Ο Σάγκλιν απάντησε με ένα ικανοποιημένο γρύλλισμα — ο Λούθιεν ήξερε πού ήθελε να πάει ο νάνος. Ο Σάγκλιν είχε ξαναβρεθεί στα ορυχεία, αλλά για λίγο μόνο. Τον είχαν συλλάβει όταν βοήθησε τον Λούθιεν και τον Όλιβερ σε μία από τις πολλές τολμηρές αποδράσεις τους, και τον είχαν καταδικάσει σε καταναγκαστικά έργα στα ορυχεία του Μόντφορτ μαζί με δύο συντρόφους του, όπως έκαναν πάντα με τους νάνους. Όμως ο Όλιβερ και ο Λούθιεν, μαζί με τους Κάτερς, είχαν σώσει τους τρεις νάνους πριν προλάβουν οι Κυκλωπιανοί να τους κατεβάσουν στα κάτω επίπεδα.
«Κι εσείς για πού το βάλατε;» ρώτησε ο Σάγκλιν, βλέποντας ότι ο Λούθιεν και ο Όλιβερ δεν τους ακολούθησαν.
Ο Λούθιεν σήκωσε τους ώμους χαμογελώντας και γύρισε να φύγει. Ο Όλιβερ τον χαιρέτισε αγγίζοντας τον γύρο του καπέλου του. «Υπάρχουν πολλά μικρότερα πλευρικά τούνελ», εξήγησε ο χάφλινγκ. «Θα εμφανιστούμε εκεί όπου θα μας χρειάζεστε πιο πολύ!»
Και με αυτή την ηρωική υπόσχεση, ο Όλιβερ έτρεξε πίσω από τον Λούθιεν. Πήραν τη δεξιά σήραγγα της διχάλας επιστρέφοντας στην στενή στοά που τους είχε οδηγήσει εδώ από την αίθουσα των φυλάκων. Όντως, είχαν βρει πολλά τούνελ που ξεκινούσαν από αυτό το πέρασμα, και αρκετά από αυτά ήταν πολύ κατηφορικά. Η κύρια είσοδος στα κατώτερα επίπεδα των ορυχείων, όπου δούλευαν οι υποδουλωμένοι νάνοι, ήταν στα αριστερά της διχάλας όπως είχε πει ο Λούθιεν στον Σάγκλιν, αλλά είχαν σκεφτεί ότι, αν κατάφερναν να κατεβούν πιο χαμηλά χωρίς να γίνουν αντιληπτοί, θα μπορούσαν να οργανώσουν τους κατάδικους και να χτυπήσουν τους Κυκλωπιανούς φρουρούς από πίσω.
Ακολούθησαν τη σήραγγα ώσπου, στα χαμηλότερα τούνελ, βρήκαν όντως πολλούς βρόμικους και ταλαιπωρημένους νάνους, σε αριθμό τέτοιον ώστε κάθε εικοσάδα τους να αντιστοιχεί σ’ έναν Κυκλωπιανό φύλακα. Τσακισμένοι και καχεκτικοί από τον πείνα αλλά πάντα ανθεκτικοί, οι νάνοι τους ακολούθησαν χωρίς δισταγμό, πρόθυμοι να πολεμήσουν για την ελευθερία τους. Οι κασμάδες και τα φτυάρια που χρησιμοποιούσαν για το σκάψιμο μετατράπηκαν σε θανάσιμα όπλα, καθώς οι νάνοι προχωρούσαν στις στοές με τον αριθμό τους να μεγαλώνει σταθερά.
