Выбрать главу

Το τελευταίο που επέστρεψε ήταν η όραση, και τότε αναρωτήθηκε μήπως ο πόνος του προκαλούσε παραισθήσεις. Ανάμεσα στις Άες Σεντάι στεκόταν μια ομάδα Σοφές, που έσιαζαν τα επώμιά τους και κοίταζαν τις Άες Σεντάι μ’ όλη την υπεροψία που μπορούσαν να επιστρατεύσουν. Όταν αποφάσισε πως ήταν πραγματικές —εκτός αν ήταν φαντασίωσή του η Γκαλίνα να μιλά με ένα πλάσμα της φαντασίας του— η πρώτη σκέψη του ήταν η σωτηρία. Με κάποιον τρόπο οι Σοφές είχαν... Ήταν αδύνατον, αλλά με κάποιον τρόπο θα μπορούσαν να... Τότε αναγνώρισε τη γυναίκα που μιλούσε με τη Γκαλίνα.

Η Σεβάνα τον πλησίασε με αγέρωχο βήμα, μ’ ένα χαμόγελο στο παχουλό, άπληστο στόμα της. Τα ανοιχτοπράσινα μάτια τον κοίταξαν από το πανέμορφο εκείνο πρόσωπο ανάμεσα σε μαλλιά σαν υφασμένο χρυσάφι. Ο Ραντ θα προτιμούσε να κοίταζε στα μάτια ενός λυσσασμένου λύκου. Υπήρχε κάτι παράξενο στον τρόπο που στεκόταν, γέρνοντας λιγάκι μπροστά, με τους ώμους ριγμένους πίσω. Κοίταζε τα μάτια του. Ξαφνικά, παρ’ όλο που πονούσε, του ήρθε να βάλει τα γέλια· θα γελούσε, αν ήταν σίγουρος για τον ήχο που θα έβγαινε αν άνοιγε το στόμα του. Βρισκόταν εκεί, αιχμάλωτος, μετά από άγριο ξυλοδαρμό, με τους μώλωπες να τον καίνε, τον ιδρώτα να τον τσούζει, και μια γυναίκα που τον μισούσε —ήταν σίγουρος γι’ αυτό— και που μάλλον τον κατηγορούσε για το θάνατο του εραστή της προσπαθούσε να δει αν ο Ραντ θα κοίταζε το ντεκολτέ της μπλούζας της!

Η Σεβάνα πέρασε αργά το δάχτυλο της οριζόντια στο λαιμό του —διατρέχοντας ολόγυρα το κεφάλι του όσο μπορούσε να φτάσει— σαν να φανταζόταν ότι τον αποκεφάλιζε. Κάτι ταιριαστό, αν σκεφτόσουν τη μοίρα του Κουλάντιν. «Τον είδα», είπε μ’ ένα ικανοποιημένο αναστεναγμό και ένα ρίγος ευχαρίστησης. «Κράτησες το δικό σου. σκέλος της συμφωνίας μας, κι εγώ κράτησα το δικό μου».

Τότε οι Άες Σεντάι τον ξαναδίπλωσαν και τον έχωσαν πάλι στο σεντούκι με το κεφάλι ανάμεσα στα γόνατα, ζαρωμένο σε κείνη τη λιμνούλα του ιδρώτα. Το καπάκι έκλεισε και τον τύλιξε το σκοτάδι.

Μόνο τότε άρχισε να κουνά τα σαγόνια ώσπου άνοιξε το στόμα του και άφησε μια μακριά, τρεμάμενη ανάσα. Ακόμα και την τελευταία στιγμή δεν ήξερε αν θα του ξέφευγε κανένα κλαψούρισμα. Μα το Φως, καιγόταν!

Τι έκανε εδώ η Σεβάνα; Ποια συμφωνία; Όχι. Καλά είχε μάθει ότι υπήρχε κάποια συμφωνία μεταξύ του Πύργου και του Σάιντο, μα θα ανησυχούσε αργότερα γι’ αυτό. Το τώρα ήταν για τη Μιν. Έπρεπε να απελευθερωθεί. Την είχαν πληγώσει. Αυτή η σκέψη ήταν τόσο σκοτεινή που ο πόνος σχεδόν κρύφτηκε. Σχεδόν.

Ξαναμπήκε στο Κενό διασχίζοντας με μεγάλο κόπο ένα βάλτο αγωνία, όμως στο τέλος τον τύλιξε η αδειανοσύνη καθώς άπλωνε προς το σαϊντίν... Μόνο και μόνο για να βρει εκεί τον Λουζ Θέριν μόλις έφτασε και ο ίδιος, σαν δυο ζευγάρια χέρια που ψηλαφούσαν για να πιάσουν κάτι που μπορούσε να κρατήσει μόνο ένας.

Που να καείς! μούγκρισε ο Ραντ μέσα στο μυαλό του. Που να καείς! Αν μόνο δούλευες μαζί μου μια φορά, αντί εναντίον μου!

Εσύ να δουλέψεις μαζί μου! τον αντιγύρισε ο Λουζ Θέριν.

Ο Ραντ από το σοκ παραλίγο θα έχανε το Κενό. Αυτή τη φορά δεν υπήρχε περιθώριο σφάλματος· ο Λουζ Θέριν τον είχε ακούσει και είχε απαντήσει. Θα μπορούσαμε να δουλέψουμε μαζί, Λουζ Θέριν. Δεν ήθελε να συνεργαστεί μ’ αυτόν τον τρελό· ήθελε να τον διώξει από το μυαλό του. Έλα όμως που υπήρχε η Μιν. Και πόσες μέρες άραγε έμεναν ως την Ταρ Βάλον; Με κάποιον τρόπο ήταν βέβαιος πως αν τον πήγαιναν ως εκεί, δεν θα είχε άλλες ευκαιρίες. Ποτέ.

Του απάντησε ένα αβέβαιο, φοβισμένο γέλιο. Κι ύστερα, Μαζί; Άλλο ένα γέλιο, παλαβό κι αυτό. Μαζί. Όποιος κι αν είσαι. Ύστερα η φωνή και η παρουσία εξαφανίστηκαν.

Ο Ραντ ανατρίχιασε. Γονατίζοντας εκεί μέσα, χύνοντας κι άλλο ιδρώτα στη λιμνούλα όπου ήταν ακουμπισμένο το κεφάλι του, ανατρίχιασε.

Άπλωσε αργά προς το σαϊντίν... Και έπεσε πάνω στην ασπίδα, φυσικά. Αυτό που έψαχνε. Αργά, απαλά, ψηλάφισε κατά μήκος της, ως το σημείο που η σκληρή επιφάνεια ξαφνικά μετατρεπόταν σε έξι μαλακά σημεία.

Μαλακά, είπε ο Λουζ Θέριν, λαχανιασμένα. Επειδή οι Άες Σεντάι είναι εκεί Διατηρώντας τη μόνωση. Είναι σκληρά όταν τη δένουν κόμπο. Δεν μπορείς να κάνεις τίποτα όταν είναι μαλακά, αλλά μπορώ να λύσω τον ιστό αν τον δέσουν κόμπο. Θέλει ώρα. Έκανε μια τόσο μεγάλη παύση που του Ραντ του φάνηκε ότι είχε χαθεί ξανά, όμως μετά ψιθύρισε, Είσαι πραγματικός; Και μετά χάθηκε στ’ αλήθεια.