Ο Ραντ σκέφτηκε ότι ο Ματ θα ήθελε βοήθεια —έμοιαζε τόσο χλωμός και η επιδερμίδα του τόσο τσιτωμένη— αλλά εκείνος δεν έδειξε να τη χρειάζεται, καθώς περνούσε από την άλλη μεριά. Ο πέτρινος τοίχος πρόσφερε αρκετά σημεία για να κρατηθεί κανείς, και μερικές στιγμές αργότερα είχε περάσει και ο Ραντ και ήταν κουλουριασμένος μέσα μαζί με τον Ματ και τον Πέριν και τον Χούριν.
Ο κήπος είχε υποταχθεί στο προχωρημένο φθινόπωρο, με τις πρασιές σχεδόν άδειες, με εξαίρεση μερικά χαμηλά αειθαλή, με τα κλαριά των δένδρων γυμνά. Ο άνεμος, που έκανε το λάβαρο να κυματίζει, σήκωνε σκόνη στις πλάκες που σχημάτιζαν μονοπάτια. Ο Ραντ στην αρχή δεν έβλεπε πουθενά τον Ίνγκταρ. Και μετά είδε τον Σιναρανό, κολλημένο στον πίσω τοίχο του σπιτιού, να τους κάνει νόημα με το σπαθί στο χέρι.
Ο Ραντ έτρεξε μισοσκυμμένος, νιώθοντας πιο πολύ τα παράθυρα που τον κοίταζαν από το κτίριο παρά τους φίλους του δίπλα του. Ένιωσε ανακούφιση, όταν ακούμπησε την πλάτη στον τοίχο δίπλα στον Ίνγκταρ.
Ο Ματ συνεχώς μουρμούριζε μόνος του, «Είναι εκεί. Μπορώ να το νιώσω».
«Πού είναι ο φρουρός;» ψιθύρισε ο Ραντ.
«Είναι νεκρός», είπε ο Ίνγκταρ. «Ο άνθρωπος είχε υπερβολική αυτοπεποίθηση. Ούτε που προσπάθησε να βάλει τις φωνές. Έκρυψα το σώμα του κάτω από εκείνους τους θάμνους».
Ο Ραντ τον κοίταξε, Ο Σωντσάν είχε υπερβολική αυτοπεποίθηση; Το μόνο που τον εμπόδιζε να γυρίσει πίσω εκείνη τη στιγμή ήταν τα βασανισμένα μουρμουρητά του Ματ.
«Είμαστε πολύ κοντά». Ο Ίνγκταρ έμοιαζε να μιλά κι αυτός στον εαυτό του. «Πολύ κοντά. Ελάτε».
Ο Ραντ τράβηξε το σπαθί του, καθώς ανέβαιναν την πίσω σκάλα. Ένιωσε τον Χούριν, που έβγαζε το κοντό σπαθί και τον σπαθοσπάστη, και τον Πέριν, που τραβούσε απρόθυμα τον πέλεκυ από το βρόχο της ζώνης.
Ο διάδρομος μέσα ήταν στενός. Μια μισάνοιχτη πόρτα στα δεξιά τους έφερνε μυρωδιές κουζίνας. Αρκετοί άνθρωποι ακούγονταν από κείνο το δωμάτιο· ακουγόταν ο μονότονος βόμβος φωνών, και, μερικές φορές, ο απαλός κρότος από κάποιο καπάκι κατσαρόλας.
Ο Ίνγκταρ έκανε νόημα στον Ματ να τους οδηγήσει και πέρασαν προσεκτικά μπροστά από την πόρτα. Ο Ραντ συνέχισε να κοιτάζει τη χαραμάδα της, μέχρι που έστριψαν στην άλλη γωνία.
