Выбрать главу

«Βλέπεις τίποτα;» ρώτησε ο Λούθιεν μετά από μερικά λεπτά.

«Όχι», απάντησε ο Μπριντ’Αμούρ, και μετά από λίγη σκέψη έδειξε προς τα πάνω με τον αντίχειρα. «Δεν θα βρούμε τον δράκο μέσα σε αυτήν τη βλάστηση», είπε. «Για να δούμε όμως μήπως καταφέρει να μας βρει αυτός!»

Η φράση του έφερε στον νου του Λούθιεν αναμνήσεις από την προηγούμενη φορά που αντιμετώπισε δράκο, μια εμπειρία που τον έκανε ακόμη να ξυπνά μερικές φορές τη νύχτα πανικόβλητος. Αλλά είχαν έρθει εδώ για τον Γκρινσπάροου, υπενθύμισε στον εαυτό του, οπότε δεν θα έφευγαν μέχρι να βρουν τον απαίσιο Δρακοβασιλιά και να τον νικήσουν.

Ο Ριβερντάνσερ άρχισε να ανεβαίνει φθάνοντας στα τριάντα μέτρα πάνω από τα σκοτεινά δέντρα. Στα εξήντα μέτρα ο βάλτος πήρε διαφορετική μορφή, έγινε μια μάζα από ακαθόριστες κορυφές δέντρων και μπαλώματα από σκούρο νερό. Συνέχισαν να ανεβαίνουν πιο ψηλά, με το Σόλτγουος να διευρύνεται από κάτω τους και τα σχήματα να ενώνονται μεταξύ τους σχηματίζοντας μια έκταση από εναλλασσόμενα γκριξοπράσινα κομμάτια.

Ο βάλτος είχε γίνει τώρα μια επίπεδη ομοιόμορφη έκταση με εναλλαγές αποχρώσεων. Εκτός από ένα σημείο, μια κηλίδα που δεν ταίριαζε σε αυτό το κολάζ λες και το Σόλτγουος, σαν ένα μεγάλο τόξο, είχε εκσφενδονίσει ένα μοναδικό βέλος εναντίον τους.

Ο Λούθιεν δίστασε κοιτάζοντας σαν υπνωτισμένος. Τι είναι αυτό που κινεί τον δράκοντα με τόσο μεγάλη ταχύτητα; αναρωτήθηκε σαστισμένος βλέποντας ότι το τέρας χτυπούσε τα φτερά του αραιά και πού, ένα φτερούγισμα και μετά τα μάζευε κοντά στο σώμα του, συνεχίζοντας όμως να ανεβαίνει με απίστευτη ταχύτητα σαν να έκανε κάθετη εφόρμηση από ψηλά!

Ο Ριβερντάνσερ ξεφύσηξε προσπαθώντας να αντιδράσει, αλλά ήταν πολύ αργά. Ο Λούθιεν συνειδητοποίησε τότε το λάθος του, αυτό τον στιγμιαίο δισταγμό, και κοίταξε το ανοιχτό στόμα του δράκου που πλησίαζε βλέποντας εκεί την καταδίκη του.

Μετά όμως ο κόσμος άλλαξε γύρω του, μετατοπίστηκε μέσα στον ασπρογάλανο στροβιλισμό ενός μαγικού τούνελ. Καθώς η αλλαγή σταμάτησε εξίσου ξαφνικά όσο είχε αρχίσει, ο Λούθιεν βρέθηκε να κοιτάζει τον δράκο από ψηλά, να απομακρύνεται από κάτω τους.

Με το ραβδί του Μπριντ’Αμούρ να αγγίζει τον ώμο του παλληκαριού, ο μάγος έστειλε έναν κεραυνό μαύρης ενέργειας που χτύπησε τον δράκο και τον τράνταξε δυνατά.

Ο Γκρινσπάροου άπλωσε τα φτερά του σε όλο τους το μήκος προβάλλοντας αντίσταση, σταματώντας την καθοδική κίνηση που του είχε δώσει ο κεραυνός.

Ο Λούθιεν αντέδρασε γρήγορα αυτήν τη φορά καθοδηγοντας τον Ριβερντάνσερ σε μια πιο απότομη άνοδο, προσπαθώντας να τον φέρει πίσω από τον δράκοντα.

Αλλά ο Ντανσαλιγκνάτιους, ο Γκρινσπάροου, έσκυψε το κεφάλι του καθώς έπεφτε και γύρισε τον φιδίσιο λαιμό του για να στραφεί πάλι προς το μέρος τους.

Ο Ριβερντάνσερ δίπλωσε το ένα φτερό κάνοντας μια πλήρη στροφή καθώς ο δράκος εκτόξευε ένα ποτάμι φωτιάς. Ο Λούθιεν, ενώ προσπαθούσε να παραμείνει στη θέση του πάνω στη σέλα, είδε άναυδος μια πράσινη γροθιά να τινάζεται στον αέρα προερχόμενη από κάπου πίσω του. Αφού χτύπησε με δύναμη τον δράκοντα στον κοιλιά, εξερράγη εκεί με τόση δύναμη ώστε τον πέταξε πολλά μέτρα μακριά.

«Χα!» έκανε ο Μπριντ’Αμούρ κάνοντας μια στράκα με τα δάχτυλά του στον αέρα δίπλα στο αφτί του Λούθιεν.

Μετά ψιθύρισε με λιγότερη σιγουριά στην φωνή του: «Πρέπει να παραμείνεις κοντά στο θηρίο, αγόρι μου. Τόσο κοντά που, αν ο Γκρινσπάροου ξεράσει φωτιά, να κάψει το δικό του φτερό».

Ο Λούθιεν κατάλαβε τη λογική αυτής της τακτικής, όμως άλλο πράγμα είναι να λες κάτι και τελείως άλλο να το κάνεις, ιδιαίτερα όταν αντιμετωπίζεις έναν δράκο!

Ενώ ο Μπριντ’Αμούρ εκτόξευε μια δεύτερη γροθιά μαγικής ενέργειας και μετά μια τρίτη, ο Λούθιεν ακολούθησε με τον Ριβερντάνσερ την πορεία προς τον δράκοντα που του είχε υποδείξει ο μάγος.

Ο μακρύς λαιμός του Γκρινσπάροου παραμέρισε, με αποτέλεσμα η πρώτη γροθιά να περάσει δίπλα του χωρίς να τον αγγίξει. Η τελευταία όμως τον χτύπησε τινάζοντας το κεφάλι του στο πλάι. Ο Γκρινσπάροου όμως ήταν πάντα συγκεντρωμένος στο φτερωτό άλογο με τους δύο αναβάτες του, έτσι που ο Λούθιεν κόντεψε να λιποθυμήσει με τη σκέψη ότι είχε βάλει τον εαυτό του και τους συντρόφους του σε μια διαδρομή η οποία θα οδηγούσε ενδεχομένως και τους τρεις τους σε βέβαιο θάνατο.