Λίγο αργότερα, καθώς πλησίαζε στην πόρτα του σπιτιού με τον αριθμό 4, το πρώτο πράγμα που είδε — και του χάλασε ακόμη περισσότερο το κέφι — ήταν η γκρίζα γάτα που είχε προσέξει το ίδιο πρωί. Η γάτα καθόταν τώρα επάνω στο χαμηλό φράχτη του κήπου του. Ήταν σίγουρος πως ήταν η ίδια γάτα, γιατί είχε τις ίδιες μαύρες γραμμές στο πρόσωπο γύρω απ' τα μάτια.
«Ξξξτ!» φώναξε δυνατά ο κύριος Ντάρσλι.
Η γάτα συνέχισε να μένει ακίνητη, αλλά του έριξε μια αυστηρή ματιά. Έτσι κάνουν οι γάτες; αναρωτήθηκε ο κύριος Ντάρσλι. Προσπαθώντας να μη χάσει την ψυχραιμία του, μπήκε γρήγορα στο σπίτι, αποφασισμένος και πάλι να μην πει τίποτα στη γυναίκα του.
Η κυρία Ντάρσλι είχε μια ευχάριστη και συνηθισμένη μέρα. Καθώς έτρωγαν το βραδινό τους, είπε στον άντρα της όλα όσα είχε μάθει για τα προβλήματα της καινούριας γειτόνισσας με την κόρη της, καθώς και για τις δυο καινούριες λέξεις που είχε μάθει ο γιος τους, ο Ντάντλι: το «δε θέλω!» Ο κύριος Ντάρσλι προσπάθησε να φερθεί όσο γινόταν πιο φυσιολογικά. Κι όταν ο γιος τους αποκοιμήθηκε, πήγε στο σαλόνι κι άνοιξε την τηλεόραση για ν' ακούσει τις τελευταίες ειδήσεις.
«Και, τέλος», είπε ο εκφωνητής, «παρατηρητές πουλιών απ' όλη τη χώρα μάς δήλωσαν πως οι κουκουβάγιες φέρονται πολύ περίεργα σήμερα. Ενώ, συνήθως, οι κουκουβάγιες κυνηγούν τη νύχτα και σπάνια εμφανίζονται την ημέρα, σήμερα, από την ανατολή του ήλιου, εκατοντάδες από αυτά τα πουλιά θεάθηκαν να πετούν προς κάθε κατεύθυνση. Οι ορνιθολόγοι αδυνατούν να εξηγήσουν γιατί οι κουκουβάγιες άλλαξαν ξαφνικά τις συνήθειες τους. Και τώρα θα δώσουμε το μικρόφωνο στο συνάδελφο Τζιμ ΜακΓκάφιν, για το δελτίο καιρού. Τι γίνεται, Τζιμ; Μήπως θα έχουμε αύριο καμιά βροχή από κουκουβάγιες;»
«Λοιπόν, Τεντ, δεν μπορώ να πω τίποτα γι αυτό», αποκρίθηκε ο Τζιμ. «Δεν είναι, όμως, μόνον οι κουκουβάγιες που φέρονται περίεργα σήμερα. Τηλεθεατές μας από διάφορες περιοχές της χώρας, από το Κεντ και το Γιόρκσιρ ως το Ντάντι, μας τηλεφώνησαν για να πουν πως, αντί για τη βροχή που η μετεωρολογική υπηρεσία προέβλεψε για σήμερα, είδαν μια πραγματική καταιγίδα από διάττοντες αστέρες! Ίσως, όμως, να πρόκειται για πυροτεχνήματα... Πάντως η αποψινή νύχτα θα είναι οπωσδήποτε βροχερή και...»
Ο κύριος Ντάρσλι πάτησε το κουμπί και συνέχισε να κάθεται ακίνητος στην πολυθρόνα του. Διάττοντες αστέρες σ' όλη τη χώρα; Κουκουβάγιες που πετούν τη μέρα στον ουρανό της Αγγλίας; Μυστηριώδεις τύποι με μανδύες παντού; Και ψίθυροι για τους Πότερ...
Εκείνη τη στιγμή η κυρία Ντάρσλι μπήκε στο σαλόνι κρατώντας ένα δίσκο με δυο φλιτζάνια τσάι. Η καρδιά του άντρα της ήταν τώρα βαριά σαν πέτρα. Όχι, δεν μπορούσε να το αποφύγει. Κάτι έπρεπε να της πει, για να την προετοιμάσει...
Ξερόβηξε λοιπόν νευρικά κι άρχισε: «Ε... Πετούνια... μήπως είχες τελευταία τίποτα νέα από την αδελφή σου;»
Όπως το περίμενε, η κυρία Ντάρσλι έδειξε αμέσως ταραχή και θυμό. Δικαιολογημένα, αφού συνήθως παρίσταναν κι οι δυο πως δεν είχε αδελφή.
«Όχι!» αποκρίθηκε απότομα. «Γιατί ρωτάς;»
«Περίεργα πράγματα στο δελτίο ειδήσεων... Κουκουβάγιες, διάττοντες αστέρες... και παράξενοι τύποι με μανδύες...»
«Και λοιπόν;»
«Να... σκέφθηκα... πως μπορεί να είχε κάποια σχέση με... με το δικό της σινάφι...»
Σιωπηλή, η κύρια Ντάρσλι άρχισε να πίνει το τσάι της με σφιγμένα χείλη. Ο άντρας της αναρωτήθηκε, ανήσυχος, αν θα τολμούσε τελικά να της πει πως είχε ακούσει και το επώνυμο Πότερ. Τελικά αποφάσισε πως δε θα το τολμούσε, τουλάχιστον όχι ακόμη. Έτσι, μιλώντας όσο πιο αδιάφορα μπορούσε, ρώτησε: «Εκείνος ο γιος τους... θα πρέπει τώρα να είναι σαν τον Ντάντλι μας...»
«Νομίζω πως ναι», αποκρίθηκε στυφά η κυρία Ντάρσλι.
«Και... πώς τον λένε; Χάουαρντ, νομίζω...»
«Όχι. Χάρι, ένα άσχημο και πολύ συνηθισμένο όνομα!»
«Ναι, βέβαια», αποκρίθηκε ο κύριος Ντάρσλι, νιώθοντας την καρδιά του να βουλιάζει. «Συμφωνώ μαζί σου».
Δεν ξαναμίλησε γι αυτό το θέμα, μέχρι που τελείωσαν κι οι δυο το τσάι τους και σιωπηλοί ανέβηκαν στην κρεβατοκάμαρα. Όταν η κυρία Ντάρσλι μπήκε στο μπάνιο, ο κύριος Ντάρσλι πλησίασε στο παράθυρο, τράβηξε λίγο την κουρτίνα και κοίταξε κάτω στον κήπο. Η γάτα ήταν ακόμη επάνω στο φράχτη και κοιτούσε προς την αρχή της οδού Πριβετ, σαν κάτι να περίμενε.
Μήπως τα φαντάζομαι όλ' αυτά; αναρωτήθηκε ο κύριος Ντάρσλι. Μήπως όλ' αυτά δεν έχουν καμία σχέση με τους Πότερ; Γιατί, αν έχουν... κι αν μαθευόταν πως εκείνοι συγγένευαν μ' ένα ζευγάρι που... Όχι! Αν συνέβαινε κάτι τέτοιο, ο κύριος Ντάρσλι ήταν σίγουρος πως ούτε αυτός, ούτε η γυναίκα του, θα μπορούσαν να το αντέξουν.