Ο Ραντ παραλίγο θα στράβωνε με αποστροφή το χείλος πριν κρατηθεί. Στ’ αλήθεια πίστευαν πως μπορούσαν να τον εξαγοράσουν.
«Κρίμα που η Πράσινη αδελφή σου δεν είναι σήμερα εδώ», είπε η Γκαλίνα.
Τα μάτια του από τις υπηρέτριες στράφηκαν πάνω της. Και οι τρεις Άες Σεντάι τον κοίταζαν με προσήλωση. Πώς ήταν δυνατόν να ξέρουν για την Αλάνα;
Δεν είχε χρόνο όμως να αναρωτηθεί· σχεδόν την ίδια στιγμή, ένιωσε ένα γαργαλητό στην επιδερμίδα του.
Η οργή φούσκωσε μέσα του, και στον Λουζ Θέριν επίσης. Ο Ραντ άρπαξε το σαϊντίν, σχεδόν μέσα από τα δόντια του Λουζ Θέριν. Λευκοπυρωμένη οργή κόχλασε στις παρυφές του Κενού, και περιφρόνηση επίσης, καθώς κοίταζε άγρια την Κόιρεν και τη Γκαλίνα και την τρίτη, όποια και αν ήταν. Το μαλακό, στρογγυλό πηγούνι της Κόιρεν ήταν σφιγμένο με μια αποφασισμένη έκφραση, ενώ οι δύο άλλες χαμογελούσαν, ανυπόμονα, κάθε άλλο παρά ευχάριστα. Ήταν εξίσου ανόητες με τη Μεράνα και τη φάρα της.
Η ασπίδα που χώθηκε ανάμεσα στον Ραντ και την Αληθινή Πηγή ήταν σαν να έκλεινε ένας υδατοφράχτης· η ροή του σαϊντίν εξαφανίστηκε, αφήνοντας μονάχα τα ρυπαρά υπολείμματα του μολύσματος. Συγκριτικά μ’ αυτό, ο αέρας που φάνηκε να στερεοποιείται ολόγυρα του από τους αστραγάλους ως το κεφάλι του ήταν κάτι ασήμαντο. Αυτή η ασπίδα έκανε τα μάτια του να γουρλώσουν· ήταν αδύνατον. Τρεις γυναίκες δεν μπορούσαν να τον φράξουν από την Πηγή όταν είχε πιάσει το σαϊντίν, εκτός αν ήταν δυνατές όσο η Σέμιραγκ ή η Μεσάνα ή... Άπλωσε προς την Πηγή, βροντοχτύπησε το αόρατο πέτρινο τείχος, δυνατά, δυνατότερα. Ο Λουζ Θέριν γρύλιζε σαν θηρίο, χτυπούσε, έξυνε λυσσασμένα. Ο ένα από τους δύο έπρεπε να φτάσει το σαϊντίν· ο ένας από τους δύο έπρεπε να διαπεράσει αυτό το προστατευτικό στρώμα που το κρατούσαν μόνο τρεις.
Ο φραγμός είχε μπει στη θέση του μόλις πριν μερικές στιγμές όταν μια από τις υπηρέτριες ήρθε πλάι στη Γκαλίνα και ο Ραντ ένιωσε το αίμα να φεύγει από το πρόσωπό του. Οκτώ μάτια σε τέσσερα αγέραστα πρόσωπα τον περιεργάστηκαν.
«Είναι μεγάλο κρίμα που καταλήξαμε εδώ». Με το γαλήνιο, μελωδικό τόνο της η Κόιρεν έμοιαζε να απευθύνεται σε μια σύναξη κι όχι σ’ έναν άνδρα. «Εγώ ήθελα πολύ να έρθεις στην Ταρ Βάλον από δική σου βούληση, μα έγινε φανερό ότι απλώς χρονοτριβούσες. Υποθέτω πως έχεις έρθει σε επαφή με τις καημένες που διέφυγαν όταν σιγανεύτηκε η Σάντσε. Στ’ αλήθεια πίστευες πως μπορούσαν να σου προσφέρουν κάτι; Ενάντια στον Λευκό Πύργο, ας πούμε;» Τα έλεγε λες και ήταν απογοητευμένη απ’ αυτόν.
