Выбрать главу

Βγήκαν από την πόλη πολύ πριν ξημερώσει.

Το ίδιο βράδυ ο Μπριντ’Αμούρ πήγε πάλι με την πνευματική του μορφή για να συγκρουστεί με τον βασιλιά του Άβον, αλλά βρήκε τον δρόμο κλειστό από ένα μαγικό τείχος παρόμοιο με εκείνο που είχε χρησιμοποιήσει ο ίδιος στην περίπτωση του Ρέσμορ και αργότερα στο κάστρο του Γουόρτσεστερ. Μέχρι εκείνη τη στιγμή ο Γκρινσπάροου συγκρουόταν πρόθυμα με τον αντίπαλό του, φαίνεται όμως ότι τώρα είχε καταλάβει τη στρατηγική του Μπριντ’Αμούρ. Αυτές οι νυχτερινές αψιμαχίες ευθύνονταν εν μέρει για το γεγονός ότι είχε πέσει το τμήμα της πόλης από την άλλη όχθη του ποταμού, έτσι ο Γκρινσπάροου είχε αποφασίσει ότι δεν υπήρχαν πλέον περιθώρια να συνεχίσει αυτή την τακτική.

Αυτό δεν ανησύχησε ιδιαίτερα τον Μπριντ’Αμούρ. Καταλαβαίνοντας τον εχθρό του καλύτερα τώρα, γνωρίζοντας τα δυνατά και τα αδύνατα σημεία του, ήταν σίγουρος ότι οι δυνάμεις του θα είναι σε θέση να χτυπήσουν ισχυρά και αποφασιστικά, κι ότι αυτός μαζί με τους άλλους μάγους, την Ντιάνα και τον Άσανον, θα μπορέσουν να εξουδετερώσουν τον βασιλιά του Άβον.

Όμως, όπως είχε πει στην Ντιάνα το δεύτερο πρωί της πολιορκίας, η μάχη θα γινόταν με τα σπαθιά όχι με τη μαγεία.

«Δεν μπορεί να μας χτυπήσει από το ποτάμι, είναι αδύνατο να αντιμετωπίσει τα πλοία μας», εξήγησε ο Μπριντ’Αμούρ σε μια σύσκεψη για τον καθορισμό της στρατηγικής τους νωρίς το άλλο πρωί. «Ακόμα, αφού είμαστε τόσο κοντά στα τείχη δεν θα τολμήσει να ανοίξει τις πύλες της πόλης και να προσπαθήσει να το σκάσει προς βορρά».

«Θα έχουμε μπει στο Καρλάιλ μέσα σε μερικά λεπτά», συμφώνησε η Κατρίν και είχε δίκιο, παρ’ ότι αυτή η εκτίμηση ήταν υπερβολικά αισιόδοξη.

«Ο χρόνος μάς ευνοεί», πρόσθεσε η Σιόμπαν.

«Σίγουρα;» ρώτησε η Ντιάνα Γουέλγουορθ.

«Έχουμε σπείρει τους σπόρους της ανταρσίας στην πόλη», απάντησε ο Λούθιεν πριν προλάβει να μιλήσει η Σιόμπαν. «Ο Όλιβερ κι εγώ βρήκαμε πολλούς από τους κατοίκους, που άκουσαν πρόθυμα και με πολύ ενδιαφέρον για την νόμιμη βασίλισσα του Άβον και για την προδοσία του Γκρινσπάροου».

«Φυσικά, αυτό έγινε μόνο επειδή είμαι τόσο πειστικός», πρόσθεσε ο χάφλινγκ.

Αυτό προκάλεσε γέλια απ’ όλους, εκτός από τον σκυθρωπό Άσμουντ που είχε κουραστεί κιόλας από την πολιορκία.

«Δεν θα καθίσω εδώ να περιμένω τα πρώτα χιόνια του χειμώνα», είπε ο Χιούγκοθ. Πραγματικά, ο Άσμουντ και οι άνδρες του δεν μπορούσαν να περιμένουν για πολύ ακόμη. Είχαν μεγάλο ταξίδι για να επιστρέψουν στην πατρίδα τους, σε νερά που θα γίνονταν όλο πιο αφιλόξενα με τον ερχομό του χειμώνα. Γρήγορα θα άρχιζαν οι βοριάδες, έτσι τα πλοία των Χιούγκοθ έπρεπε να ταξιδέψουν κόντρα στον άνεμο για να επιστρέψουν στην Ισενλανδία και το Κόλνσεϊ, όπου πολλούς τους περίμεναν οι γυναίκες τους και τα παιδιά τους.

