Выбрать главу

Ο κόσμος δεν αντέδρασε, έμοιαζε να μην καταλαβαίνει. Φυσικά ήξεραν την καταγωγή της Ντιάνα, τουλάχιστον οι μεγαλύτεροι ανάμεσά τους, αλλά τι σχέση είχε αυτό με την τωρινή κατάσταση, την επικείμενη καταστροφή του Γουόρτσεστερ;

»Είμαι η νόμιμη βασίλισσα του Άβον!» φώναξε η Ντιάνα. Κοίταξε τον Μπριντ’Αμούρ κάνοντας ένα νεύμα και, πριν προλάβει ο Άκρας να συνειδητοποιήσει τι είχε πει η δούκισσα, ήταν νεκρός, με το στιλέτο του γέρο-μάγου καρφωμένο βαθιά στην πλάτη του.

»Δεν μπορώ να ανεχθώ πια τις αδικίες!» φώναξε η Ντιάνα πάνω από τα μουρμουρητά και τις φωνές. «Δεν μπορώ να ανεχθώ πια τη συμμαχία με τους βρομερούς μονόφθαλμους, ούτε τα καταχθόνια έργα του Γκρινσπάροου! Ακούσατε τις φήμες για έναν δράκοντα που κατέβηκε νότια της πόλης. Δεν ήταν σύμμαχος των Εριαντοριανών, υπήκοοί μου, αλλά ο ίδιος ο βασιλιάς μας στη φυσική του μορφή!

Το πλήθος στην πλατεία άρχισε να κινείται σαν ένα κύμα παγιδευμένο ανάμεσα σε βράχια. Φωνές ξέσπασαν παντού.

»Ακούστε με, πιστοί μου υπήκοοι, κάτοικοι του περήφανου Γουόρτσεστερ!» φώναξε η Ντιάνα. «Αυτός δεν είναι στρατός εισβολής, αλλά μια μισθοφορική δύναμη οργανωμένη από τη νόμιμη βασίλισσά σας! Αυτός είναι ο στρατός μου, που ήρθε από το Εριαντόρ για να αποκαταστήσει τη νόμιμη βασίλισσα του Άβον στον θρόνο της!»

Ο Μπριντ’Αμούρ, ακούγοντας φασαρία πίσω του, έριξε τη μαγική του ενέργεια στην τεράστια πόρτα του εξώστη και τη σφράγισε. «Θα προκαλέσεις εξέγερση», είπε στη Ντιάνα, κάτι προφανές με την αναταραχή που ογκωνόταν στην πλατεία.

«Μας χρειάζεται μια εξέγερση», απάντησε η Ντιάνα.

Ο Μπριντ’Αμούρ δεν διαφώνησε. Είχε δει τα τείχη του Γουόρτσεστερ και ήξερε ότι υπήρχαν ακόμη αρκετές χιλιάδες Κυκλωπιανοί έτοιμοι να πολεμήσουν. Αν προσέθετε κανείς και τους τριάντα χιλιάδες ανθρώπους που ζούσαν στο Γουόρτσεστερ, οι δυνάμεις του Μπέλικ είχαν να αντιμετωπίσουν έναν στρατό με πολύ μεγάλη αριθμητική υπεροχή.

Ο Μπριντ’Αμούρ πλησίασε στην άκρη του εξώστη σέρνοντας πίσω του τον νεκρό Άκρας. Ένα ακόμη ξόρκι —ο Μπριντ’Αμούρ κόντευε πια να εξαντλήσει εντελώς την μαγική του δύναμη— έκανε τον Κυκλωπιανό ελαφρύ σαν φτερό και μετά ο μάγος σήκωσε το πτώμα ψηλά στον αέρα, πάνω από το κεφάλι του. «Εξεγερθείτε ενάντια στους πραγματικούς σας καταπιεστές!» φώναξε ο ψεύτικος δούκας Θέρεντον. «Θάνατος στους μονόφθαλμους!»

