Αυτός λοιπόν ήταν ο λόγος για την απόφαση που πήρε καθώς ξάπλωνε εκεί με το πρώτο γκρίζο φως της αυγής στα παράθυρα την έκτη μέρα στην Καιρχίν. Στο Δάκρυ, η Μπερελαίν φλερτάριζε τουλάχιστον με δέκα άνδρες, απ’ όσο ήξερε ο Πέριν· όποιος κι αν ήταν ο λόγος που τον είχε βάλει στόχο, θα στρεφόταν σε άλλον αν ο Πέριν χανόταν για καιρό. Και όταν η Μπερελαίν διάλεγε άλλο θύμα, τότε η Φάιλε θα ερχόταν στα συγκαλά της. Φαινόταν απλό.
Μόλις ντύθηκε λοιπόν, πήγε να βρει τον Λόιαλ, έφαγε πρωινό μαζί του και μετά τον συνόδευσε στη Βασιλική Βιβλιοθήκη. Κι όταν είδε εκείνη τη λεπτή Άες Σεντάι και ο Λόιαλ του είπε ότι βρισκόταν εκεί κάθε μέρα —ο Λόιαλ ήταν διστακτικός απέναντι στις Άες Σεντάι, αλλά δεν θα τον πείραζε ακόμα κι αν ήταν πενήντα απ’ αυτές γύρω του— ο Πέριν βρήκε με τη μυρωδιά τον Γκαούλ και τον ρώτησε αν ήθελε να πάει για κυνήγι. Φυσικά, δεν υπήρχαν πολλά ελάφια και λαγοί στους λόφους κοντά στην πόλη, όμως η μύτη του Πέριν θα μπορούσε να τους οδηγήσει ίσια σε αρκετά θηράματα αν αυτό που ήθελε ήταν το κρέας τους. Ποτέ δεν έβαζε βέλος στη χορδή, απλώς επέμενε να μένει εκτός παλατιού ώσπου ο Γκαούλ τον ρωτούσε αν σκόπευε να κυνηγήσει νυχτερίδες με το φως της ημισελήνου· μερικές φορές ο Πέριν ξεχνούσε ότι οι άλλοι άνθρωποι δεν έβλεπαν τόσο καλά τη νύχτα. Την επόμενη μέρα ήταν πάλι έξω για κυνήγι ώσπου να πέσει το σκοτάδι, το ίδιο και κάθε μέρα από κει και πέρα.
Το πρόβλημα ήταν ότι το απλό σχέδιο του δεν απέδιδε καρπούς. Όταν την πρώτη νύχτα ξαναγύρισε στο Παλάτι του Ήλιου με το αχόρδιστο τόξο στον ώμο του, με μια γλυκιά κούραση από το περπάτημα, μόνο μια τυχαία πνοή του αέρα του έφερε τη μυρωδιά της Μπερελαίν αρκετά έγκαιρα ώστε να τον σταματήσει πριν μπει στον κύριο προθάλαμο του Παλατιού. Ο Πέριν έκανε νόημα στους Αελίτες φρουρούς να μην ανοίξουν το στόμα τους και πήγε από γύρω σε μια είσοδο υπηρετών, όπου αναγκάστηκε να χτυπήσει δυνατά για να του ανοίξει ένας νυσταγμένος υπηρέτης. Την άλλη βραδιά, η Μπερελαίν περίμενε στο διάδρομο έξω από τα δωμάτιά του· ο Πέριν αναγκάστηκε να κρύβεται πίσω από τη γωνία τη μισή νύχτα πριν εκείνη καταθέσει τα όπλα. Κάθε νύχτα τον περίμενε κάπου, λες και μπορούσε να προσποιηθεί πως η συνάντηση ήταν τυχαία μια τέτοια ώρα που κανείς άλλος δεν ξαγρυπνούσε εκτός από μερικούς υπηρέτες. Ήταν η απόλυτη τρέλα· γιατί δεν ασχολιόνταν με κάποιον άλλο; Και κάθε νύχτα, όταν ο Πέριν τρύπωνε επιτέλους στο υπνοδωμάτιό του με τις μπότες στο χέρι, η Φάιλε κοιμόταν φορώντας εκείνη την παλιονυχτικιά. Πολύ πριν την έκτη συνεχή ξάγρυπνη νύχτα, ο Πέριν ήταν έτοιμος να παραδεχτεί ότι τα είχε κάνει θάλασσα, αν και ακόμα δεν καταλάβαινε πώς. Το μόνο που ήθελε ήταν μια λέξη από τη Φάιλε, μια νύξη για το τι έπρεπε να κάνει. Το μόνο που άκουγε ήταν ο ήχος των δοντιών του που έτριζαν στο σκοτάδι.
