Η Εθένιελ δεν θεωρούσε τον εαυτό της φαντασιόπληκτο, ωστόσο ανατρίχιασε ελαφρά. Η Νίαν υποστήριζε ότι ο οβελίσκος δεν ήταν παρά ένα άκακο απομεινάρι της Εποχής των Θρύλων. Με λίγη τύχη, οι Άες Σεντάι δεν θα είχαν κανένα λόγο να θυμηθούν αυτήν την παλιά συζήτηση. Κρίμα που δεν μπορούσες να κάνεις τους νεκρούς να περπατήσουν εδώ. Ο θρύλος έλεγε πως η Κίρουκαν είχε αποκεφαλίσει έναν ψεύτικο Δράκοντα με τα ίδια της τα χέρια κι ότι είχε γεννήσει δύο γιους με κάποιον άλλον άντρα ικανό να διαβιβάζει. Ή ίσως με τον ίδιο. Θα πρέπει να ήξερε πώς να πηγαίνει με τα νερά τους και να επιβιώνει.
Όπως ήταν αναμενόμενο, οι δύο πρώτοι από εκείνους που είχε έρθει να συναντήσει η Εθένιελ την περίμεναν, καθένας με δύο ακολούθους. Ο Πάιταρ Νάτσιμαν είχε πολύ περισσότερες ρυτίδες στο μακρόστενο πρόσωπό του από τον εντυπωσιακό και μεγαλύτερο ομορφάντρα που θαύμαζε όταν ήταν κοριτσάκι, για να μην αναφέρουμε πως τα μαλλιά του είχαν αραιώσει κι ήταν πια ως επί το πλείστον γκρίζα. Ευτυχώς, είχε έγκαταλείψει τις πλεξούδες, τη χαρακτηριστική μόδα των Αραφελινών, και τα μαλλιά του τώρα ήταν κοντοκομμένα. Καθόταν στητός πάνω στη σέλα του, ενώ οι ώμοι του δεν χρειάζονταν βάτες μέσα από εκείνον τον κεντητό πράσινο μεταξωτό επενδύτη. Η ίδια γνώριζε καλά πως ο άντρας διέθετε ακόμα την ικανότητα να χειρίζεται με σθένος κι επιδεξιότητα το ξίφος που κρεμόταν στον μηρό του. Ο Ήζαρ Τογκίτα, με το τετραγωνισμένο πρόσωπο, το κρανίο τελείως ξυρισμένο εκτός από μια λευκή τούφα και με το απέριττο πανωφόρι του στο χρώμα του μπρούντζου, ήταν ένα κεφάλι πιο κοντός και πιο μικροκαμωμένος από τον Βασιλιά του Άραφελ· μολαταύτα, έκανε τον Πάιταρ να μοιάζει σχεδόν ασθενικός. Ο Ήζαρ του Σίναρ δεν ήταν συνοφρυωμένος —αν μη τι άλλο, μια χροιά θλίψης έμοιαζε να βαραίνει μόνιμα τη ματιά του— όμως κάλλιστα θα μπορούσε να είναι φτιαγμένος από το μέταλλο που είχε χρησιμοποιηθεί για το μακρύ ξίφος που βρισκόταν ζωσμένο στην πλάτη του. Η γυναίκα εμπιστευόταν και τους δυο τους — κι ήλπιζε πως οι οικογενειακοί τους σύνδεσμοι θα βοηθούσαν στην εξασφάλιση αυτής της εμπιστοσύνης. Οι συμμαχίες μέσω γάμων ανέκαθεν ένωναν με τόσο ισχυρούς δεσμούς τους Μεθορίτες όσο κι ο κοινός τους πόλεμος εναντίον της Μάστιγας· η Εθένιελ είχε μια θυγατέρα παντρεμένη με τον τρίτο γιο του Ήζαρ, έναν γιο νυμφευμένο με την αγαπημένη εγγονή του Πάιταρ, καθώς επίσης έναν αδελφό και δύο αδελφές έγγαμους στους Οίκους τους.
Οι ακόλουθοι τους φάνταζαν τόσο διαφορετικοί όσο κι οι βασιλιάδες τους. Όπως πάντα, ο Ισιγκάρι Τεράσιαν έμοιαζε σαν να είχε μόλις συνέλθει από τη χαύνωση της μέθης. Ποτέ της δεν είχε δει τόσο χοντρό άντρα πάνω σε σέλα· το φίνο κόκκινο πανωφόρι του ήταν τσαλακωμένο, τα μάτια του τσιμπλιασμένα, τα μάγουλά του αξύριστα. Σε πλήρη αντίθεση ο Κύριλ Σιάνρι· ψηλός, λεπτός και κομψός σχεδόν όσο ο Μπάλντερε, παρά τη σκόνη και τον ιδρώτα στο πρόσωπό του, είχε ασημένιες καμπανούλες στο πάνω μέρος από τις μπότες του, στα γάντια του και κάμποσες δεμένες στις πλεξούδες του. Στο πρόσωπό του ήταν αποτυπωμένη η συνήθης έκφραση δυσαρέσκειας κι είχε έναν τρόπο να αντικρίζει μονίμως με βλέμμα παγερό οποιονδήποτε εκτός από τον Πάιταρ. Στην πραγματικότητα, ο Σιάνρι ήταν ανόητος από πολλές απόψεις —οι Αραφελινοί βασιλιάδες σπανίως έδιναν την εντύπωση πως άκουγαν τους συμβούλους τους, στηριζόμενοι κυρίως σε όσα έλεγαν οι βασίλισσες τους— αλλά αυτός εδώ ήταν κάτι περισσότερο απ’ ό,τι έβλεπες με την πρώτη ματιά. Ο Αγκελμαρ Τζάγκαντ θα μπορούσε να είναι μια ογκωδέστερη εκδοχή του Ήζαρ· ένας απλός κι απέριττα ντυμένος άντρας, φτιαγμένος από πέτρα κι ατσάλι, που κουβαλούσε επάνω του περισσότερα όπλα από τον ίδιον τον Μπάλντερε, ένας ξαφνικός θάνατος έτοιμος να εξαπολυθεί. Η Άλεζουν Τσούλιν ήταν τόσο λυγερή όσο εύσωμη ήταν αντιστοίχως η Σεράιλα, χαριτωμένη σε αντίθεση με την ανεπιτήδευτη φυσιογνωμία της δεύτερης, κι ορμητική εκεί που η άλλη γυναίκα ήταν ατάραχη. Η Άλεζουν φάνταζε γεννημένη μέσα στα όμορφα γαλάζια μετάξια που φορούσε. Καλό θα ήταν να θυμάται πόσο μεγάλο λάθος θα έκανε αν έκρινε τη Σεράιλα από την εξωτερική της εμφάνιση και μόνο.