«Μπάυαρ!» Ένας από τους άνδρες του Μπόρνχαλντ του έδωσε νερό μ’ ένα πήλινο κύπελλο που είχε βρει σε μια άμαξα· κύλησε στο λαρύγγι του σαν πάγος.
Ο άνδρας με το ισχνό πρόσωπο κατέβηκε από τη σέλα του. «Ναι, Άρχοντα Ταξιάρχη μου;»
«Όταν συμπλακώ με τον εχθρό, Μπάυαρ», είπε αργά ο Μπόρνχαλντ, «εσύ δεν θα συμμετάσχεις. Θα παρακολουθείς από απόσταση, και θα μεταφέρεις στο γιο μου την είδηση για ό,τι συμβεί».
«Μα, Άρχοντα Ταξιάρχη μου–!»
«Είναι διαταγή, Τέκνο Μπάυαρ!» είπε απότομα. «Θα υπακούσεις, έτσι δεν είναι;»
Ο Μπάυαρ έμεινε με το κορμί άκαμπτο, κοιτάζοντας ευθεία μπροστά του. «Όπως διατάζεις, Άρχοντα Ταξιάρχη μου».
Ο Μπόρνχαλντ τον κοίταξε εξεταστικά για λίγο. Ο Μπάυαρ θα έκανε ό,τι του έλεγε, αλλά θα ήταν καλύτερα να έχει κι άλλο λόγο, όχι μόνο να πει στον Ντάιν ότι ο πατέρας του ήταν νεκρός. Όχι ότι δεν είχε πληροφορίες που το Άμαντορ χρειαζόταν επειγόντως. Μετά από κείνη την αψιμαχία με τις Άες Σεντάι — Ήταν η μία, ή και οι δύο; Ήταν τριάντα Σωντσάν στρατιώτες, γεροί πολεμιστές, αλλά οι δύο γυναίκες μου προκάλεσαν τις διπλές απώλειες·— δεν περίμενε ότι θα έφευγε ζωντανός από το Τόμαν Χεντ. Στην απίθανη περίπτωση που θα επιζούσε από τους Σωντσάν, μάλλον θα τον περιλάβαιναν οι Ιεροεξεταστές.
«Όταν βρεις τον γιο μου —πρέπει να είναι μαζί με τον Άρχοντα Ταξιάρχη Ήμον Βάλντα κοντά στην Ταρ Βάλον— και του το πεις, θα πας στο Άμαντορ και θα παρουσιαστείς στον Μέγα Μάγιστρο. Στον Πέντρον Νάιαλ προσωπικά, Τέκνο Μπάυαρ. Θα του πεις τι μάθαμε για τους Σωντσάν· θα σου τα γράψω. Φρόντισε να καταλάβει ότι δεν μπορούμε να βασιζόμαστε πια ότι οι μάγισσες της Ταρ Βάλον θα αρκούνται να επηρεάζουν τα γεγονότα από τις σκιές. Αν πολεμούν ανοιχτά για τους Σωντσάν, σίγουρα θα τις αντιμετωπίσουμε αλλού». Κοντοστάθηκε. Το τελευταίο ήταν το πιο σημαντικό. Στο Θόλο της Αλήθειας έπρεπε να μάθουν ότι οι Άες Σεντάι, παρά τους όρκους που διατυμπάνιζαν, μπορούσαν να μπουν στο πεδίο της μάχης. Ένιωθε να παγώνουν τα σπλάχνα του στη σκέψη ενός κόσμου όπου οι Άες Σεντάι χειρίζονταν τη Μία Δύναμη στη μάχη· δεν ήταν σίγουρος αν λυπόταν που θα τον άφηνε. Αλλά υπήρχε άλλο ένα μήνυμα που ήθελε να φτάσει στο Άμαντορ. «Και, Μπάυαρ... πες στον Πέντρον Νάιαλ πώς μας χρησιμοποίησαν οι Ιεροεξεταστές».
«Όπως διατάζεις, Άρχοντα Ταξιάρχη μου», είπε ο Μπάυαρ, αλλά ο Μπόρνχαλντ αναστέναζε, βλέποντας την έκφραση στο πρόσωπο του. Ο άνθρωπος δεν καταλάβαινε, Για τον Μπάυαρ, οι διαταγές ήταν για να τις υπακούει, είτε έρχονταν από τον Άρχοντα Ταξιάρχη, είτε από τους Ιεροεξεταστές, όποιες κι αν ήταν.
«Θα σου το γράψω κι αυτό, για να το δώσεις στον Πέντρον Νάιαλ», είπε. Δεν ήξερε αν θα έβγαινε τίποτα. Του πέρασε μια σκέψη από το νου και, σμίγοντας τα φρύδια, κοίταζε το πανδοχείο, όπου μερικοί άνδρες του κάρφωναν τα παντζούρια και τις πόρτες. «Πέριν», μουρμούρισε. «Έτσι λεγόταν. Πέριν, από τους Δύο Ποταμούς».
«Ο Σκοτεινόφιλος, Άρχοντα Ταξιάρχη μου;»
«Ίσως, Μπάυαρ». Προσωπικά δεν ήταν εντελώς σίγουρος, αλλά δεν μπορεί να ήταν κάτι άλλο ένας άνθρωπος που είχε λύκους να πολεμούν στο πλευρό του. Το σίγουρο ήταν ότι αυτός ο Πέριν είχε σκοτώσει δυο Τέκνα. «Μου φάνηκε πως τον είδα όταν μπαίναμε, αλλά δεν θυμάμαι κάποιον ανάμεσα στους αιχμαλώτους που να μοιάζει με σιδερά».
«Ο σιδεράς τους έφυγε πριν από ένα μήνα, Άρχοντα Ταξιάρχη μου. Κάποιοι ανάμεσά τους παραπονιόνταν ότι θα είχαν φύγει πριν έρθουμε, αν δεν είχαν αναγκαστεί να διορθώσουν μόνοι τους τροχούς στις άμαξές τους. Πιστεύεις ότι ήταν ο Πέριν, Άρχοντα Ταξιάρχη μου;»
«Όποιος κι αν ήταν, είναι απών, σωστά; Και ίσως πει για μας στους Σωντσάν».
«Ένας Σκοτεινόφιλος οπωσδήποτε αυτό θα έκανε, Άρχοντα Ταξιάρχη μου».
Ο Μπόρνχαλντ ήπιε το νερό και πέταξε το κύπελλο στο πλάι. «Οι άνδρες δεν θα φάνε εδώ, Μπάυαρ. Δεν θα αφήσω αυτούς τους Σωντσάν να με πιάσουν στον ύπνο, είτε τους προειδοποιήσει ο Πέριν από τους Δύο Ποταμούς, είτε κάποιος άλλος. Να ιππεύσει η λεγεώνα, Τέκνο Μπάυαρ!»
Ψηλά πάνω από τα κεφάλια τους, μια πελώρια, φτερωτή μορφή έκανε κύκλους, απαρατήρητη.