«Ραντ, πού πάμε;»
«Στην Καιρχίν». Με το Κενό ολόγυρά του, τα λόγια του ήταν ψυχρά σαν χαστούκι. «Δείξε μου εμπιστοσύνη, Μιν. Δεν θα σου κάνω κακό. Προτιμώ να κόψω το χέρι μου παρά να σου κάνω κακό». Εκείνη έμεινε σιωπηλή, και στο τέλος ο Ραντ χαμήλωσε το βλέμμα και την είδε να τον κοιτάζει με μια περίεργη έκφραση.
«Χαίρομαι που το ακούω, βοσκέ». Η φωνή της εξίσου περίεργη με την έκφρασή της. Η σκέψη δεκατριών Άες Σεντάι που έρχονταν γι’ αυτόν πρέπει να την είχε τρομάξει, κάτι καθόλου παράξενο.
«Μιν, αν στο τέλος χρειαστεί να αναμετρηθώ μαζί τους, σου υπόσχομαι ότι θα βρω τρόπο να σε απομακρύνω από τον κίνδυνο». Πώς μπορούσε ένας άνδρας να αντιμετωπίσει δεκατρείς; Η σκέψη έκανε τον Λουζ Θέριν να φουσκώσει πάλι, ουρλιάζοντας.
Προς έκπληξη του, η Μιν ανέμισε επιδεικτικά τα μαχαίρια καθώς τα έβγαζε από τα μανίκια του σακακιού της και άνοιξε το στόμα, μα ύστερα τα ξανάκρυψε εξίσου επιδέξια —πρέπει να είχε κάνει εξάσκηση— πριν μιλήσει. «Μπορείς να με σύρεις από τη μύτη στην Καιρχίν ή όπου αλλού θέλεις, βοσκέ, αλλά θα τα βρεις σκούρα αν θελήσεις να με διώξεις». Για κάποιο λόγο, ο Ραντ ήταν σίγουρος ότι δεν ήταν αυτό που σκόπευε η Μιν να πει αρχικά.
Όταν έφτασαν στα δωμάτια του Πέριν, ο Ραντ αντίκρισε μια ασυνήθιστη συγκέντρωση. Στη μια άκρη του καθιστικού ήταν ο Πέριν και ο Λόιαλ, φορώντας πουκάμισα, σταυροπόδι κατάχαμα στο γαλάζιο χαλί, καπνίζοντας πίπα παρέα με τον Γκαούλ, ένα Πέτρινο Σκυλί που ο Ραντ τον θυμόταν από την πτώση της Πέτρας. Στην άλλη μεριά του δωματίου καθόταν η Φάιλε, κατάχαμα κι αυτή, μαζί με τη Μπάιν και την Τσιάντ που ήταν κι αυτές στην Πέτρα. Στο άλλο δωμάτιο, μέσα από την ανοιχτή πόρτα, ο Ραντ είδε τη Σούλιν να αλλάζει τα λινά σεντόνια, τινάζοντάς τα με δύναμη λες και προτιμούσε να τα κάνει κομματάκια. Όλοι σήκωσαν το βλέμμα όταν μπήκαν μέσα ο Ραντ και η Μιν, και η Σούλιν ήρθε στην πόρτα της κρεβατοκάμαρας.
Επικράτησε ένταση όταν τους εξήγησε για τις δεκατρείς Άες Σεντάι και το τι είχε κρυφακούσει η Μιν. Δεν είπε όμως για τις θεάσεις· κάποιοι στο δωμάτιο ήξεραν, κάποιοι ίσως το αγνοούσαν, και ο Ραντ δεν θα το αποκάλυπτε αν δεν το έλεγε πρώτη η Μιν. Κάτι που εκείνη δεν έκανε. Και δεν θα έλεγε για τον Λουζ Θέριν, φυσικά· όχι ότι φοβόταν τι μπορούσε να του συμβεί σε μια πόλη με δεκατρείς Άες Σεντάι, ακόμα κι αν αυτές κάθονταν άπραγες. Αν ήθελαν, ας νόμιζαν ότι τον είχε πιάσει πανικός· μπορεί να ήταν κι έτσι. Ο Λουζ Θέριν είχε σιωπήσει, μα ο Ραντ τον ένιωθε σαν ένα καυτό βλέμμα που τον παρακολουθούσε μέσα στη νύχτα. Ο θυμός και ο φόβος, ίσως επίσης και ο πανικός, σέρνονταν έξω από το Κενό σαν μεγάλες αράχνες.
