«Α, ναι, όλοι το γιορτάζουν, βέβαια!» αποκρίθηκε ανυπόμονα. «Θα περίμενε κανείς να είναι περισσότερο προσεκτικοί. Αλλά όχι. Ακόμη κι οι χαζοί Μαγκλ πρόσεξαν πως κάτι τρέχει! Το είπαν, μάλιστα, και στις ειδήσεις τους». Με μια απότομη κίνηση του κεφαλιού, έδειξε το παράθυρο του σκοτεινού σαλονιού στο σπίτι των Ντάρσλι. «Κοπάδια από κουκουβάγιες... διάττοντες αστέρες... Ας μην ξεχνάμε πως οι Μαγκλ δεν είναι κι εντελώς ηλίθιοι. Αργά ή γρήγορα κάτι θα πρόσεχαν. Αυτοί οι διάττοντες αστέρες ήταν στο Κεντ. Στοιχηματίζω λοιπόν πως είναι δουλειά του Δαίδαλου Ντιγκλ: Ποτέ δεν τα κατάφερε να συγκρατηθεί!»
«Δεν πρέπει να τους αδικείς τόσο πολύ», είπε μαλακά ο Ντάμπλντορ. «Μην ξεχνάς πως δεν είχαμε τίποτα να γιορτάσουμε τα τελευταία έντεκα χρόνια...»
«Το ξέρω αυτό», αποκρίθηκε νευριασμένη η καθηγήτρια. «Δεν είναι, όμως, λόγος να χάσουμε κι εντελώς την ψυχραιμία μας. Οι δικοί μας φέρονται εντελώς απρόσεκτα: έξω στους δρόμους με το φως της ημέρας, ούτε καν φορώντας τα ρούχα των Μαγκλ... να κουτσομπολεύουν στις γωνίες!»
Η καθηγήτρια σταμάτησε κι έριξε ένα λοξό βλέμμα στον Ντάμπλντορ, σαν να περίμενε να της πει κάτι. Καθώς εκείνος δε μιλούσε, συνέχισε: «Το φαντάζεσαι, απ' την πρώτη κιόλας μέρα που ο Ξέρεις-Ποιος εξαφανίστηκε, οι Μαγκλ να μάθουν τα πάντα για όλους εμάς! Τουλάχιστον, Ντάμπλντορ, ελπίζω ο Ξέρεις-Ποιος να έχει πραγματικά εξαφανιστεί...»
«Όλα δείχνουν πως ναι», αποκρίθηκε εκείνος. «Κι έχουμε σοβαρούς λόγους να είμαστε τόσο ενθουσιασμένοι. Μήπως θέλεις μια καραμέλα λεμόνι;»
«Μια... τι;»
«Μια καραμέλα λεμόνι. Είναι μια λιχουδιά των Μαγκλ που πολύ μ' αρέσει...»
«Όχι, ευχαριστώ», είπε στεγνά η καθηγήτρια, σαν να ήθελε να δείξει πως η στιγμή δεν της φαινόταν κατάλληλη για καραμέλες λεμόνι. «Όπως έλεγα, όμως, ακόμη κι αν ο Ξέρεις-Ποιος έχει πραγματικά εξαφανιστεί...»
«Αγαπητή μου καθηγήτρια», τη διέκοψε ο Ντάμπλντορ, «είμαι σίγουρος πως ένα τόσο λογικό πλάσμα σαν εσένα δε θα πρέπει να δυσκολεύεται να τον πει με το αληθινό του όνομα; Όλα αυτά τα "Ξέρεις-Ποιος" είναι ανοησίες. Εδώ κι έντεκα ολόκληρα χρόνια προσπαθώ να πείσω τους δικούς μας να τον λένε με το πραγματικό του όνομα: Βόλντεμορτ!»
Στο άκουσμα του ονόματος, η καθηγήτρια έκανε μια τρομαγμένη κίνηση προς τα πίσω, αλλά ο Ντάμπλντορ, που ξεδίπλωνε άλλη μια καραμέλα λεμόνι, δε φάνηκε να το προσέχει.
«Δημουργείται τόση σύγχυση όταν λέμε ο Ξέρεις-Ποιος κι άλλα παρόμοια», συνέχισε σ Ντάμπλντορ. «Εγώ, πρόσωπικά, δε βρήκα ποτέ τον παραμικρό Λόγο να μην τον Λέω με το όνομα του: Βόλντεμορτ».