Αυτό το σύνθημα επαναλήφθηκε από πολλούς, ενώ στην πλατεία ξεσπούσε χάος. Δεν υπήρχαν πολλοί Κυκλωπιανοί τριγύρω, οι περισσότεροι βρίσκονταν στα τείχη, αλλά ήταν σίγουρο ότι δεν θα απαντούσαν όλοι ο κάτοικοι του Γουόρτσεστερ θετικά στο κάλεσμα της Ντιάνα. Πάντως, γρήγορα ξέσπασε η εξέγερση που είχε προβλέψει ο Μπριντ’Αμούρ.

«Ξεκαθάρισε την κατάσταση», είπε στη Ντιάνα. «Βρες τους συμμάχους σου και κράτα τον ναό. Βάλε μέσα τους τραυματίες και τους αμάχους».

Η Ντιάνα, έχοντας σκεφτεί ήδη το ίδιο πράγμα, του έκανε μόνο ένα καταφατικό νεύμα, ενώ την ίδια στιγμή ο Μπριντ’Αμούρ χανόταν μέσα σε έναν πορτοκαλή καπνό πηγαίνοντας να βρει τον Λούθιεν.

Η δούκισσα συνέχισε να παροτρύνει τους υποστηρικτές της, να τους λέει να ενωθούν μεταξύ τους. Η ομιλία της διακόπηκε όμως από μια βαριά λόγχη που έπεσε στο μπαλκόνι δίπλα της. Η Ντιάνα γύρισε και είδε κάμποσους μονόφθαλμους στον πύργο από πάνω της.

Η απάντησή της, ένας κεραυνός που καθάρισε τον πύργο από μονόφθαλμους, ενίσχυσε το ηθικό των υποστηρικτών της.

Η Ντιάνα στράφηκε προς το πλήθος και είδε μια μεγάλη ομάδα από οργανωμένους υποστηρικτές της, που με συστηματικές κινήσεις καθοδηγούσαν τους αμάχους. Τότε, γύρισε και τσάκισε τη σφραγισμένη πόρτα του εξώστη με έναν κεραυνό. ενώ με τον επόμενο έκαψε τους αιφνιδιασμένους Κυκλωπιανούς που έστεκαν απ’ έξω. Καθώς οι πόρτες του ναού άνοιξαν, η Ντιάνα βρέθηκε με έναν στρατό από αντάρτες, που ο αριθμός του μεγάλωνε σταθερά.

Στην πλατεία μαινόταν η εξέγερση.

Ο Μπριντ’Αμούρ ένιωθε ότι οι μαγικές του δυνάμεις πλησίαζαν στο τέλος τους για κείνη τη μέρα. Παρά την ένταση της μάχης και τις συμπλοκές παντού γύρω του, το μόνο που ήθελε ήταν να ξαπλώσει κάτω και να κοιμηθεί. Έτσι, επιστρατεύοντας την πονηριά του, χρησιμοποίησε τη μορφή του Θέρεντον για να διαλύσει ομάδες Κυκλωπιανών που κρατούσαν καλές αμυντικές θέσεις στο τείχος, στέλνοντάς τους για ανόητες αποστολές και εξασθενώντας τις γραμμές τους με λανθασμένες κι επιτήδεια παραπλανητικές διαταγές.

Πέρασε πάνω από μια ώρα μέχρι να δει επιτέλους συμμάχους, μια δύναμη από εκατό νάνους περίπου, που πολεμούσαν μανιασμένα μέσα στα ρηχά νερά μιας μικρής τάφρου, γύρω από ένα φυλάκιο. Ο Μπριντ’Αμούρ δεν διέθετε πια μαγική δύναμη για να τους βοηθήσει, γι’ αυτό συνέχισε τον δρόμο του. Χρειάστηκε άλλη μισή ώρα μέχρι να ακούσει ποδοβολητά αλόγων.