Выбрать главу

πρωταδελφή· πρωταδελφός: Αελίτικος όρος συγγένειας που σημαίνει τα παιδιά της ίδιας μητέρας. Μεταξύ των Αελιτών, το να έχεις την ίδια μητέρα με κάποιον σημαίνει στενότερο συγγένεια από το να έχετε τον ίδιο πατέρα.

Ρασίμα Κερενμόζα: Αποκαλείται η Στρατιωτίνα Αμερλιν. Γεννήθηκε περί το 1150 ΜΤ. Ήταν του Πράσινου Άτζα, ανακηρύχθηκε Άμερλιν το 1251 ΜΤ. Οδηγώντας προσωπικά τα στρατεύματα του Πύργου, κέρδισε αναρίθμητες νίκες, με πιο αξιοσημείωτες εκείνες στο Πέρασμα του Κάισιν, στο Πεζούλι του Σορίλε, στο Λαραπέλε, στο Τελ Νόργουιν, και στο Μαϊγκάντε, όπου πέθανε το 1301 ΜΤ. Το σώμα της ανακαλύφθηκε μετά τη μάχη περικυκλωμένο από τους πέντε Προμάχους της και ένα πελώριο τείχος από Τρόλοκ και Μυρντράαλ που περιείχε τα πτώματα εννιά ολόκληρων Αρχόντων του Δέους. Δες επίσης Άες Σεντάι· Άτζα· Έδρα της Άμερλιν· Άρχοντες του Δέους· Πρόμαχοι.

Ραχοκοκαλιά του Κόσμου: Μια πανύψηλη οροσειρά, μ’ ελάχιστα περάσματα, που χωρίζει την Ερημιά του Άελ από τις δυτικές χώρες. Επίσης λέγεται Δρακότειχος.

Ρουίντιαν: Μια θαυμαστή πόλη, η μοναδική στην Ερημιά του Άελ και παντελώς άγνωστη στον έξω κόσμο. Εγκαταλελειμμένη εδώ και τρεις χιλιάδες χρόνια. Κάποτε, επιτρεπόταν στους άνδρες μεταξύ των Αελιτών να μπουν μόνο μια φορά, για να δοκιμαστούν μέσα σε ένα μεγάλο τερ’ανγκριάλ, ώστε να φανεί αν είναι κατάλληλοι για να γίνουν αρχηγοί φατρίας (μόνο ο ένας στους τρεις επιζούσε), ενώ στις γυναίκες επιτρεπόταν να μπουν μόνο δυο φορές, για να δοκιμαστούν στο ίδιο τερ’ανγκριάλ και να γίνουν Σοφές, αν και με σημαντικά μεγαλύτερο ποσοστό επιβίωσης. Τώρα η πόλη κατοικείται ξανά, από Αελίτες, και μια μεγάλη λίμνη καταλαμβάνει το ένα άκρο της κοιλάδας του Ρουίντιαν, τροφοδοτούμενη από έναν υπόγειο ωκεανό γλυκού νερού, η οποία με τη σειρά ης τροφοδοτεί το μοναδικό ποτάμι στην Ερημιά. Δες επίσης Άελ.

σα’ανγκριάλ: Απομεινάρια από την Εποχή των Θρύλων που επιτρέπουν σ’ ένα άτομο να διαβιβάσει πολύ περισσότερο από τη Μία Δύναμη απ’ όσο αλλιώς θα ήταν δυνατόν ή ασφαλές. Τα σα’ανγκριάλ είναι όμοια με τα ανγκριάλ, αλλά πολύ πιο ισχυρά. Η ποσότητα της Δύναμης που μπορεί να χειριστεί κανείς με ένα σα’ανγκριάλ είναι τόσο μεγαλύτερη από την αντίστοιχη με ένα ανγκριάλ, όσο εκείνη είναι μεγαλύτερη από όση μπορεί να χειριστεί ένα άτομο αβοήθητο. Ο τρόπος κατασκευής τους δεν είναι πια γνωστός. Όπως συμβαίνει και με τα ανγκριάλ, υπάρχουν ανδρικά και γυναικεία σα’ανγκριάλ. Μια χούφτα μόνο παραμένουν, και είναι λιγότερα ακόμα και από τα ανγκριάλ.

Σάγιολ Γκουλ: Ένα βουνό στις Ρημαγμένες Χώρες, πέρα από τη Μεγάλη Μάστιγα. Τοποθεσία της φυλακής του Σκοτεινού.

σαϊντάρ: Δες Αληθινή Πηγή.

σιγάνεμα: Η αφαίρεση από μια γυναίκα της ικανότητάς της να διαβιβάζει. Η γυναίκα που έχει σιγανευτεί μπορεί να νιώθει την Αληθινή Πηγή αλλά δεν μπορεί να την αγγίξει. Επισήμως το σιγάνεμα είναι το αποτέλεσμα δίκης και καταδίκης για κάποιο έγκλημα. Οι μαθητευόμενες στον Λευκό Πύργο υποχρεώνονται να μαθαίνουν τα ονόματα και τα εγκλήματα όλων των γυναικών που έχουν υποστεί σιγάνεμα. Όταν η ικανότητα της διαβίβασης χαθεί από ατύχημα, λέγεται κάψιμο, αν και συχνά ο όρος σιγάνεμα χρησιμοποιείται και για τις δύο περιπτώσεις. Οι γυναίκες που σιγανεύθηκαν, όπως κι αν συνέβη αυτό, σπανίως επιζούν για πολύ· μοιάζει απλώς να εγκαταλείπουν τα πάντα και να πεθαίνουν, εκτός αν βρουν κάτι για να αντικαταστήσουν το κενό που άφησε η Μία Δύναμη.

Σκοτεινός: Το πιο συνηθισμένο όνομα για τον Σαϊ’τάν, που χρησιμοποιείται σε όλες τις χώρες. Η πηγή του κακού, η αντίθεση του Δημιουργού. Κατά τη στιγμή της Δημιουργίας, φυλακίστηκε από τον Δημιουργό στο Σάγιολ Γκουλ. Η προσπάθεια να τον ελευθερώσουν από κει είχε σαν αποτέλεσμα τον Πόλεμο της Σκιάς, τη μίανση του σαϊντίν, το Τσάκισμα του Κόσμου και το τέλος της Εποχής των Θρύλων. Δες επίσης Δράκοντα, Προφητείες του.

Σκοτεινόφιλοι: Οπαδοί του Σκοτεινού. Πιστεύουν ότι θα κερδίσουν μεγάλη εξουσία και απολαβές, ακόμα και την αθανασία, όταν απελευθερωθεί. Μεταξύ τους χρησιμοποιούν μερικές φορές το αρχαίο όνομα Φίλοι του Σκότους.

Σορίλεα: Η Σοφή του Φρουρίου Σέντε, της σέπτας Τζάρα του Τσαρήν Άελ. Μόλις που μπορείς να διαβιβάζει, και είναι η γηραιότερη εν ζωή Σοφή, αν και όχι με τόση διαφορά όσο νομίζουν πολλοί.