Η Μιν δεν ήξερε αν το «μικρό μάθημα» ήταν αυτό που είχε συμβεί στο Παλάτι ή αν ήταν κάτι που έμελλε να έρθει, όμως όλα ταίριαζαν. Κι εκείνη η αύρα. «Κι αυτό μου φαίνεται καλή συμβουλή. Μαχίρο, αν έρθει να με βρει η Μεράνα για να μεταφέρω ένα μήνυμα, θα της πεις ότι τις επόμενες μέρες θα χαζεύω τα αξιοθέατα της Έσω Πόλης;»
«Μακρύ ταξίδι», γέλασε εκείνος πνιχτά, περιγελώντας την καλοσυνάτα. «Άμα δεν προσέχεις, να δεις που θα βρεις σύζυγο να απαγάγεις».
Ο ιπποκόμος με τα μεγάλα αυτιά την κοίταξε παράξενα όταν η Μιν απαίτησε να ξεσηκώσει τη Γουάιλντροουζ από το παχνί της και να την ξανασελώσει. Βγήκε με κανονικό βήμα από το στάβλο, όμως μόλις η πρώτη στροφή την έκρυψε από το Στέμμα των Ρόδων, η Μιν χτύπησε τη φοράδα με τις φτέρνες και οι περαστικοί άνοιγαν δρόμο πανικόβλητοι καθώς κάλπαζε προς το Παλάτι μ’ όλη την ταχύτητα της Γουάιλντροουζ.
«Δεκατρείς», είπε χωρίς καμία έκφραση ο Ραντ· και μόνο που το είπε ήταν αρκετό για να προσπαθήσει ο Λουζ Θέριν να του πάρει ξανά τον έλεγχο του σαϊντίν. Ήταν ένας αγώνας δίχως λόγια με ένα θηρίο που γρύλιζε. Όταν η Μιν πρωτοείπε ότι υπήρχαν δεκατρείς Άες Σεντάι στο Κάεμλυν, ο Ραντ μόλις που είχε προλάβει να αρπάξει τη Δύναμη πριν από τον Λουζ Θέριν. Στο πρόσωπο του Ραντ κυλούσε ιδρώτας· σκούροι λεκέδες είχαν απλωθεί στο σακάκι του. Είχε περιθώριο για να συγκεντρωθεί μόνο σε ένα πράγμα: να κρατήσει το σαϊντάρ μακριά από τον Λουζ Θέριν. Ένας μυς στο μάγουλό του τρεμούλιαζε από την ένταση. Το δεξί το χέρι έτρεμε.
Η Μιν σταμάτησε να βηματίζει στο χαλί του καθιστικού του και χοροπήδησε στις μύτες των ποδιών της. «Ραντ, δεν είναι μόνο αυτό», είπε με αγωνία. «Είναι η αύρα. Αίμα, θάνατος, η Μία Δύναμη, αυτές οι δύο γυναίκες κι εσύ, στο ίδιο μέρος την ίδια στιγμή». Τα μάτια της άστραφταν πάλι, μα αυτή τη φορά στα μάγουλά της κυλούσαν βουβά δάκρυα. «Η Κιρούνα και η Μπέρα δεν σε συμπαθούν, καθόλου μα καθόλου! Θυμάσαι τι είδα γύρω σου; Γυναίκες που μπορούν και διαβιβάζουν, να σου κάνουν κακό. Το δείχνουν οι αύρες, και οι δεκατρείς Άες Σεντάι, και τα πάντα, Ραντ. Αυτό παραπάει!»
Ανέκαθεν έλεγε ότι οι θεάσεις της πάντα έβγαιναν αληθινές, αν και δεν ήξερε αν αυτό θα γινόταν σε μια μέρα ή σ’ ένα χρόνο ή σε δέκα· ο Ραντ σκέφτηκε ότι αν έμενε στο Κάεμλυν, αυτή η συγκεκριμένη ίσως έβγαινε αληθινή την ίδια μέρα. Μπορεί να άκουγε μονάχα ένα γρυλλητό στο κεφάλι, αλλά ήξερε ότι ο Λουζ Θέριν ήθελε να επιτεθεί στη Μεράνα και τις άλλες πριν του ορμήξουν εκείνες. Επίσης η ιδέα φάνταζε ενοχλητικά θελκτική και στον Ραντ. Μπορεί να ήταν απλώς κατά τύχη, μπορεί ο τρόπος που στρέβλωνε ως τα’βίρεν τις πιθανότητες να λειτουργούσε εναντίον του, μα το γεγονός παρέμενε. Η Μεράνα είχε αποφασίσει να τον προκαλέσει την ίδια μέρα που ο αριθμός των Άες Σεντάι είχε φτάσει το δεκατρία.
Σηκώθηκε και πήγε στην κρεβατοκάμαρά του ίσα για να πιάσει το σπαθί του από το πίσω μέρος της ντουλάπας του και να στερεώσει την αγκράφα με το σχήμα του Δράκοντα. «Θα έρθεις μαζί μου, Μιν», της είπε καθώς άρπαζε το Σκήπτρο του Δράκοντα και προχωρούσε προς την πόρτα.
«Να έρθω πού;» απαίτησε να μάθει εκείνη, σκουπίζοντας τα μάγουλά της με ένα μαντίλι, μα τον ακολούθησε, ενώ ο Ραντ είχε ήδη βρεθεί στον προθάλαμο. Η Τζαλάνι πετάχτηκε όρθια, ελάχιστα πιο γρήγορα από την Μπεράλνα, μια κοκαλιάρα κοκκινομάλλα με γαλανά μάτια και αρπακτικό χαμόγελο.
Μιας και γύρω ήταν μόνο Κόρες, η Μπεράλνα τον κοίταξε σαν να αναρωτιόταν αν έπρεπε να του κάνει τη μεγάλη χάρη να υπακούσει στα λόγια του, μα αυτός της έριξε μια άγρια ματιά. Το Κενό έκανε τη φωνή του απόμακρη και ψυχρή. Ο Λουζ Θέριν είχε καταλαγιάσει και άφηνε μόνο πνιχτά κλαψουρίσματα, μα ο Ραντ δεν τολμούσε να επαναπαυθεί. Τουλάχιστον όχι στο Κάεμλυν, ή οπουδήποτε κοντά στο Κάεμλυν. «Μπεράλνα, βρες τη Ναντέρα και πες της να με συναντήσει στα δωμάτια του Πέριν με όσες Κόρες θέλει να φέρει». Δεν μπορούσε να αφήσει πίσω τον Πέριν, κι αυτό όχι εξαιτίας κάποιας θέασης· όταν η Μεράνα ανακάλυπτε ότι ο Ραντ είχε φύγει, ίσως κάποια απ’ αυτές να δέσμευε τον Πέριν όπως είχε κάνει η Αλάνα με τον Ραντ. «Ίσως να μην ξαναγυρίσω εδώ. Αν δει κανείς τον Πέριν ή τη Φάιλε ή τον Λόιαλ, να τους πει να έρθουν να με συναντήσουν κι αυτοί. Τζαλάνι, βρες την Κυρά Χάρφορ. Πες της ότι χρειάζομαι πένα και μελάνι και χαρτί». Είχε γράμματα να γράψει πριν φύγει. Με το χέρι να τρεμουλιάζει πάλι, πρόσθεσε, «Πολύ χαρτί. Τι κάθεσαι; Άντε! Άντε!» Εκείνες κοιτάχτηκαν και άρχισαν να τρέχουν. Ο Ραντ κατευθύνθηκε προς την αντίθετη κατεύθυνση, με τη Μιν σχεδόν να τρέχει για να τον προφτάσει.