Τη στιγμή που εκείνη η μακριά αιχμή βέλους σταματούσε μπροστά στο θρόνο, ο Ραντ πρόσεξε τη Μελαίν να τον κοιτάζει, σμίγοντας τα φρύδι, δίχως αμφιβολία με την απορία αν τον είχαν εντυπωσιάσει. Αν δεν είχε κάποια ιδέα γι’ αυτό που συνέβαινε, θα είχε εντυπωσιαστεί· ίσως μάλιστα και να είχε όντως εντυπωσιαστεί. Οι επτά Άες Σεντάι στέκονταν δυο φορές ψηλότερος από τον Λόιαλ, ίσως και περισσότερο, με τα κεφάλια σχεδόν στα μισά του ύψους της θολωτής οροφής με τα παράθυρα από χρωματιστό γυαλί. Η Ντεμίρα χαμήλωνε το βλέμμα της πάνω του, ψυχρή και απαθής, σαν να σκεφτόταν να τον σηκώσει στον αέρα με το ένα χέρι, κάτι που ήταν αρκετά μεγάλη για να το κάνει.
Ο Ραντ έγειρε πίσω ανέμελα, και το στόμα του σφίχτηκε όταν κατάλαβε ότι χρειάστηκε κόπος γι’ αυτό, έστω και όχι μεγάλος. Ο Λουζ Θέριν μιλούσε ακατάπαυστα και ούρλιαζε, όμως στο βάθος, κάτι για το ότι δεν έπρεπε να περιμένει, ότι έπρεπε να χτυπήσει τώρα. Η Ντεμίρα είχε τονίσει ορισμένες λέξεις, υπονοώντας ότι ο Ραντ έπρεπε να αντιληφθεί τη σημασία τους. Υπό ποιες συνθήκες; Ως τώρα δέχονταν τους περιορισμούς του· γιατί ξαφνικά διαφαινόταν έλλειψη σεβασμού; Γιατί ενώ πριν ήθελαν να νιώθει ασφαλής; τώρα είχαν αποφασίσει ξαφνικά να τον απειλήσουν, «Οι απεσταλμένες του Πύργου στην Καιρχίν δέχονται τους ίδιους περιορισμούς με σας και δεν φαίνονται προσβεβλημένες». Όχι πολύ. «Αντί για αόριστες απειλές, προσφέρουν δώρα».
«Αυτές δεν είναι σαν και μας. Δεν βρίσκονται εδώ. Εμείς δεν θέλουμε να σε εξαγοράσουμε».
Τον έτσουξε η περιφρόνηση στη φωνή της Ντεμίρα. Τα δάχτυλα του Ραντ πονούσε έτσι που έσφιγγε το Σκήπτρο του Δράκοντα. Ο θυμός του επαναλαμβανόταν στον Λουζ Θέριν, και ξαφνικά κατάλαβε ότι ο άλλος πάλι πάσχιζε να φτάσει την Πηγή.
Που να καείς! σκέφτηκε ο Ραντ. Ήθελε να τις θωρακίσει, όμως ο Λουζ Θέριν μίλησε, λαχανιάζοντας, σχεδόν πανικόβλητος.
Δεν είμαι αρκετά δυνατός. Ακόμα και με το ανγκριάλ, ίσως δεν είμαι αρκετά δυνατός για να κρατήσω επτά. Βλάκα! Άργησες πολύ! Είναι πολύ επικίνδυνο!
Χρειαζόταν πολλή δύναμη για να θωρακίσεις κάποια. Με το ανγκριάλ ο Ραντ ήταν σίγουρος πως μπορούσε να κάνει επτά ασπίδες, ακόμα και τώρα που οι Άες Σεντάι είχαν ήδη αγκαλιάσει το σαϊντάρ, αλλά αν μια απ’ αυτές κατάφερνε να σπάσει την ασπίδα της... Ή περισσότερες από μία. Ήθελε να τις εντυπωσιάσει με τη δύναμή του, όχι να τους δώσει την ευκαιρία να την νικήσουν. Υφαίνοντας Πνεύμα, Φωτιά και Γη με τον κατάλληλο τρόπο, χτύπησε, σχεδόν σαν να σκόπευε να τις θωρακίσει.
Ο Καθρέφτης της Αχλής έγινε θρύψαλα. Ξαφνικά φάνηκαν επτά φυσιολογικές γυναίκες να στέκονται μπροστά του με αποσβολωμένα πρόσωπα. Όμως το σοκ χάθηκε την ίδια στιγμή πίσω από τη γαλήνια έκφραση των Άες Σεντάι.
«Άκουσες τις αξιώσεις μας», είπε η Ντεμίρα με φυσιολογική φωνή, προστακτικά όμως, σαν να μην είχε συμβεί τίποτα. «Περιμένουμε να ανταποκριθείς».
Ο Ραντ άθελά του έμεινε να τις κοιτάζει. Τι έπρεπε να κάνει για να δείξει ότι δεν θα υπέκυπτε; Το σαϊντίν λυσσομανούσε μέσα του, μια κοχλάζουσα οργή. Δεν τολμούσε να το απελευθερώσει. Ο Λουζ Θέριν τώρα ούρλιαζε με μανία, προσπαθώντας να αρπάξει την Πηγή από τη λαβή του. Ο Ραντ μετά βίας την κρατούσε. Με το επιπλέον ύψος που του πρόσφερε το βάθρο, ορθώθηκε από πάνω τους. Τα επτά ατάραχα πρόσωπα των Άες Σεντάι τον κοίταξαν. «Οι περιορισμοί ισχύουν ως έχουν», είπε ήρεμα. «Και έχω άλλη μια απαίτηση. Από δω και μετά περιμένω το σεβασμό που μου οφείλετε. Είμαι ο Αναγεννημένος Δράκοντας. Τώρα μπορείτε να πηγαίνετε. Η ακρόαση τελείωσε».
Αυτές έμειναν εκεί για διάστημα όσο δέκα χτύποι της καρδιάς, χωρίς καν να βλεφαρίζουν, λες και ήθελαν να δείξουν ότι δεν θα έκαναν ούτε ένα βήμα με τα μαλακά παπούτσια τους κατόπιν διαταγής του. Ύστερα η Ντεμίρα γύρισε χωρίς καν να νεύσει. Καθώς περνούσε δίπλα από τη Σήνιντ και τη Ραφέλα, εκείνες ήρθαν από πίσω της, όπως και οι άλλες με τη σειρά τους, προχωρώντας με αιθέριο βήμα, δίχως βιασύνη, πάνω στα ερυθρόλευκα πλακάκια, ώσπου βγήκαν από τη Μεγάλη Αίθουσα.
Ο Ραντ κατέβηκε από το βάθρο καθώς εκείνες χάνονταν στο διάδρομο.
«Ο Καρ’α’κάρν τις χειρίστηκε καλά», είπε η Μελαίν, αρκετά δυνατά ώστε να ακουστεί σε κάθε γωνιά. «Πρέπει να τις πιάσεις από το σβέρκο και να τις διδάξεις την τιμή, έστω και αν κλαίνε». Ο Μπάελ δεν κατάφερε να κρύψει τη δυσφορία του, που άκουγε να μιλάνε έτσι για Άες Σεντάι.
«Μήπως αυτός ο τρόπος κάνει και για τις Σοφές επίσης;» ρώτησε ο Ραντ, μ’ ένα χαμόγελο.