Выбрать главу

Η συγκέντρωση δεν έχασε την ορμή της καθώς περνούσαν τα λεπτά. Θα μπορούσε να συνεχίσει όλη τη μέρα και τη νύχτα ακόμη. Αλλά τότε ακούστηκε μια φωνή από την κορυφή της Μητρόπολης, μια απάντηση στα λόγια του Λούθιεν Μπέντγουιρ.

«Ανόητοι, όλοι σας!» φώναξε μια φιγούρα που έστεκε στις επάλξεις του πύργου. Ακόμη και από αυτή την απόσταση, γύρω στα εκατόν πενήντα μέτρα, ο Λούθιεν κατάλαβε ότι ήταν ο υποκόμης Όμπρεϊ. «Το μόνο που κυριεύσατε είναι λίγο έδαφος. Και το μόνο που κερδίσατε είναι μιας στιγμής ανάπαυση και την υπόσχεση μια γρήγορης και τρομερής τιμωρίας.

Αυτά τα λόγια έσβησαν την ευθυμία και τη χαρά πολλών.

Ο Λούθιεν κοίταξε τον αντίπαλό του. Παρ’ όλα όσα είχαν συμβεί, ο Όμπρεϊ φαινόταν ατάραχος, καλοντυμένος και πουδραρισμένος, η ενσάρκωση της αριστοκρατίας και της δύναμης.

Προσποιητής δύναμης, είπε στον εαυτό του ο σκληροτράχηλος Λούθιεν, γιατί αν και ο Όμπρεϊ φορούσε τα όπλα του πολεμιστή, ήταν ανάξιος στη χρήση τους.

Ο Λούθιεν τον μισούσε, μισούσε όλα όσα αντιπροσώπευε αλλά δεν μπορούσε να αρνηθεί την επιρροή του πάνω στον κόσμο, που δεν αντιλαμβανόταν τους σκοπούς του υποκόμη.

»Νομίζετε ότι μπορείτε να νικήσετε;» είπε ο Όμπρεϊ με έναν περιφρονητικό καγχασμό. «Νομίζετε ότι ο βασιλιάς Γκρινσπάροου, που έχει κατακτήσει ολόκληρες χώρες, που ακόμη και τώρα κάνει πόλεμο σε χώρες νότια της Γασκόνης και βασιλεύει είκοσι χρόνια, έχει ανησυχήσει με τα καμώματά σας; Ανόητοι, όλοι σας! Τα χειμωνιάτικα χιόνια δεν θα σας προστατέψουν! Απολαύστε τη δόξα της νίκης, αλλά να ξέρετε ότι η νίκη είναι φευγαλέο πράγμα, και ότι όλοι σας, μέχρι και τον τελευταίο, θα πληρώσετε με την ίδια την ψυχή σας για αυτό το θράσος!»

Ο Όλιβερ πλησίασε τον Λούθιεν. «Πες του ότι ήταν ηλίθιος που δεν φρουρούσε τους υπονόμους», είπε.

Ο Λούθιεν κατάλαβε τα κίνητρα του Όλιβερ, αλλά δεν έβλεπε τι αποτελεσματικότητα θα μπορούσε να έχει ένας τέτοιος λόγος. Ο Όμπρεϊ είχε ένα ισχυρό όπλο εδώ, έναν πολύ πραγματικό φόβο ανάμεσα στους επαναστάτες ότι άρχισαν κάτι που δεν υπάρχει ελπίδα να το τελειώσουν νικηφόρα. Το Μόντφορτ —το Κάερ Μακντόναλντ— ήταν ελεύθερο, αλλά ο υπόλοιπος κόσμος τους δεν ήταν, και οι εχθροί που είχαν νικήσει σε αυτή την πόλη δεν ήταν παρά ένα μικροσκοπικό μέρος από τη δύναμη που μπορούσε να εξαπολύσει ο Γκρινσπάροου εναντίον τους.

