«Πότε έγινε αυτό;» μουρμούρισε άναυδος ο αδελφός Τζέιμσις.
«Τι να απέγινε το Λαντς Εντ;» ρώτησε ο Λούθιεν αναφερόμενος σε έναν μικρό εριαντοριανό οικισμό στην ανατολική πλευρά του νησιού. Αν υπήρχαν τόσοι πολλοί Χιούγκοθ σε αυτήν τη βάση στο Κόλνσεϊ, τα πράγματα δεν θα ήταν καθόλου καλά για τα εκατό περίπου άτομα που ζούσαν στον οικισμό του Λαντς Εντ. Ο Λούθιεν, βλέποντας πόσο κόπο είχαν κάνει οι βάρβαροι για να φτιάξουν αυτή την αποικία, κατάλαβε πέρα από κάθε αμφιβολία ότι οι επιθέσεις τους στο Μπέι Κόλθγουιν δεν ήταν μεμονωμένες επιδρομές. Είχαν ένα τεράστιο απόθεμα από ξύλα εδώ, μολονότι υπήρχαν ελάχιστα δέντρα στο πετρώδες Κόλνσεϊ. Επίσης, ανάμεσα σ’ εκείνους που είχαν συγκεντρωθεί στην ακτή για να υποδεχτούν τα πλοία, υπήρχαν πολλές γυναίκες Χιούγκοθ. Ήταν κανονική εισβολή και ο Λούθιεν έκανε μια γκριμάτσα, καθώς σκέφτηκε τα προβλήματα που θα αντιμετώπιζε σε λίγο το αγαπημένο του Εριαντόρ.
Οι Χιούγκοθ δεν άφηναν τους σκλάβους να βγουν από τα πλοία όταν έπιαναν σε λιμάνι, έτσι, όταν πλησίασαν στην ακτή, οι περισσότεροι βάρβαροι πήδησαν στο νερό αφήνοντας μόνο μερικούς φρουρούς σε κάθε πλοίο. Ο Λούθιεν σκέφτηκε αμέσως τις πιθανότητες απόδρασης, αλλά όταν άραξε το πλοίο του Ρενίρ, μια ομάδα πολεμιστές ήλθαν, τον πήραν μαζί με τους τρεις συντρόφους του και τους έβγαλαν σπρώχνοντας στην ακτή.
Το παλληκάρι δεν πρόλαβε να πει τίποτα όταν πάτησε στη στεριά. Ο Ρενίρ τον άρπαξε και τον έσυρε στη μεγαλύτερη καλύβα του καταυλισμού.
«Προσκύνα τον βασιλιά Άσμουντ!» είπε μόνο ο Χιούγκοθ, καθώς πέρασαν τους φρουρούς και μπήκαν στην ανοιχτή αίθουσα.
Ο Λούθιεν, με τα χέρια δεμένα ακόμη πίσω από την πλάτη, έπεσε στο ένα γόνατο. Συνήλθε αμέσως μην αφήνοντας τον εαυτό του να κοιτάξει πίσω όταν άκουσε να ρίχνουν κάποιον πίσω του, την Κατρίν ή ίσως τον Τζέιμσις. Όσο πιο ήρεμα μπορούσε, όρθωσε το κορμί του αν και γονατιστός, ξαναβρίσκοντας κάπως την αξιοπρέπειά του πριν κοιτάξει τον βασιλιά των Χιούγκοθ.
Ο Άσμουντ ήταν εντυπωσιακός, με πελώριο θώρακα σαν βαρέλι, τεράστια γκρίζα γενειάδα, μελαψό ανεμοδαρμένο δέρμα και ανοιχτόχρωμα γαλάζια μάτια με βλέμμα τόσο έντονο ώστε νόμιζες ότι μπορεί να τρυπήσει ξύλο.
Αλλά ο Λούθιεν σχεδόν δεν πρόσεξε τον βασιλιά, γιατί κοίταζε εμβρόντητος τον άνθρωπο που έστεκε δίπλα στον Άσμουντ.
