Выбрать главу

Ο Ραντ άφησε να βγει μια μακρόσυρτη ανάσα όταν η πόρτα έκλεισε πίσω της. Καθαρές κάλτσες; Κάθε μέρα έβαζε καθαρές κάλτσες! Είχε μόνο δύο επιλογές. Ή θα συνέχιζε να προσποιείται πως η Μιν δεν τον επηρέαζε ώσπου εκείνη να το σταματούσε, ή θα συμβιβαζόταν με το γλωσσοδέτη που τον έπιανε. Ή θα την παρακαλούσε· ίσως η Μιν σταματούσε αν την παρακαλούσε, αλλά μετά θα είχε να τον κοροϊδεύει γι’ αυτό, και της Μιν της άρεσε να τον κοροϊδεύει. Η μόνη άλλη επιλογή —να είναι σύντομες οι συναντήσεις τους, και να της φέρεται ψυχρά και απόμακρα— ήταν αδιανόητη. Ήταν φίλη του· θα ήταν σαν να ήταν ψυχρός και απόμακρος προς την... Αβιέντα και την Ηλαίην, αυτά ήταν τα ονόματα που του ήρθαν στο νου, και δεν ταίριαζαν. Προς τον Ματ ή τον Πέριν. Το μόνο που δεν καταλάβαινε ήταν γιατί ένιωθε ακόμα τόσο άνετα κοντά της. Δεν έπρεπε, αφού τον πείραζε με τέτοιο τρόπο, έλα όμως που έτσι ένιωθε.

Το παραλήρημα του Λουζ Θέριν είχε δυναμώσει από τη στιγμή που είχαν αναφερθεί οι Άες Σεντάι, και τώρα είπε καθαρότατα, Αν συνωμοτούν με τους ευγενείς, θα πρέπει να κάνω κάτι γι’ αυτές.

Φύγε, τον πρόσταξε ο Ραντ.

Εννιά είναι επικίνδυνες, ακόμα και αν είναι ανεκπαίδευτες. Πολύ επικίνδυνες. Δεν θα τις αφήσω. Όχι, όχι.

Φύγε, Λουζ Θέριν!

Δεν είμαι νεκρός! αλύχτησε η φωνή. Μου αξίζει ο θάνατος, μα να που είμαι ζωντανός! Ζωντανός! Ζωντανός!

Είσαι νεκρός! φώναξε ο Ραντ στο κεφάλι του. Είσαι νεκρός, Λουζ Θέριν!

Η φωνή καταλάγιασε, ουρλιάζοντας ακόμα Ζωντανός! καθώς έσβηνε και χανόταν.

Τρέμοντας, ο Ραντ σηκώθηκε και ξαναγέμισε το ποτήρι του, αδειάζοντάς το ως τον πάτο με μια μεγάλη, αργή γουλιά. Ιδρώτας έσταζε από το πρόσωπό του, και το πουκάμισο κολλούσε πάνω του. Δυσκολεύτηκε να ανακτήσει την αυτοκυριαρχία του. Ο Λουζ Θέριν γινόταν ολοένα και πιο επίμονος. Ένα πράγμα ήταν βέβαιο. Αν η Μεράνα συνωμοτούσε με τους ευγενείς, ειδικά τους ευγενείς που ήταν έτοιμοι να κηρύξουν ανταρσία αν ο Ραντ δεν τους πρόσφερε αρκετά γρήγορα την Ηλαίην, τότε θα έπρεπε να κάνει κάτι. Δυστυχώς, δεν είχε ιδέα τι θα ήταν αυτό.

Θα τις σκοτώσω, ψιθύρισε ο Λουζ Θέριν. Εννιά είναι πολύ επικίνδυνες, μα αν σκοτώσω μερικές, αν τις διώξω... αν τις σκοτώσω... αν τις κάνω να με φοβηθούν... δεν θα ξαναπεθάνω... μου αξίζει ο θάνατος, μα θέλω να ζήσω... Άρχισε να σιγοκλαίει, όμως το ψιθυριστό παραλήρημα συνεχίστηκε.

Ο Ραντ ξαναγέμισε το ποτήρι του και προσπάθησε να μην τον ακούει.

