Выбрать главу

«…Αλλά δεν έχουν προσχωρήσει στον αγώνα μας», κατέληξε το ξωτικό.

«Ούτε και θα προσχωρήσουν», δήλωσε η Κατρίν. Όλα τα μάτια στράφηκαν πάνω της, μερικά με ερωτηματικό βλέμμα σαν να αναρωτιούνταν τι ήξερε. Ο Λούθιεν κατάλαβε, γιατί είχε πάει αρκετές φορές στο Χέιλ, την πατρίδα της Κατρίν, μια πόλη με ελεύθερο και ανεξάρτητο πνεύμα όχι διαφορετική από το Πορτ Τσάρλι. Παρ’ όλα αυτά δεν ήταν τόσο σίγουρος ότι το σκεπτικό της Κατρίν είναι σωστό. Τα ονόματα των αρχαίων ηρώων, και ειδικά το όνομα του Μπρους Μακντόναλντ, ξυπνούσαν περηφάνια και αφοσίωση σε όλο το Εριαντόρ συμπεριλαμβανομένου και του Πορτ Τσάρλι.

«Αν έρθει στόλος από το Άβον, πρέπει να τον σταματήσουμε στην ακτή», είπε αποφασισμένα ο Λούθιεν.

Η Κατρίν κούνησε το κεφάλι. «Αν δοκιμάσεις να μπεις με στρατό στο Πορτ Τσάρλι, θα αναγκαστείς να πολεμήσεις», είπε. «Όχι όμως με τους συμμάχους του Γκρινσπάροου…»

«Θα αφήσουν τους Κυκλωπιανούς να περάσουν;» ρώτησε ο Όλιβερ.

«Αφού δεν συμμαχούν μαζί μας, δεν είναι πιθανό να αντισταθούν στον Γκρινσπάροου», είπε ο Σιόμπαν.

Το μυαλό του Λούθιεν έτρεχε εξετάζοντας πιθανότητες. Θα μπορούσε να παρασύρει το Πορτ Τσάρλι στην επανάσταση; Και αν όχι, θα είχαν καμιά ελπίδα οι επαναστάτες αν προσπαθούσαν να αντισταθούν στον στρατό του Άβον;

«Ίσως θα έπρεπε να επανεξετάσουμε την πορεία μας», είπε μετά από μια στιγμή ο Όλιβερ.

«…Να επανεξετάσουμε την πορεία μας;» είπαν η Κατρίν και η Σιόμπαν μαζί.

«Να εξαφανιστούμε πάλι», διευκρίνησε ο χάφλινγκ. «Έτσι κι αλλιώς, ο χειμώνας είναι πολύ κρύος για μάχες. Έτσι, παύουμε απλώς να πολεμάμε. Τότε, εσύ κι εγώ», είπε στον Λούθιεν σκουντώντας τον, «θα φύγουμε από ’δώ σαν συνετοί άνθρωποι».

Αυτή η ξεκαθαρή δήλωση, ότι ίσως η εξέγερση είχε προχωρήσει περισσότερο απ’ όσο έπρεπε, ήταν μια ψυχρολουσία για όλους όσους βρίσκονταν κοντά στον Όλιβερ, αλλά και για πολλούς που παρακολουθούσαν τη συζήτηση χωρίς να παίρνουν μέρος. Ο χάφλινγκ τους είχε υπενθυμίσει το τίμημα της αποτυχίας.

Η Σιόμπαν κοίταξε το ξωτικό δίπλα της, που απλώς σήκωσε ανήμπορα τους ώμους.

«Η ζωή μας δεν ήταν τόσο άσχημη πριν τον πόλεμο», είπε ο Τάσμαν πλησιάζοντας τον Λούθιεν και τον Όλιβερ από την πίσω μεριά του πάγκου.