Μια λιγνή κοπέλα με μελαχρινά μαλλιά βγήκε από μια πόρτα μπροστά τους, κουβαλώντας ένα δίσκο με ένα φλιτζάνι. Πάγωσαν όλοι τους. Εκείνη γύρισε προς την αντίθετη κατεύθυνση χωρίς να κοιτάξει προς το μέρος τους. Ο Ραντ άνοιξε διάπλατα τα μάτια. Η μακριά λευκή ρόμπα της ήταν σχεδόν διαφανής. Η κοπέλα έστριψε και χάθηκε στην επόμενη γωνία.
«Το είδατε;» είπε βραχνά ο Ματ. «Φαινόταν μέσα από—»
Ο Ίνγκταρ έκλεισε με το χέρι του το στόμα του Ματ και ψιθύρισε, «Το νου σου στο λόγο που ήρθαμε εδώ. Βρες το λοιπόν. Βρες μου το Κέρας».
Ο Ματ έδειξε μια στενή, στριφογυριστή σκάλα. Ανέβηκαν στο πάνω πάτωμα, και τους οδήγησε στο μπροστινό μέρος του σπιτιού. Τα έπιπλα στους πλατιούς διαδρόμους ήταν λιγοστά, γεμάτα καμπύλες γραμμές. Εδώ κι εκεί στους τοίχους κρέμονταν ταπισερί, αλλού είχε χωρίσματα που δίπλωναν, κι όλα είχαν ζωγραφισμένα λίγα πουλιά σε κλαδιά, ή ένα-δυο λουλούδια. Ένα ποτάμι κυλούσε σ’ ένα χώρισμα, αλλά πέρα από τα κυματιστά νερά και δυο στενές όχθες, δεν υπήρχε τίποτα άλλο.
Ο Ραντ άκουγε παντού ολόγυρά τους ανθρώπους να σαλεύουν, σανδάλια να γλιστρούν στο πάτωμα, απαλά μουρμουρητά. Δεν είδε κανέναν, αλλά με τη φαντασία του έβλεπε καθαρά κάποιον να βγαίνει στο διάδρομο και να αντικρίζει πέντε ύποπτες φιγούρες με όπλα στα χέρια, και να καλεί συναγερμό.
«Εκεί», ψιθύρισε ο Ματ, δείχνοντας δυο μεγάλες συρόμενες πόρτες μπροστά τους, με μόνη διακόσμηση τα σμιλεμένα χερούλια τους. «Το εγχειρίδιο πάντως είναι εκεί».
Ο Ίνγκταρ κοίταζε τον Χούριν· ο μυριστής άνοιξε τις πόρτες και ο Ίνγκταρ όρμησε μέσα με το σπαθί έτοιμο. Κανείς δεν ήταν εκεί. Ο Ραντ και οι άλλοι μπήκαν βιαστικά μέσα, και ο Χούριν έκλεισε γρήγορα τις πόρτες πίσω τους.
Ζωγραφισμένα χωρίσματα έκρυβαν τους τοίχους και τις άλλες πόρτες, αν υπήρχαν, και θάμπωναν το φως που έπεφτε από τα παράθυρα, που πρέπει να έβλεπαν την πόλη από ψηλά. Στη μια άκρη του μεγάλου δωματίου στεκόταν ένα ψηλό, στρογγυλό ντουλάπι. Στην άλλη άκρη ήταν ένα τραπεζάκι, και η μόνη πολυθρόνα του δωματίου ήταν γυρισμένη για να βλέπει προς αυτό. Ο Ραντ άκουσε τον Ίνγκταρ να αφήνει μια κοφτή κραυγή, αλλά αυτού απλώς του ήρθε να βγάλει ένα στεναγμό ανακούφισης. Το γυριστό, χρυσό Κέρας του Βαλίρ στεκόταν σ’ ένα στήριγμα στο τραπεζάκι. Από κάτω του σπίθιζε το ρουμπίνι στη λαβή του εγχειριδίου.
Ο Ματ όρμηξε στο τραπεζάκι, αρπάζοντας το Κέρας και το εγχειρίδιο. «Το βρήκαμε», είπε θριαμβευτικά, κουνώντας το εγχειρίδιο. «Τα έχουμε και τα δύο».