Όταν εμφανίστηκε η Πύλη Ορίγκαν που έβγαζε στην Έσω Πόλη, η Ντεμίρα Έριφ βράδυνε το ρυθμό της. Μερικοί άνδρες στον πολυσύχναστο δρόμο την κοίταξαν με θαυμασμό καθώς προσπερνούσαν στο στριμωξίδι, και εκείνη για χιλιοστή ίσως φορά σημείωσε με το νου της ότι έπρεπε να σταματήσει να φορά ρούχα από το Άραντ Ντόμαν, την πατρίδα της, και για χιλιοστή φορά το ξέχασε αμέσως. Τα φορέματα ήταν κάτι το ασήμαντο —εδώ και χρόνια έβαζε να της ράβουν τα ίδια έξι μοντέλα— και αν έδειχνε ιδιαίτερη θρασύτητα κάποιος άνδρας που δεν συνειδητοποιούσε πως ήταν Άες Σεντάι, ήταν απλό να του πει ποια ήταν αυτή στην οποία φερόταν με τόση αναίδεια. Έτσι τους ξεφορτωνόταν με αρκετή ευκολία, αφού συνήθως το έβαζαν στα πόδια.

Εκείνη τη στιγμή, την ενδιέφερε μόνο η Πύλη Ορίγκαν, μια θαυμάσια αψίδα από λευκό μάρμαρο στο αστραφτοβόλο λευκό τείχος, απ’ όπου περνούσαν άνθρωποι, κάρα και άμαξες κάτω από το βλέμμα δώδεκα Αελιτών που κατά τη γνώμη της δεν ήταν τόσο ασύντακτοι όσο έδειχναν με την πρώτη ματιά. Ίσως να αναγνώριζαν αμέσως μια Άες Σεντάι. Μερικές φορές ήταν εκπληκτικό το ποιοι άνθρωποι τις αναγνώριζαν. Εκτός αυτού, κάποιοι την παρακολουθούσαν από το Στέμμα των Ρόδων· τα σακάκια και τα παντελόνια που ήταν φτιαγμένα για να γίνονται ένα με τα βράχια και τους θάμνους, διακρίνονταν μια χαρά στους δρόμους της πόλης. Έτσι, ακόμα κι αν ήθελε να μπει στην Έσω Πόλη, ακόμα κι αν ήταν πρόθυμη να προκαλέσει την οργή της Μεράνα μπαίνοντας δίχως πρώτα να ζητήσει την άδεια του αλ’Θόρ, δεν θα το έκανε. Πόσο την έτσουζε αυτό, που οι Άες Σεντάι ήταν υποχρεωμένες να ζητούν την άδεια ενός άνδρα. Το μόνο που ήθελε ήταν να δει τον Μίλαμ Χάρντερ, Δεύτερο Βιβλιοθηκάριο του Βασιλικού Παλατιού, που ήταν πράκτοράς της κοντά στα τριάντα χρόνια.

Η βιβλιοθήκη του παλατιού εδώ δεν μπορούσε να συγκριθεί με κείνη του Λευκού Πύργου, ή με τη Βασιλική Βιβλιοθήκη της Καιρχίν, ή τη Βιβλιοθήκη Τερχάνα στο Μπάνταρ Έμπαν, αλλά η Ντεμίρα ευκολότερα θα αποκτούσε φτερά παρά την άδεια να μπει σε κείνες. Πάντως, αν το μήνυμά της είχε φτάσει στον Μίλαμ, θα είχε αρχίσει να ψάχνει για τα βιβλία που του είχε ζητήσει. Η βιβλιοθήκη του Παλατιού ίσως να είχε πληροφορίες για τις Σφραγίδες στη φυλακή του Σκοτεινού, ίσως και καταλογογράφηση των πηγών, αν και αυτά ήταν φρούδες ελπίδες. Οι περισσότερες βιβλιοθήκες είχαν βιβλία στοιβαγμένα σε γωνίες που έπρεπε να είχαν καταγραφεί εδώ και πολύ καιρό, αλλά όμως παρέμεναν ξεχασμένα για εκατό χρόνια, για πεντακόσια χρόνια, γι’ ακόμα περισσότερα μερικές φορές. Οι περισσότερες βιβλιοθήκες έκρυβαν θησαυρούς τους οποίους ούτε καν υποψιάζονταν οι βιβλιοθηκάριοι.