«Υπάρχει και η διπλωματική προσέγγιση», είπε η Σιόμπαν. «Ακόμη και τώρα. Ο Όμπρεϊ ξέρει ότι δεν μπορεί να καταπνίξει την εξέγερση χωρίς βοήθεια από το Άβον, και θέλει τη θέση του δούκα. Ίσως σκεφτεί ότι, αν μπορέσει να κάνει μια συμφωνία και να σώσει το Μόντφορτ, ο Γκρινσπάροου θα τον ανταμείψει με τον τίτλο».

Ο Λούθιεν κοίταξε την Κατρίν Ο’ Χέιλ. Τα καταπράσινα μάτια της άστραφταν από θυμό. Ήταν φανερό ότι η διπλωματική οδός, η παράδοση, δεν άρεσε καθόλου στην περήφανη πολεμίστρια.

Πίσω από την Κατρίν κάμποσοι θαμώνες ταρακουνήθηκαν και μετά παραμέρισαν. Μετά, κάποιος έσπρωξε την Κατρίν και μια μικροσκοπική αλλά γεροδεμένη μορφή με κατάμαυρη γενειάδα ήλθε να σταθεί μπροστά στον Λούθιεν.

«Τι είναι αυτές οι ανοησίες;» ρώτησε ο νάνος Σάγκλιν, με τις ροζιασμένες γροθιές του σφιγμένες σαν να ήταν έτοιμος από στιγμή σε στιγμή να πηδήσει και να στραγγαλίσει τον Λούθιεν.

«Συζητάμε την πορεία μας», απάντησε ο Όλιβερ. Ο χάφλινγκ είδε τη φωτιά του θυμού στα μάτια του Σάγκλιν. Ο νάνος είχε ανακαλύψει την ελπίδα έχοντας γευτεί την ελευθερία, γι’ αυτό συχνά έλεγε ότι προτιμά τον θάνατο από την επιστροφή στην προηγούμενη σκλαβιά του.

Ο Σάγκλιν ξεφύσηξε. «Την πορεία σας την αποφασίσατε εκείνη τη μέρα στη Μητρόπολη», φώναξε. «Νομίζετε ότι μπορείτε να κάνετε πίσω, τώρα;»

«Εγώ και ο Λούθιεν, όχι», παραδέχτηκε ο χάφλινγκ. «Αλλά οι υπόλοιποι…»

Ο Σάγκλιν δεν τον άκουγε. Προχώρησε ανάμεσα στον Λούθιεν και τον Όλιβερ, τους παραμέρισε, αρπάχτηκε από την άκρη του πάγκου κι ανέβηκε πάνω.

«Ε!» βρυχήθηκε, έτσι όλοι σώπασαν. Ακόμη κι ο Τάσμαν δεν αντέδρασε, αν και δεν του άρεσε καθόλου που ο Σάγκλιν πατούσε πάνω στον γυαλισμένο πάγκο με τις μπότες του.

»Ποιος εδώ μέσα θέλει να παραδοθούμε;» φώναξε ο Σάγκλιν.

Κανείς δεν μίλησε.

«Σάγκλιν…» είπε ο Λούθιεν, προσπαθώντας να ηρεμήσει τον ευέξαπτο φίλο του.

Ο νάνος τον αγνόησε. «Ποιος εδώ μέσα θέλει να σκοτώσουμε τον Όμπρεϊ και να υψώσουμε τη σημαία του Κάερ Μακντόναλντ;»

Ξέσπασαν από παντού ζητωκραυγές. Πολλοί, βγάζοντας τα σπαθιά από τις θήκες, άρχισαν να τα χτυπούν μεταξύ τους πάνω από τα κεφάλια. Ακούστηκαν φωνές για το κεφάλι του Όμπρεϊ.

Ο Σάγκλιν πήδησε κάτω, ανάμεσα στον Όλιβερ και τον Λούθιεν. «Πήρατε την απάντησή σας», γρύλλισε, πηγαίνοντας να σταθεί ανάμεσα στην Κατρίν και την Σιόμπαν. Σταύρωσε τα χέρια στο πλατύτατο στήθος του και κοίταξε τον Λούθιεν με ένα σκληρό, αποφασισμένο βλέμμα.