Ο Ραντ μπορούσε να κουνήσει μόνο τα μάτια του· στράφηκαν προς τις υπηρέτριες, που είχαν καταπιαστεί με ένα σεντούκι. Το σεντούκι ήταν ανοιχτό και από μέσα έβγαζαν ένα ρηχό δίσκο. Μερικά από κείνα τα πρόσωπα έδειχναν νεαρά, όμως τα άλλα... Ήταν σίγουρος πως ήταν όλες τους Άες Σεντάι, και οι πέντε νεότερες ήταν τόσο καινούριες που ακόμα δεν είχαν πάρει την αγέραστη όψη· πέντε για να τον κοιτάξουν και να αποκοιμίσουν τις υποψίες του ενώ οι άλλες έκρυβαν τα πρόσωπά τους. Δεκαπέντε Άες Σεντάι. Δεκατρείς για να συνδεθούν και να υφάνουν μια ασπίδα την οποία δεν μπορούσε να σπάσει κανένας άνδρας, και δύο για να τον δεσμεύσουν. Δεκατρείς για να... Ο Λουζ Θέριν το έσκασε ουρλιάζοντας.
Η Γκαλίνα πήρε το Σκήπτρο του Δράκοντα από το χέρι του Ραντ, κουνώντας το κεφάλι καθώς το έβλεπε. «Εγώ είμαι υπεύθυνη τώρα, Κόιρεν». Ούτε που κοίταξε τον Ραντ· λες και ήταν κομμάτι της καρέκλας. «Συμφωνήσαμε ότι αν καταλήγαμε σ’ αυτό θα αναλάμβανε το Κόκκινο Άτζα». Έδωσε το Σκήπτρο του Δράκοντα στην άλλη μελαχρινή με τα γκρίζα ρούχα και είπε, «Βάλε το κάπου, Κατερίνε. Ίσως να είναι ένα διασκεδαστικό σουβενίρ για την Άμερλιν».
Το Κόκκινο Άτζα. Ο ιδρώτας έλουσε το πρόσωπο του Ραντ.
Μακάρι να έμπαιναν αυτή τη στιγμή οι Κόρες που περίμεναν έξω, οι Σοφές, η Σούλιν, κάποια που θα μπορούσε να τσιρίξει, να ξεσηκώσει το Παλάτι. Δεκατρείς Άες Σεντάι, με το Κόκκινο Άτζα επικεφαλής. Αν μπορούσε να ανοίξει το στόμα, θα αλυχτούσε.
Η Μπάιν σήκωσε έκπληκτη το κεφάλι όταν άνοιξαν οι πόρτες —ο Ραντ αλ’Θόρ είχε δεχθεί τις Άες Σεντάι ελάχιστη ώρα πριν— και αυτόματα απέστρεψε το βλέμμα όταν είδε τις υπηρέτριες να βγάζουν έξω τα σεντούκια. Μια από τις μελαχρινές Άες Σεντάι στάθηκε αγέρωχα μπροστά της, και η Μπάιν ορθώθηκε βιαστικά από κει που ζάρωνε δίπλα στην πόρτα. Δεν ήξερε τι γνώμη είχε για τις ιστορίες που της έλεγαν οι άλλες Κόρες στο Κάεμλυν, τα πράγματα που κάποτε γνώριζαν μονάχα οι αρχηγοί και οι Σοφές, όμως τα μαύρα μάτια αυτής της γυναίκας έμοιαζαν να ξέρουν τα πάντα για το πώς το Άελ είχε αποτύχει πριν τόσον καιρό. Τα μάτια αιχμαλώτισαν το βλέμμα της Μπάιν και η Κόρη μόνο αόριστα είχε επίγνωση της άλλης μελαχρινής Άες Σεντάι που αντιμετώπιζε την Τσιάντ, και της αυτάρεσκης Άες Σεντάι που οδηγούσε τις γυναίκες στο διάδρομο μαζί με τα σεντούκια. Η Μπάιν αναρωτήθηκε αν η Άες Σεντάι μπροστά της σκόπευε να τη σκοτώσει για την αποτυχία των Αελιτών. Αν είχε αυτό το σκοπό σίγουρα θα το είχε ήδη κάνει —αποκλείεται να μην ήξερε— μα τα σκούρα μάτια αυτής της γυναίκας λαμπύριζαν με μια σκληράδα που σίγουρα προοιωνιζόταν το θάνατο. Η Μπάιν δεν φοβόταν να πεθάνει· έλπιζε μόνο να προλάβαινε να σηκώσει το πέπλο της πρώτα.