Η ομάδα του Σάγκλιν, που είχε ενωθεί με τους υπόλοιπους επαναστάτες, ανάμεσά τους και την Κατρίν με τους Κάτερς, βρήκαν ακριβώς την αντίθετη υποδοχή. Στην κύρια είσοδο προς τις κάτω σήραγγες, συνάντησαν τη μεγαλύτερη ομάδα Κυκλωπιανών. Στην τελευταία αίθουσα του πάνω επιπέδου ξέσπασε σκληρή μάχη και, όπως ήταν φυσικό, οι Κυκλωπιανοί κατέστρεψαν τη μεγάλη πλατφόρμα που χρησίμευε σαν ανελκυστήρας για τα κατώτερα επίπεδα.
Χρησιμοποιώντας ένα παλάγκο και δεκάδες σχοινιά, ο Σάγκλιν με τους νάνους του κατασκεύασαν γρήγορα νέα πλατφόρμα. Το να κατεβούν στα κάτω επίπεδα όμως ήταν διαφορετική υπόθεση, έτσι πολλοί επαναστάτες σκοτώθηκαν στην πρώτη επίθεση, παρά την εξαιρετική δουλειά που έκαναν τα ξωτικά με τα τόξα τους. Κατέλαβαν τον κεντρικό κάτω θάλαμο και μετά ακολούθησε μια προέλαση αίθουσα προς αίθουσα, σε κάθεμια από τις οποίες οι επαναστάτες συναντούσαν τουλάχιστον ισάριθμους με τους ίδιους, καλά οπλισμένους Κυκλωπιανούς.
Εξίσου πολλοί ήταν όμως και οι απελευθερωμένοι νάνοι όταν ενώθηκαν οι δύο δυνάμεις, οπότε, μόλις ο Λούθιεν και ο Όλιβερ εμφανίστηκαν πίσω από τις κυκλωπιανές γραμμές με τον αυτοσχέδιο στρατό τους, η άμυνα των μονόφθαλμων κατέρρευσε.
Το ίδιο εκείνο βράδυ οι νάνοι βγήκαν από τα ορυχεία του Μόντφορτ και πολλοί από αυτούς αντίκρισαν τα αστέρια για πρώτη φορά εδώ και μια δεκαετία. Όλοι γονάτισαν για να ευχαριστήσουν τους ελευθερωτές τους βλαστημώντας τον βασιλιά Γκρινσπάροου και υμνώντας την Πορφυρή Σκιά.
Ο Σάγκλιν έβαλε το δυνατό του χέρι στον ώμο του Λούθιεν. «Τώρα έχεις τον στρατό σου», είπε σοβαρός ο νάνος.
Με πεντακόσιους δυνατούς νάνους γύρω του, ο Λούθιεν δεν αμφέβαλλε καθόλου για τα λόγια του.
Ο Όλιβερ στεκόταν λίγο παράμερα, με έκφραση που παρέμενε κάπως αμφίβολη. Νωρίτερα είχε προτείνει στον Λούθιεν να αφήσουν τους νάνους να το σκάσουν στα βουνά, ενώ αυτός και ο νεαρός Μπέντγουιρ, μαζί κι όποιοι άλλοι ήθελαν να έλθουν μαζί τους, θα μπορούσαν να κατευθυνθούν βόρεια στις πιο άγριες περιοχές του Εριαντόρ και να χαθούν στην ύπαιθρο, μερικοί κακοποιοί ακόμη σε μια χώρα γεμάτη κακοποιούς. Τώρα, παρά τη νικητήρια, ενθουσιώδη σκηνή γύρω τους ο Όλιβερ δεν είχε αλλάξει γνώμη. Πρακτικός όπως πάντα, γνώριζε πώς λειτουργούν τα δυνατά κράτη, ανάμεσά τους και το Άβον, γι’ αυτό δεν μπορούσε να διώξει τη βεβαιότητα ότι ο στρατός του Γκρινσπάροου θα ερχόταν βόρεια και θα τσάκιζε τους επαναστάτες. Πολλές φορές τις τελευταίες βδομάδες ο Όλιβερ είχε αναρωτηθεί αν στο Άβον χρησιμοποιούν κρεμάλα ή λαιμητόμο.