Ο Μπριντ’Αμούρ έγειρε πίσω στο κάθισμα του αφήνοντας τη συζήτηση να κυλήσει ανεμπόδιστα γύρω του. Ο Άσμουντ ήθελε δράση, το ίδιο και η Καϊρίν Κάλθγουεϊν και ιδιαίτερα ο Μπέλικ, που τους διαβεβαίωσε ότι μπορούν να ανοίξουν τουλάχιστον είκοσι εισόδους στο Καρλάιλ το ίδιο βράδυ, ενώ οι νάνοι του είχαν ήδη υπονομεύσει τα θεμέλια σε αρκετά κρίσιμα σημεία του ανατολικού και νότιου τείχους.

«Θα νομίσουν ότι θα επιτεθούμε βόρεια κι ανατολικά», είπε ο Μπέλικ κλείνοντας το μάτι στον Μπριντ’Αμούρ. «Αλλά αυτή θα είναι μόνο η μισή αλήθεια. Οι καβαλάρηδες του Μάνινγκτον και του Λούθιεν θα κάνουν μια επίθεση αντιπερισπασμού από βορρά, ενώ τα πλοία μας θα αποβιβάσουν ένα στρατιωτικό τμήμα στα ρηχά του δέλτα του ποταμού νότια της πόλης. Θα πλησιάσουμε τόσο γρήγορα ώστε οι μονόφθαλμοι θα στέκονται ακόμη στο βόρειο τείχος αναρωτούμενοι πότε θα επιτεθούν οι δικοί σου», είπε στην Ντιάνα. «Στο μεταξύ εμείς οι υπόλοιποι θα τους χτυπήσουμε από πίσω!»

Ο Μπριντ’Αμούρ ήξερε ότι δεν θα ήταν τόσο εύκολα τα πράγματα, αλλά ο Μπέλικ είχε εν μέρει δίκιο. Το Καρλάιλ ήταν ώριμο να πέσει, αλλά αν έκαναν την επίθεση και δεν τα κατάφερναν, μπορούσαν πάντα να υποχωρήσουν στην τωρινή τους θέση για να συνεχίσουν την πολιορκία, αυτήν τη φορά ενάντια σε μια πόλη εξασθενημένη από τη μάχη. Ο συντονισμός θα ήταν δύσκολος όμως, αφού υπήρχαν τόσες διαφορετικές δυνάμεις. Παρ’ όλα αυτά, ο Μπριντ’Αμούρ αποφάσισε ότι είχε έρθει η ώρα για δράση.

«Τα χαράματα», είπε απρόσμενα ο Μπριντ’Αμούρ. Οι συζητήσεις σταμάτησαν και τον κοίταξαν όλοι. «Όχι· πριν τα χαράματα ακόμη», είπε μετά, σιωπώντας για να σκεφτεί καλύτερα το σχέδιο.

Έτσι άρχισε η επίθεση μια ώρα πριν τα χαράματα της όγδοης μέρας της πολιορκίας, με τον Σάγκλιν τον νάνο να βγαίνει από ένα τούνελ, που κατέληγε σε κάποιο ήσυχο σπίτι ανατολικά από την πλατεία όπου βρισκόταν ο μεγάλος ναός του Καρλάιλ. Σε όλη την πόλη οι δυνάμεις του Μπέλικ έπαιρναν θέσεις, ενώ στην πεδιάδα βόρεια του Καρλάιλ οι πέντε χιλιάδες της Ντιάνα Γουέλγουορθ μαζί με την πρώτη στρατιά του Εριαντόρ που περιλάμβανε τον Λούθιεν, την Σιόμπαν, την Κατρίν, τον Όλιβερ και το ιππικό των Κάτερς, σχημάτισαν μια μακριά και βαθιά παράταξη. Νότια του Καρλάιλ οι Χιούγκοθ περίμεναν στα πλοία τους έτοιμοι να κάνουν έφοδο στο δέλτα του ποταμού και στα ανατολικά η Καϊρίν ετοίμαζε τους γενναίους ιππείς της για την επικίνδυνη επίθεση κατά των γεφυρών.