σύζυγος του Μπασίρε έγειρε το κεφάλι ταπεινά. «Ό,τι πεις, καρδιά μου». Ύστερα αγριοκοίταξε τον Πέριν, καθόλου ταπεινά, σαν να ήθελε να του πει ότι έτσι θα έπρεπε να κουμαντάρει ο άνδρας τη γυναίκα.

Ο Μπασίρε μουρμούρισε μέσα από τα δόντια του κάτι για εγγόνια και για το αίμα που έπρεπε να δυναμώσει. Και η Φάιλε; Εκείνη χαμογέλασε στον Πέριν με μια έκφραση που δεν είχε δει άλλοτε στο πρόσωπό της, μια έκφραση που προκάλεσε αρκετή αμηχανία. Με τα χέρια μαζεμένα και τους αστραγάλους σταυρωμένους και το κεφάλι γερμένο, με κάποιον τρόπο έδειχνε... υποτακτική. Η Φάιλε! Ίσως είχε μπει σε μια οικογένεια που όλοι ήταν τρελοί.

Κλείνοντας την πόρτα πίσω από τον Πέριν, ο Ραντ απόσωσε το παντς που είχε μείνει στο ποτήρι του και ξαπλώθηκε σε μια καρέκλα, συλλογισμένος. Ευχόταν να τα πήγαινε καλά ο Πέριν με τον Μπασίρε. Αλλά αν δεν τα έβρισκαν μεταξύ τους, ίσως ο Πέριν να ήταν πιο δεκτικός για να πάει στο Δάκρυ. Χρειαζόταν να είναι εκεί ή ο Πέριν ή ο Ματ, ώστε να πείσει τον Σαμαήλ ότι εκείνη ήταν η πραγματική επίθεση. Η σκέψη τον έκανε να γέλασε μαλακά, πικρά. Μα το Φως, δεν ήταν τρόπος αυτός να σκέφτεσαι για έναν φίλο. Ο Λουζ Θέριν χαχάνιζε και μουρμούριζε χωρίς να ακούγεται καθαρά για φίλους και προδοσίες. Ο Ραντ ευχόταν να τον έπιανε ο ύπνος για ένα χρόνο.

Η Μιν μπήκε χωρίς φυσικά να χτυπήσει ή να την αναγγείλουν. Οι Κόρες καμιά φορά την κοιτούσαν παράξενα, όμως ό,τι και αν είχε πει η Σούλιν, ή ίσως η Μελαίν, η Μιν τώρα ήταν στη μικρή λίστα με εκείνους που τους επέτρεπαν να περάσουν ό,τι κι αν έκανε ο Ραντ. Η Μιν μάλιστα το είχε εκμεταλλευτεί αυτό· μια φορά με το έτσι θέλω είχε πάρει ένα σκαμνί και είχε καθίσει πλάι στη μπανιέρα του μιλώντας σαν να μην έτρεχε τίποτα. Τώρα κοντοστάθηκε για να βάλει ένα ποτήρι παντς και έπεσε στην αγκαλιά του μ’ ένα μικρό γκελ. Μια λεπτή στρώση ιδρώτα γυάλιζε στο πρόσωπό της. Δεν ήθελε ούτε καν να προσπαθήσει για να μάθει να αγνοεί τη ζέστη, μόνο γελούσε κι έλεγε πως ούτε ήταν, ούτε σκόπευε να γίνει Άες Σεντάι. Απ’ ό,τι φαινόταν, ο Ραντ είχε γίνει η αγαπημένη της καρέκλα σ’ αυτές τις επισκέψεις, αλλά ήταν σίγουρος πως αν προσποιούνταν τον αδιάφορο, εκείνη κάποια στιγμή θα εγκατέλειπε αυτό το παιχνιδάκι. Γι’ αυτό είχε κρυφτεί όπως-όπως στα νερά της μπανιέρας του και δεν της είχε κλείσει τα μάτια με Αέρα. Αν η Μιν αντιλαμβανόταν ότι όλα αυτά τον επηρέαζαν, τότε δεν θα σταματούσε ποτέ το αστείο της. Εκτός αυτού, μπορεί να ντρεπόταν που το παραδεχόταν αυτό για τη Μιν, αλλά ήταν ωραίο να έχει ένα κορίτσι στα γόνατά του. Δεν ήταν φτιαγμένος από μάρμαρο.

«Τα είπατε ωραία με τη Φάιλε;»

«Δεν μιλήσαμε πολύ. Ήρθε και την πήρε ο πατέρας της, κι αυτή μέσα στις αγκαλιές και τα φιλιά που του έδινε, με ξέχασε. Ύστερα πήγα να κάνω μια βολτίτσα».

«Δεν τη συμπάθησες;» είπε, και τα μάτια της Μιν πλάτυναν, ενώ οι βλεφαρίδες της τα έκαναν να φαντάζουν ακόμα μεγαλύτερα. Οι γυναίκες δεν περίμεναν ότι ένας άνδρας μπορούσε να δει ή να καταλάβει κάτι που ήθελαν να του το κρατήσουν κρυφό.

«Δεν είναι ότι την αντιπάθησα», είπε εκείνη, βγάζοντας τις λέξεις με δυσκολία. «Απλώς... Να, θέλει αυτό που θέλει όταν το θέλει, και δεν δέχεται για απάντηση το όχι. Λυπάμαι τον φουκαρά τον Πέριν που την παντρεύτηκε. Ξέρεις τι ήθελε από μένα; Να βεβαιωθεί ότι δεν είχα βλέψεις στον ακριβό της σύζυγο. Μπορεί να μην το πρόσεξες —οι άνδρες δεν προσέχουν τέτοια πράγματα—» Σταμάτησε απότομα, κοιτάζοντας τον καχύποπτα μέσα από κείνες τις μακριές βλεφαρίδες της. Στο κάτω-κάτω, ο Ραντ είχε δείξει ότι μπορούσε να δει μερικά πράγματα. Όταν βεβαιώθηκε ότι δεν σκόπευε να γελάσει, η να τα αναφέρει, συνέχισε. «Κατάλαβα από την πρώτη ματιά ότι ήταν μαγεμένος μαζί της, ο καημενούλης. Κι αυτή μαζί του. Νομίζω πως δεν θα έριχνε δεύτερη ματιά σε άλλη γυναίκα, όμως εκείνη δεν το πιστεύει, ειδικά αν η άλλη γυναίκα τον κοίταζε πρώτη. Ο Πέριν έχει βρει το γεράκι του και δεν θα νιώσω έκπληξη αν αυτή τον σκοτώσει όταν εμφανιστεί ο αστούριος». Για μια στιγμή της κόπηκε η ανάσα, και σήκωσε το βλέμμα της πάνω του πριν αρχίσει να πίνει το παντς της.