Το ήξεραν όλοι, όπως το ήξερε και ο Όμπρεϊ, που έστεκε γεμάτος σιγουριά στην κορυφή του πανύψηλου πύργου απρόσιτος και απρόσβλητος.

Ο Όλιβερ είδε ότι ο Λούθιεν δεν είχε σκοπό να μιλήσει, έτσι μίλησε ο ίδιος. «Λες παχιά λόγια, αλλά πολεμάς σαν ηλίθιος!» φώναξε ο χάφλινγκ. Ακούστηκαν μερικές χλιαρές ζητωκραυγές, που όμως δεν ανησύχησαν τον υποκόμη.

»Δεν σκέφτηκε καν να κλείσει τους υπονόμους», φώναξε δυνατά ο Όλιβερ. «Αν και ο βασιλιάς του πολεμάει τόσο καλά, τότε μέχρι το καλοκαίρι θα τρώμε στο παλάτι του Άβον!»

Αυτό προκάλεσε νέες ζητωκραυγές, αλλά ο Όμπρεϊ τις έπνιγε γρήγορα. «Είναι ο ίδιος βασιλιάς που κατάκτησε όλο το Εριαντόρ», υπενθύμισε στον κόσμο.

Δεν μπορεί να συνεχιστεί αυτό, συνειδητοποίησε ο Λούθιεν. Δεν θα κέρδιζαν τίποτα ανοίγοντας διάλογο με τον Όμπρεϊ, απλώς θα τους υπενθύμιζε συνεχώς πόσο δύσκολο είναι να νικήσουν. Ο Όλιβερ, αν και ετοιμόλογος, ουσιαστικά δεν είχε πυρομαχικά, δεν μπορούσε να πει τίποτα για να κεντρίσει τον υποκόμη, ούτε για να καθησυχάσει τους φόβους που δημιουργούσε ο Όμπρεϊ στον κόσμο.

Ο Λούθιεν συνειδητοποίησε ότι η Σιόμπαν είχε πλησιάσει και στεκόταν δίπλα του.

«Τελείωσε την ομιλία σου!» του είπε βγάζοντας ένα παράξενο βέλος από τη φαρέτρα της. Ήταν διαφορετικό από τα άλλα βέλη της, είχε έντονο κόκκινο χρώμα, ενώ στο πίσω μέρος δεν είχε φτερό αλλά κάποιο υλικό που, ακόμη και η Σιόμπαν, δεν ήξερε τι είναι. Είχε βρει το βέλος εκείνο το πρωί και μόλις το άγγιξε της μετέδωσε συγκεκριμένες τηλεπαθητικές οδηγίες, της εξήγησε τον σκοπό του — και, για κάποιο λόγο που η Σιόμπαν δεν καταλάβαινε, η τηλεπαθητική φωνή της φαινόταν γνωστή.

Η Σιόμπαν, έχοντας αίμα ξωτικών στις φλέβες της, καταλάβαινε τους τρόπους και τα μέσα των μάγων, έτσι δεν αναρωτήθηκε ούτε για την παρουσία του βέλους ούτε για το μήνυμα που της μετέδωσε, αν και εξακολουθούσε να βλέπει με καχυποψία την προέλευσή του. Γιατί, σε τελική ανάλυση, οι μοναδικοί γνωστοί μάγοι σε όλα τα Νησιά της Θάλασσας του Άβον δεν ήταν σύμμαχοι των επαναστατών!

Κράτησε το βέλος, πάντως· έτσι, τώρα, βλέποντας αυτή την κατάσταση που συμφωνούσε επακριβώς με την τηλεπαθητική σκηνή που της μετέδωσε το βέλος, αισθάνθηκε απόλυτη εμπιστοσύνη τόσο για το βέλος όσο και για τον μάγο που της το έστειλε. Ένα όνομα εμφανίστηκε ως δια μαγείας στον νου της όταν ο Λούθιεν πήρε το βέλος από το χέρι της, ένα όνομα που η Σιόμπαν δεν αναγνώριζε.