Ο Πέριν και η Φάιλε άρχισαν αμέσως να μαζεύουν βιαστικά τα πράγματά τους, ενώ η Μπάιν και η Τσιάντ χειρομίλησαν μεταξύ τους πριν αναγγείλουν πως σκόπευαν να συνοδεύσουν τη Φάιλε, ενώ ακούγοντάς το αυτό ο Γκαούλ ανακοίνωση πως θα συνόδευε τον Πέριν. Ο Ραντ δεν καταλάβαινε τι έτρεχε εκεί, παρά μόνο ότι αφορούσε τον Γκαούλ που φρόντιζε να μην κοιτάξει την Μπάιν και την Τσιάντ, ενώ εκείνες δεν κοίταζαν τον Γκαούλ. Ο Λόιαλ βγήκε από το δωμάτιο βιαστικά, μουρμουρίζοντας μέσα από τα δόντια του ότι η Καιρχίν δεν ήταν μακρύτερα από τους Δύο Ποταμούς όσο ήταν το Κάεμλυν, και ότι η μητέρα του ήταν διάσημη πεζοπόρος. Όταν ξαναγύρισε, είχε ένα μισοέτοιμο δεματάκι κάτω από το ένα μπράτσο και μια πελώρια σέλα στον ώμο, με τα πουκάμισά του να μισοκρέμονται. Ο Λόιαλ ήταν έτοιμος να φύγει την ίδια στιγμή. Εξαφανίστηκε και η Σούλιν, που ξανάρθε με ένα μπόγο στα χέρια που έμοιαζε να αποτελείται από ερυθρόλευκα φορέματα. Με μια αταίριαστη γι’ αυτήν έκφραση ηπιότητας χαραγμένη στο πρόσωπό της, μούγκρισε στον Ραντ ότι είχε διαταγές να υπηρετεί και τον Ραντ και τον Πέριν και τη Φάιλε, και ότι μόνο μια σαύρα που την είχε τρελάνει ο ήλιος θα πίστευε ότι αυτό μπορούσε να γ·νιει από το Κάεμλυν τη στιγμή που όλοι τους θα βρίσκονταν στην Καιρχίν. Πρόσθεσε μάλιστα κι ένα «Άρχοντα Δράκοντά μου» που ήχησε σαν βρισιά, και επίσης μια γονυκλισία, που, πράγμα καταπληκτικό, την εκτέλεσε δίχως κανένα παραπάτημα. Αυτό φάνηκε να καταπλήσσει και την ίδια.
Η Ναντέρα έφτασε σχεδόν την ίδια στιγμή με την Κυρά Χάρφορ, η οποία κουβαλούσε ένα κιβωτιάκι με σύνεργα γραφής, όπου υπήρχαν αρκετές πένες με ατσάλινη μύτη, και χαρτί και μελάνι και βουλοκέρι που έφταναν για πενήντα γράμματα. Κάτι που αποδείχθηκε χρήσιμο.
Ο Πέριν ήθελε να στείλει μήνυμα στον Ντάνιλ Λιούιν λέγοντάς του να ακολουθήσει τους υπόλοιπους άνδρες των Δύο Ποταμών —δεν σκόπευε να τους αφήσει έρμαιο των Άες Σεντάι— και απέφυγε να πει στον Ντάνιλ να φέρει τη Μποντ και τις άλλες κοπέλες από το Κυνηγόσκυλο του Κουλαίν μόνο όταν ο Ραντ και η Φάιλε του επισήμαναν ότι, πρώτον, οι Άες Σεντάι δεν θα τις άφηναν να φύγουν, και, δεύτερον, πιθανότατα εκείνες δεν θα ήθελαν να έρθουν. Ο Πέριν και η Φάιλε είχαν πάει μερικές φορές στο πανδοχείο· ακόμα κι αυτός αναγκάστηκε να παραδεχτεί ότι οι κοπέλες ανυπομονούσαν να πάνε και να γίνουν Άες Σεντάι.