Выбрать главу

«Ρίξτε μέχρι και το τελευταίο βέλος», είπε η Σιόμπαν στους συντρόφους της. «Και ετοιμάστε σχοινιά για να κατεβούμε στη νότια πτέρυγα, για να βοηθήσουμε τους δικούς μας».

Τα άλλα ξωτικά κατένευσαν σκυθρωπά, στην πραγματικότητα όμως δεν περίμεναν μια τέτοια διαταγή. Συνήθως οι Κάτερς έκαναν κλεφτοπόλεμο, χτυπούσαν με τα βέλη τους και μετά αποχωρούσαν πριν προλάβει να απαντήσει ο εχθρός. Τώρα όμως πολεμούσαν για τη Μητρόπολη, κινδυνεύοντας να τη χάσουν μαζί με πολλές ζωές επαναστατών. Δεν θα χρησιμοποιήσουμε τη συνηθισμένη τακτική του κλεφτοπόλεμου, τους εξήγησε βιαστικά η Σιόμπαν. Αυτή η μάχη είναι πολύ σημαντική.

Ο Λούθιεν βρισκόταν τώρα στο κέντρο της συμπλοκής, η αιχμή της επίθεσης, με το μεγάλο σπαθί του, τον Τυφλωτή, να εξοντώνει τους Κυκλωπιανούς τον ένα μετά τον άλλο. Ο Όλιβερ και η Κατρίν ήσαν δίπλα του. Ο χάφλινγκ πολεμούσε με ξίφος και μεν-γκος έχοντας ριγμένο το τεράστιο καπέλο του πίσω, πάνω από τα μακριά σγουρά μαλλιά του, ενώ η Κατρίν κρατούσε μόνο μια ελαφριά λόγχη. Ο Όλιβερ και η Κατρίν ήταν τρομεροί πολεμιστές όπως και οι άνδρες πίσω τους, μια μανιασμένη σφήνα που προχωρούσε ασυγκράτητη από την ημικυκλική κόγχη σαρώνοντας τους εχθρούς και αγκαλιάζοντας τους επαναστάτες στην προστατευτική της ασπίδα.

Οι Κυκλωπιανοί όμως πρόσεχαν κυρίως τον Λούθιεν, την Πορφυρή Σκιά, τον εκτελεστή του Μόρκνεϊ. Οι μονόφθαλμοι ήξεραν αυτό τον μανδύα και είχαν αναγνωρίσει επίσης το εκπληκτικό σπαθί με τη χρυσή πετραδοστόλιστη λαβή σε σχήμα ορθωμένου δράκοντα, που τα απλωμένα φτερά του σχημάτιζαν την καλύπτρα του χεριού. Ο Λούθιεν ήταν ο πιο επικίνδυνος, ήταν ο αρχηγός των Εριαντοριανών. Αν κατάφερναν να σκοτώσουν την Πορφυρή Σκιά, μετά θα ήταν εύκολο να καταπνίξουν την επανάσταση στο Μόντφορτ. Πολλοί Κυκλωπιανοί φρόντιζαν να αποφύγουν το πανίσχυρο ξίφος του νεαρού Μπέντγουιρ, αλλά υπήρχαν και μερικοί που ήταν αρκετά γενναίοι για να σταθούν στον δρόμο του, θέλοντας να κερδίσουν την εύνοια του υποκόμη Όμπρεϊ που, μάλλον, θα διοριζόταν επόμενος δούκας της πόλης.

«Θα ’πρεπε να χρησιμοποιείς κι εσύ, μεν-γκος…», δήλωσε ο Όλιβερ, βλέποντας τον Λούθιεν να ξιφομαχεί με δύο μονόφθαλμους. Και για να υπογραμμίσει τη δήλωσή του, ο χάφλινγκ, απέκρουσε με το μεγάλο στιλέτο έναν λογχισμό πιάνοντας την αιχμή της λόγχης με το προστατευτικό της λαβής του μεν-γκος. Με ένα στρέψιμο του δυνατού καρπού του ο Όλιβερ έσπασε το πάνω μέρος της λόγχης και, αμέσως μετά, αφού πέρασε με γρήγορο βήμα δίπλα από το σπασμένο κοντάρι, έχωσε το ξίφος του στο στήθος του Κυκλωπιανού.

»…Γιατί είναι ανοησία να χρησιμοποιείς το αριστερό σου χέρι μόνο για ισορροπία», κατέληξε ο χάφλινγκ και, κάνοντας ένα βήμα πίσω, πήρε μια ηρωική πόζα με την αιχμή του ξίφους του στο πάτωμα και το χέρι με το στιλέτο στον γοφό. Πρόλαβε να μείνει έτσι μόνο για μια στιγμή, καθώς του επιτέθηκε αμέσως ένας Κυκλωπιανός από το πλάι.

Ο Λούθιεν χαμογέλασε, παρά την πίεση και το γεγονός ότι ξιφομαχούσε με δύο αντιπάλους. Ένιωσε την ανάγκη να αντικρούσει τα επιχειρήματα του Όλιβερ, να αποστομώσει τον μικροσκοπικό του φίλο.

«Μα, αν πολεμούσα με δύο όπλα», είπε, κάνοντας έναν ξιφισμό με τον Τυφλωτή πριν τον φέρει πίσω και σαρώσει κυκλικά τον χώρο μπροστά του για να απωθήσει τους αντιπάλους του, «δεν θα μπορούσα να το κάνω αυτό…». Έπιασε το ξίφος και με τα δύο χέρια, σήκωσε το βαρύ όπλο ψηλά πάνω από το κεφάλι του και όρμησε μπροστά. Ο Τυφλωτής κατέβηκε διαγώνια και, με τη δύναμη του χτυπήματος, παραμέρισε τις λόγχες των δύο Κυκλωπιανών κόβοντας την αιχμή της μίας.

Το σπαθί συνέχισε την τροχιά του, ανέβηκε πάλι πάνω από το κεφάλι του Λούθιεν και ξανακατέβηκε, ενώ ο νεαρός συνέχιζε την πορεία του αποκρούοντας διαρκώς τις λόγχες των Κυκλωπιανών.

Ο Τυφλωτής συνέχισε τη μανιασμένη περιστροφή του με την ίδια πάντα ταχύτητα, αλλά αυτήν τη φορά ο Λούθιεν αντέστρεψε τη φορά της κίνησης και κατέβασε το σπαθί κυκλικά από τα αριστερά. Η αιχμή του χάραξε μια ματωμένη διαγώνια γραμμή στο στήθος του κοντινότερου Κυκλωπιανού. Ο δεύτερος γύρισε για να αποκρούσει το σπαθί που ερχόταν, κρατώντας γερά τη λόγχη μπροστά στο στήθος του.

Ο Τυφλωτής έσπασε τη λόγχη, διαπέρασε την πανοπλία του μονόφθαλμου και καρφώθηκε βαθιά στο στήθος του. Ο Κυκλωπιανός παραπάτησε και θα είχε πέσει πίσω, αλλά ο Λούθιεν κρατούσε γερά το σπαθί, έτσι ώστε το ίδιο το ξίφος με τη σειρά του κρατούσε τον Κυκλωπιανό στη θέση του.

Ο άλλος μονόφθαλμος οπισθοχώρησε σκουπίζοντας το αίμα από το στήθος του, πριν γυρίσει και το βάλει στα πόδια. Δεν είχε καμία επιθυμία πια να αντιμετωπίσει τον νεαρό πολεμιστή.