«Το ξέρω αυτό», αποκρίθηκε η καθηγήτρια κι ο τόνος της φωνής της έδειχνε αγανάκτηση ανάκατη με θαυμασμό. «Εσύ, όμως, είσαι διαφορετικός. Όλοι ξέρουν πως ήσουν ο μόνος τον οποίον ο Ξέρεις-Ποιος... εντάξει, ο Βόλντεμορτ, φοβόταν!»
«Με κολακεύεις», αποκρίθηκε ψύχραιμα ο Ντάμπλντορ. «Ο Βόλντεμορτ έχει δύναμη που εγώ δε θ' αποκτήσω ποτέ».
«Μόνο επειδή είσαι μεγαλόψυχος και δε θέλεις να την αποκτήσεις...»
«Ευτυχώς που είναι σκοτάδι», παρατήρησε ο Ντάμπλντορ. «Γιατί έχω γίνει κατακόκκινος κι αυτό έχει να μου συμβεί από τότε που η κυρία Πόμφρι μου είπε πόσο της άρεσε ο σκούφος μου...»
Η καθηγήτρια ΜακΓκόναγκαλ έριξε άλλη μια διαπεραστική ματιά στον Ντάμπλντορ και μετά είπε: «Οι κουκουβάγιες δεν είναι τίποτα μπροστά στις φήμες που πετάνε ένα γύρω. Ξέρεις τι λένε όλοι, σχετικά με το γιατί εξαφανίστηκε ο Βόλντεμορτ; Δηλαδή, τι ήταν αυτό που τελικά τον σταμάτησε;»
Ήταν φανερό τώρα πως η καθηγήτρια ΜακΓκόναγκαλ είχε πια φτάσει ακριβώς στο σημείο το οποίο ήθελε να κουβεντιάσει, στο λόγο που την είχε κάνει να καθίσει επάνω σ' ένα σκληρό φράχτη μια ολόκληρη μέρα, γιατί ποτέ, ούτε σαν γάτα ούτε σαν γυναίκα, δεν είχε κοιτάξει τον Ντάμπλντορ με τόσο διαπεραστικό Βλέμμα. Ήταν επίσης φανερό πως δε σκόπευε να πιστέψει αυτά που έλεγαν όλοι, αν ο Ντάμπλντορ δεν τη βεβαίωνε πως ήταν αλήθεια. Εκείνος, όμως, ξεδίπλωνε άλλη μια καραμέλα λεμόνι και δεν απαντούσε.
«Όλοι λένε», συνέχισε η καθηγήτρια, «πως χθες βράδυ ο Βόλντεμορτ εμφανίστηκε ξαφνικά στη συνοικία Γκόντρικ. Πως πήγε εκεί για να βρει τους Πότερ. Οι φήμες λένε πως η Αίλι κι ο Τζέιμς Πότερ είναι... είναι... νεκροί».
Ο Ντάμπλντορ χαμήλωσε σιωπηλά το κεφάλι του. Η καθηγήτρια ΜακΓκόναγκαλ έπνιξε με δυσκολία ένα επιφώνημα τρόμου.
«Η Λίλι κι ο Τζέιμς...» είπε. «Δεν μπορώ να το πιστέψω... Δε θέλω να το πιστέψω! Αχ, Άλντους!...»
Ο Ντάμπλντορ άπλωσε το χέρι του και τη χάιδεψε απαλά στον ώμο. «Ξέρω... ξέρω...» είπε θλιμμένα.
Η φωνή της καθηγήτριας έτρεμε, καθώς συνέχιζε: «Άκουσα όμως κι άλλες φήμες... Λένε πως ο Βόλντεμορτ προσπάθησε να σκοτώσει και το γιο των Πότερ, τον Χάρι. Αλλά δεν τα κατάφερε! Δεν μπόρεσε να σκοτώσει αυτό το μικρό αγόρι... Κανείς δεν ξέρει το πώς και το γιατί, αλλά όλοι λένε πως, από τη στιγμή που δεν μπόρεσε να σκοτώσει τον Χάρι Πότερ, ο Βόλντεμορτ έχασε τη δύναμη του! Και γι αυτό εξαφανίστηκε».