Σαν να την είχε προσκαλέσει η αναφορά του ονόματός της, η Αλάνα εμφανίστηκε πάνω που η Μπέρα άνοιγε το στόμα της. Η Μπέρα και η Κιρούνα έπεσαν μαζί πάνω της. «Ο αλ’Θόρ ισχυρίζεται πως έχει πάει στην Καιρχίν», είπε ευθέως η Μπέρα. «Μπορείς να το αποσαφηνίσεις;»
Η Αλάνα τις κοίταξε περήφανα, με μια επικίνδυνη λάμψη στο μαύρα μάτια της. Στο κάτω-κάτω, μιλούσαν για τον Πρόμαχο της. «Είναι κάπου στα ανατολικά. Αυτό είναι το μόνο που ξέρω. Θα μπορούσε να βρίσκεται στην Καιρχίν».
«Αφού χρειάστηκε να δεσμεύσεις έναν άνδρα χωρίς να του το ζητήσεις», απαίτησε η Κιρούνα με την προστακτική φωνή της, «γιατί, μα το πανάγιο Φως, δεν χρησιμοποίησες το δεσμό για να τον υποτάξεις στη θέλησή σου; Σε σύγκριση με το άλλο, αυτό είναι σαν να του μπατσίζεις το χεράκι».
Η Αλάνα ακόμα δεν είχε τον πλήρη έλεγχο των συναισθημάτων της. Τα μάγουλά της κοκκίνισαν, εν μέρει από θυμό, όπως έδειξαν τα μάτια της που άστραψαν, και σίγουρα εν μέρει από ντροπή. «Καμία δεν στο ’πε;» ρώτησε, υπερβολικά κεφάτα. «Μάλλον δεν θέλει καμία να το σκέφτεται. Εγώ πάντως όχι». Η Φήλντριν και η Σήνιντ κοίταξαν το πάτωμα, και δεν ήταν οι μόνες. «Προσπάθησα να τον εξαναγκάσω μερικές στιγμές αφού τον δέσμευσα», συνέχισε η Αλάνα, σαν να μην είχε προσέξει τίποτα. Δοκίμασες ποτέ να ξεριζώσεις βελανιδιά με τα γυμνά σου χέρια, Κιρούνα; Σχεδόν το ίδιο ήταν».
Η μόνη αντίδραση της Κιρούνα ήταν ένα μικρό πλάτεμα των ματιών και μια αργή, βαθιά ανάσα. Η Μπέρα μουρμούρισε, «Αυτό είναι αδύνατον. Αδύνατον».
Η Αλάνα έγειρε το κεφάλι πίσω και γέλασε. Είχε τα χέρια στους γοφούς κι αυτό έκανε το γέλιο να φανεί περιφρονητικό, κάτι που έκανε τη Μπέρα να σφίξει το στόμα και έφερε μια ψυχρή λάμψη στα μάτια της Κιρούνα. Η Βέριν τις κάρφωσε με το βλέμμα, κάτι που έκανε τη Μεράνα να σκεφτεί με μια δυσάρεστη αίσθηση έναν κορυδαλλό που κοίταζε σκουλήκια. Με κάποιον τρόπο η Βέριν μπορούσε να δείχνει σεβασμό χωρίς να νιώθει σεβασμό, αν και η Μεράνα δεν καταλάβαινε πώς το έκανε.
«Καμία άλλη ποτέ δεν δέσμευσε έναν άνδρα που μπορεί να διαβιβάζει», είπε η Αλάνα όταν καταλάγιασε η έκρηξη ευθυμίας. «Ίσως αυτό να έχει κάποια σχέση».
«Ας πούμε ότι είναι έτσι», είπε σθεναρά η Μπέρα. Το βλέμμα της ήταν εξίσου σθεναρό. «Ας πούμε ότι είναι έτσι. Και πάλι μπορείς να τον εντοπίσεις».
«Ναι», είπε η Κιρούνα. «Αλάνα, θα έρθεις μαζί μας». Η Αλάνα ανοιγόκλεισε τα μάτια, σαν να ερχόταν στα συγκαλά της. Έκλινε το κεφάλι υποτακτικά.
Η Μεράνα αποφάσισε πως είχε έρθει η ώρα. Αν ήθελε να κρατήσει την αντιπροσωπεία ενωμένη, αυτή ήταν η τελευταία της ευκαιρία. Σηκώθηκε, διπλώνοντας το γράμμα του αλ’Θόρ για να κάνει κάτι με τα χέρια της. «Όταν έφερα αυτή την πρεσβεία στο Κάεμλυν», άρχισε να λέει, για να υπενθυμίσει ότι ήταν η επικεφαλής τους, και δόξα στο Φως που η φωνή της ήταν σταθερή, «μου έδωσαν μεγάλη ευχέρεια κινήσεων, αλλά όμως φαινόταν προφανές το τι έπρεπε να γίνει, και μαζί», είπε, για να υπενθυμίσει πως ήταν όλες μια αντιπροσωπεία, «ξεκινήσαμε περιμένοντας ότι είχαμε αρκετές πιθανότητες επιτυχίας. Έπρεπε να πείσουμε τον αλ’Θόρ να φύγει από το Κάεμλυν ώστε να μπορέσουμε να επιστρέψουμε την Ηλαίην και να τη δούμε να στέφεται, κάνοντας το Άντορ σίγουρο σύμμαχο μας. Σιγά-σιγά θα κάναμε τον αλ’Θόρ να μας πιστέψει ότι δεν θα του κάναμε κακό. Και θα τον κάναμε να δείξει τον προσήκοντα σεβασμό. Δυο-τρεις από μας, προσεκτικά επιλεγμένες, θα παίρναμε τη θέση της Μουαραίν, συμβουλεύοντάς τον και καθοδηγώντας του. Συμπεριλαμβανομένης και της Αλάνα, φυσικά».
«Πού ξέρεις ότι δεν σκότωσε τη Μουαραίν», τη διέκοψε η Μπέρα, «όπως λέγεται ότι σκότωσε και τη Μοργκέις;»
«Ακούσαμε κάθε λογής φήμες σχετικά με το θάνατο της», πρόσθεσε η Κιρούνα. «Μερικές λένε ότι πέθανε πολεμώντας τη Λανφίαρ. Οι περισσότερες αναφέρουν ότι ήταν μόνη με τον αλ’Θόρ όταν πέθανε».
Με αρκετό κόπο, η Μεράνα κατάφερε να μην απαντήσει. Αν επέτρεπε στα ένστικτά της να πουν έστω μια λέξη, θα παράσερναν τα πάντα. «Όλα ήταν υπό έλεγχο», συνέχισε, «όταν φτάσατε οι δυο σας. Ξέρω ότι έγινε κατά τύχη, και ξέρω ότι απλώς ακολουθούσατε τις εντολές σας να τον βρείτε, αλλά όμως ανεβάσατε τον αριθμό μας σε δεκατρείς. Ποιος άνθρωπος του είδους του αλ’Θόρ δεν θα το έσκαγε αμέσως ακούγοντας ότι είχαν μαζευτεί δεκατρείς Άες Σεντάι μαζί; Το αδήριτο γεγονός είναι πως η όποια ζημιά στα σχέδιά μας οφείλεται σε σένα, Κιρούνα, και σε σένα, Μπέρα». Το μόνο που μπορούσε να κάνει τώρα ήταν να περιμένει. Αν είχε καταφέρει να αποκτήσει ηθικά το προβάδισμα...