Έναν άνδρα με καστανά μάτια.
9
Σύνδεσμος
«Ίθαν!» μουρμούρισε άναυδη η Κατρίν.
Αγκομαχώντας από την κατάπληξη ο Λούθιεν πήγε να σηκωθεί, αλλά αμέσως τον άρπαξε από πίσω ο Ρενίρ. Ο νέος, γρυλλίζοντας, τραβήχτηκε μακριά από τον πελώριο Χιούγκοθ, αποφασισμένος να σταθεί όρθιος μπροστά στον Άσμουντ και ιδιαίτερα μπροστά σ’ εκείνον που έστεκε δίπλα του. Ήταν ο Ίθαν, προφανώς, αλλά πόσο είχε αλλάξει ο αδελφός του! Μια πυκνή γενειάδα σκέπαζε τα λεπτά χαρακτηριστικά των Μπέντγουιρ ενώ τα μαλλιά του ήταν πολύ μακρύτερα. Αλλά την βαθύτερη αλλαγή την έδειχναν τα μάτια του, που τώρα ήταν σκληρά κι άγρια, επικίνδυνα.
«Τον ξέρεις;» ψιθύρισε ο Όλιβερ στην Κατρίν.
«Ο Ίθαν Μπέντγουιρ», είπε δυνατά η Κατρίν. «Ο αδελφός του Λούθιεν».
«Α, ναι, προφανώς», είπε ο Όλιβερ, προσέχοντας την έντονη ομοιότητα, ιδιαίτερα τη σπάνια κανελλιά απόχρωση των καστανών ματιών τους. Μετά, καθώς συνειδητοποίησε πόσο απίστευτη ήταν αυτή η κατάσταση, το σαγόνι του κρεμάστηκε από κατάπληξη.
Ο Άσμουντ, που έδειχνε να διασκεδάζει, γύρισε προς τον Ίθαν σαν να του παραχωρούσε μ’ αυτό τον τρόπο το βήμα.
Οι ελπίδες του Λούθιεν αναπτερώθηκαν. «Αδελφέ μου», είπε ξέπνοα, καθώς τον πλησίαζε ο Ίθαν.
Αλλά ο Ίθαν Μπέντγουιρ τον έσπρωξε πάλι κάτω στο χώμα. «Όχι πια», απάντησε.
«Τι κάνεις;» φώναξε η Κατρίν, τρέχοντας να επέμβει.
«Α, τι ψυχωμένη γυναίκα!» φώναξε ο πελώριος Άσμουντ, ενώ ο Ρενίρ αγκάλιασε την Κατρίν με τα μεγάλα μπράτσα του ακινητοποιώντας την, παρά τις προσπάθειές της να ξεφύγει.
«Τι είναι αυτά που κάνεις;» είπε ο Λούθιεν στον Ίθαν. Σηκώθηκε στο ένα γόνατο για ν’ ατενίσει θυμωμένα τον αδελφό του. Αφού έριξε μια γρήγορη ματιά στον Ρενίρ, που κρατούσε ακόμη την Κατρίν, γύρισε πάλι στον Ίθαν. «Σταμάτησέ τον!» τον παρακάλεσε.
Ο Ίθαν κούνησε αρνητικά το κεφάλι. «Όχι», είπε στον Λούθιεν, μετά όμως στράφηκε στον Ρενίρ ζητώντας του να αφήσει την Κατρίν Ο’ Χέιλ.
«Αν νομίζεις ότι θα σου πω κι ευχαριστώ, κάνεις μεγάλο λάθος!» του φώναξε η Κατρίν, πλησιάζοντας για να σταθεί μπροστά του. «Είσαι σε λάθος στρατόπεδο, γιε του Γκάχρις!»
Ο Ίθαν ύψωσε το κεφάλι ενώ το πρόσωπό του έπαιρνε μια απόμακρη έκφραση ανωτερότητας. Δεν ανοιγόκλεισε καν τα μάτια, αλλά ούτε χτύπησε την Κατρίν.