Δύο ακόμα μαυροφορεμένοι άντρες τον ακολουθούσαν κατά πόδας, ένας καραφλός τύπος με μια μακρόστενη, φαιά γενειάδα και λάγνα, γαλάζια μάτια, κι ένας νεαρότερος, λυγερός σαν φίδι και μαυρομάλλης, με έντονη επάνω του την περιφρονητική αλαζονεία που υιοθετούν οι νέοι πριν η ζωή τούς διδάξει. Και οι δύο φορούσαν στους ψηλούς τους γιακάδες το ασημί Ξίφος και τον κόκκινο επισμαλτωμένο Δράκοντα. Ωστόσο, κανείς τους δεν είχε επάνω του ξίφος. Δεν το χρειάζονταν. Ξαφνικά, το δωμάτιο φάνταζε μικρότερο και συνωστισμένο.
Ενστικτωδώς, η Ηλαίην αγκάλιασε το σαϊντάρ κι απλώθηκε για να συνδεθεί. Η Μέριλιλ γλίστρησε εύκολα μέσα στον κύκλο. Παραδόξως, το ίδιο έκανε κι η Ρενάιλ. Μια σύντομη ματιά προς το μέρος της Ανεμοσκόπου ελάττωσε την έκπληξή της. Με χλωμό πρόσωπό, η Ρενάιλ είχε αδράξει τόσο δυνατά το εγχειρίδιο που ήταν τοποθετημένο πίσω από την εσάρπα της, που η Ηλαίην ένιωθε τον πόνο στις αρθρώσεις των δακτύλων της μέσω του συνδέσμου. Είχε μείνει αρκετό καιρό στο Κάεμλυν, έτσι ώστε να καταλαβαίνει τι ήταν ένας Άσα’μαν.
Οι άντρες ήξεραν, φυσικά, ότι κάποια είχε αγκαλιάσει το σαϊντάρ, μολονότι δεν μπορούσαν να διακρίνουν τη λάμψη που περιτριγύριζε τις τρεις γυναίκες. Ο καραφλός κοκάλωσε στη θέση του κι ο λυγερόκορμος νεαρός έσφιξε τις γροθιές του. Κοιτούσαν τριγύρω θυμωμένα. Σίγουρα είχαν αδράξει το σαϊντίν. Η Ηλαίην μετάνιωσε που αφέθηκε να δράσει ενστικτωδώς, αλλά δεν σκόπευε να αφήσει την Πηγή, όχι τώρα τουλάχιστον. Ο Τάιμ απέπνεε κίνδυνο, όπως η φωτιά εκπέμπει θερμότητα, Απορρόφησε αρκετή ενέργεια μέσω του συνδέσμου, μέχρι που η κατακλυσμική αίσθηση της ζωής μετατράπηκε σε απότομα, προειδοποιητικά τσιμπήματα. Αλλά ακόμα κι αυτά άφηναν μια αίσθηση... χαράς. Με τόση ποσότητα Δύναμης μέσα της θα μπορούσε κάλλιστα να ερημώσει ολόκληρο το Παλάτι. Ωστόσο, αναρωτιόταν κατά πόσον ήταν αρκετή για να αντιμετωπίσει τον Τάιμ και τους άλλους δύο. Ευχήθηκε να είχε κοντά της ένα από τα τρία ανγκριάλ που είχαν ανακαλύψει στο Έμπου Νταρ και που τώρα ήταν κλειδωμένο κι ασφαλές με τα υπόλοιπα πράγματα της κρύπτης, μέχρι να βρει καιρό να τα μελετήσει ξανά.
Ο Τάιμ κούνησε το κεφάλι του περιφρονητικά, με ένα μειδίαμα να τρεμοπαίζει στα χείλη του. «Χρησιμοποιήστε τα μάτια σας». Η φωνή του ήταν σιγανή, αλλά σκληρή και χλευαστική. «Υπάρχουν δύο Άες Σεντάι εδώ. Φοβάστε δυο Άες Σεντάι; Αφήστε που μάλλον δεν θα θέλατε να τρομάξετε τη μελλοντική Βασίλισσα του Άντορ». Οι σύντροφοί του χαλάρωσαν κι ύστερα άρχισαν να μιμούνται την αστόχαστη υπεροχή της στάσης του.
Η Ρενέ δεν είχε ιδέα περί σαϊντάρ ή σαϊντίν. Περπάτησε γύρω από τους άντρες μόλις μπήκαν στο δωμάτιο, κοιτώντας τους με δυσαρέσκεια. Ασχέτως αν ήταν Άσα’μαν ή όχι, περίμενε να έχουν ευπρεπή συμπεριφορά. Μουρμούρισε κάτι σχεδόν μέσα από τα δόντια της, αν κι όλο και κάτι ακούστηκε, όπως η φράση «πανούργοι αρουραίοι».
Η Αρχιυπηρέτρια αναψοκοκκίνισε μόλις αντιλήφθηκε ότι είχε ακουστεί στον γύρω χώρο, κι η Ηλαίην είχε την ευκαιρία να δει τη Ρενέ Χάρφορ αναστατωμένη. Ωστόσο, η γυναίκα σηκώθηκε όρθια και, με μια γοητεία κι επιβλητικότητα που θα ζήλευε οποιοσδήποτε ηγεμόνας, είπε: «Συγχώρεσέ με, Αρχόντισσα Ηλαίην, αλλά πληροφορήθηκα ότι αρουραίοι λυμαίνονται τις αποθήκες. Ασυνήθιστο γι’ αυτή την εποχή του χρόνου, κι είναι πολλοί μάλιστα. Με την άδειά σου, θα πρέπει να σιγουρευτώ αν οι ποντικοπιάστες εκτέλεσαν τις διαταγές μου να βάλουν παντού ποντικοπαγίδες».
«Μείνε», της απάντησε ψυχρά η Ηλαίην. Ψύχραιμα. «Με τα ζωύφια θα ασχοληθούμε συν τω χρόνω». Δύο Άες Σεντάι. Ο άντρας δεν αντιλήφθηκε πως η Ρενάιλ μπορούσε να διαβιβάσει, αλλά είχε δώσει έμφαση στις δύο Άες Σεντάι. Τρεις αποτελούσαν σημαντικό πλεονέκτημα, άραγε; Ή μήπως απαιτούνταν περισσότερες; Ήταν ολοφάνερο πως οι Άσα’μαν γνώριζαν πως οι γυναίκες είχαν κάποιο πλεονέκτημα όταν ήταν λιγότερες από τον κύκλο των δεκατριών. Καλύτερα να έπαιζε τον ρόλο του χωρίς την άδειά της, έτσι δεν είναι; «Μπορείς να συνοδεύσεις έξω αυτούς τους καλούς κυρίους μόλις τελειώσω μαζί τους». Οι σύντροφοι του Τάιμ κατσούφιασαν που τους αποκάλεσε «καλούς κυρίους», αλλά ο ίδιος αρκέστηκε σε ένα ακόμα από αυτά τα μειδιάματα. Ήταν αρκετά εύστροφος για να καταλάβει πως, όταν η Ηλαίην μιλούσε για ζωύφια, είχε εκείνον στο μυαλό της. Μα το Φως! Ίσως κάποτε ο Ραντ να είχε ανάγκη αυτόν τον άνθρωπο, αλλά γιατί εξακολουθούσε να τον έχει στη δούλεψή του και, μάλιστα, παραχωρώντας του τέτοια εξουσία; Όπως και να είχε όμως, η εξουσία του δεν μετρούσε καθόλου εδώ.