Τη δέκατη μέρα ο Ραντ έλαβε άλλη μια παράκληση από την Κόιρεν για να τη δεχθεί σε ακρόαση, εξίσου ευγενικά διατυπωμένη όπως και οι πρώτες τρεις. Έμεινε για λίγο τρίβοντας τη χοντρή κρεμ περγαμηνή με το δείκτη και τον αντίχειρα, ενώ συλλογιζόταν. Δεν είχε τρόπο να πει πόσο απείχε η Αλάνα κρίνοντας μόνο από την αίσθησή της, συγκρίνοντας όμως το πόσο δυνατή ήταν εκείνη η αίσθηση την πρώτη μέρα με το πόσο δυνατή ήταν τώρα, υπολόγιζε πως η Αλάνα ίσως ήταν στα μισά του δρόμου για την Καιρχίν. Αν ήταν έτσι, τότε η Μεράνα δεν χασομερούσε. Αυτό ήταν καλό. Την ήθελε πρόθυμη. Και μεταμελημένη αν ένιωθε καλά θα ήταν, μα αυτό ήταν στη σφαίρα της φαντασίας του· η Μεράνα ήταν Άες Σεντάι. Δέκα ακόμα μέρες για να φτάσουν στην Καιρχίν, αν συνέχιζαν με τον ίδιο ρυθμό, κάτι πολύ πιθανό. Υπήρχε χρόνος για να συναντηθεί άλλες δυο φορές με την Κόιρεν, έτσι ώστε να είχε παραχωρήσει σε κάθε ομάδα από τρεις ακροάσεις. Ας το σκεφτόταν αυτό η Μεράνα όταν θα έφτανε. Δεν θα είχε κανένα πλεονέκτημα, ο Λευκός Πύργος θα ήταν απέναντι της, και δεν θα υπήρχε λόγος να μάθει η Μεράνα ότι ο Ραντ θα προτιμούσε να χώσει το χέρι του σε λάκκο με οχιές παρά να πάει στον Πύργο, ειδικά με την Ελάιντα Άμερλιν. Δέκα ακόμα μέρες, και θα έτρωγε τις μπότες του αν περνούσαν δέκα επιπλέον απ’ αυτές πριν η Μεράνα συμφωνήσει να του παραχωρήσει την υποστήριξη του Σαλιντάρ, δίχως ανοησίες περί καθοδήγησης και συμβουλών. Τότε, επιτέλους, θα μπορούσε να στρέψει αμέριστη την προσοχή του στον Σαμαήλ.
Ενώ ο Ραντ καθόταν για να γράψει στην Κόιρεν ότι μπορούσε να φέρει δύο αδελφές της στο Παλάτι του Ήλιου το επόμενο απόγευμα, ο Λουζ Θέριν άρχισε να μουρμουρίζει καθαρά, Ναι. Ο Σαμαήλ. Αυτή τη φορά θα τον σκοτώσω. Τον Ντεμάντρεντ και τον Σαμαήλ και όλους, αυτή τη φορά. Ναι, θα τους σκοτώσω.