Выбрать главу

«Τι μπορείς να μου πεις, Μιν;» Η Κάντσουεϊν κρατιόταν ακόμα όρθια, παρά την κούρασή της. Δεν ήταν κι εύκολο να συγκρατείς τη θωράκιση όλη τη μέρα.

Για κάμποσο διάστημα δεν σημειώθηκε επίθεση στη λοφοκορυφή, κι η αλήθεια ήταν πως η μόνη ενεργή διαβίβαση που ένιωθε ήταν αυτή εκ μέρους της Νυνάβε και του αγοριού. Η Έλζα βημάτιζε σε έναν ατελείωτο κύκλο γύρω από την ακρολοφία, εξακολουθώντας να είναι συνδεδεμένη με τη Μερίς και τον Τζαχάρ, αλλά προς το παρόν δεν υπήρχε κάτι άλλο για να κάνει πέρα από το να ανιχνεύει τους γύρω λόφους. Ο Τζαχάρ καθόταν πάνω σε μια πέτρα, με το Καλαντόρ να λάμπει αδιόρατα, έτσι όπως ακουμπούσε στη γωνία του αγκώνα του. Η Μερίς καθόταν στο έδαφος πλάι του, έχοντας το κεφάλι της ακουμπισμένο στα γόνατά του, κι εκείνος της χάιδευε τα μαλλιά.

«Λοιπόν, Μιν;» ξαναρώτησε απαιτητικά η Κάντσουεϊν.

Το κορίτσι έριξε μια οργισμένη ματιά από το βαθούλωμα στο πετρώδες έδαφος, όπου ο Τόμας κι ο Μόαντ την είχαν τσουβαλιάσει μαζί με τη Χαρίνε. Αν μη τι άλλο, οι άντρες ήταν αρκετά λογικοί για να παραδεχτούν ότι δεν τους αφορούσε αυτού του είδους η μάχη. Η Χαρίνε ήταν σκυθρωπή και κατηφής, ενώ χρειάστηκε πάνω από μία φορά να επέμβει κάποιος άντρας για να εμποδίσει τη Μιν από το να πάει στον νεαρό αλ’Θόρ. Αναγκαστικά, της πήραν τα μαχαίρια, γιατί προσπάθησε να χρησιμοποιήσει τις λεπίδες επάνω τους.

«Ξέρω πως είναι ζωντανός», μουρμούρισε το κορίτσι, «και νομίζω πως έχει χτυπηθεί. Κι αν διαισθάνομαι αρκετά, για να καταλάβω πως είναι χτυπημένος, σημαίνει πως υποφέρει. Αφήστε με να πάω κοντά του».

«Το μόνο που θα κατάφερνες θα ήταν να γίνεις εμπόδιο».

Δίχως να δίνει σημασία στο αγωνιώδες μουγκρητό του κοριτσιού, η Κάντσουεϊν βάδισε στο ακανόνιστο έδαφος, προς το σημείο όπου κάθονταν ο Ραντ κι η Νυνάβε, αλλά για μια στιγμή δεν κοιτούσε αυτούς. Ακόμα κι από αυτή την απόσταση των αρκετών μιλίων, ο σκοτεινός θόλος φάνταζε θεόρατος, έτσι όπως υψωνόταν χίλια πόδια στο ψηλότερο σημείο του. Επιπλέον, είχε αρχίσει να διογκώνεται. Η επιφάνεια έμοιαζε με μαύρο ατσάλι, μολονότι δεν αστραποβολούσε κάτω από τον απογευματινό ήλιο. Τουναντίον, το φως έμοιαζε να γίνεται πιο θαμπό και μουντό γύρω του.

Ο Ραντ δεν είχε κουνήσει ρούπι εξαρχής, μια ακίνητη, σχεδόν αόρατη φιγούρα, με τον ιδρώτα να κυλάει στο πρόσωπό του. Αν όντως υπέφερε, όπως διατεινόταν η Μιν, δεν το έδειχνε. Αλλά κι αν το έδειχνε, η Κάντσουεϊν όχι μόνο δεν είχε ιδέα τι να κάνει, αλλά δεν ήξερε καν αν τολμούσε να κάνει κάτι. Αν τον ενοχλούσε τώρα, οι συνέπειες μπορεί να ήταν φρικτές. Ρίχνοντας μια φευγαλέα ματιά σε αυτόν τον πανύψηλο και κατάμαυρο θόλο, η Κάντσουεϊν μούγκρισε. Ίσως οι συνέπειες να ήταν φρικτές, και μόνο που τον είχε αφήσει να ξεκινήσει όλη αυτή τη διαδικασία.

Αφήνοντας ένα βογκητό, η Νυνάβε γλίστρησε από το πέτρινο κάθισμά της κι έπεσε στο έδαφος. Το φόρεμά της ήταν μουσκεμένο από τον ιδρώτα, και λωρίδες μαλλιών ήταν κολλημένες στο γλιστερό της πρόσωπο. Τα ματοτσίνορά της ανοιγόκλεισαν φευγαλέα, και τα στήθη της φούσκωσαν, καθώς πάσχιζε απεγνωσμένα να πάρει ανάσα. «Φτάνει», κλαψούρισε. «Δεν αντέχω άλλο».

Η Κάντσουεϊν δίστασε, κάτι που δεν συνήθιζε. Η κοπέλα δεν θα άφηνε τον κύκλο μέχρι να την ελευθερώσει ο νεαρός αλ’Θόρ, αλλά, εκτός κι αν αυτά τα Τσόενταν Καλ ήταν εξίσου ελαττωματικά με το Καλαντόρ, θα την εμπόδιζε να απορροφήσει αρκετή ενέργεια από τη Δύναμη για να την καταστρέψει. Εκτός κι αν λειτουργούσε σαν αγωγός μιας πολύ μεγαλύτερη ποσότητας σαϊντάρ από αυτή που θα μπορούσε να χαλιναγωγήσει ολόκληρος Λευκός Πύργος, κάνοντας χρήση του κάθε ξεχωριστού ανγκριάλ και σα’ανγκριάλ που είχε στην κατοχή του. Η ροή τη διαπερνούσε τόσο πολλές ώρες, που η απλή, φυσική εξουθένωση μπορεί να αποδεικνυόταν θανατηφόρα.

Γονατίζοντας δίπλα στο κορίτσι, η Κάντσουεϊν άφησε το χελιδόνι στο έδαφος πλάι της, πήρε στα χέρια της το κεφάλι της Νυνάβε και μείωσε το ποσοστό του σαϊντάρ που διοχέτευε στη θωράκιση. Οι ικανότητές της στη Θεραπεία ήταν μάλλον μέτριες, αλλά μπορούσε να διώξει ένας μέρος της κούρασης του κοριτσιού χωρίς να δείξει υπερβάλλοντα ζήλο. Ωστόσο, είχε πλήρη επίγνωση της αδυνατισμένης θωράκισης που τους κάλυπτε και, χωρίς να χάσει χρόνο, άρχισε να σχηματίζει τις υφάνσεις.