Ο καθρέφτης θόλωσε με τρόπο ώστε η ομίχλη έμοιαζε να εκτείνεται ως το βάθος του γυαλιού. Σιγά-σιγά το κέντρο καθάρισε αφήνοντας μια καθαρή εικόνα μέσα σε ένα θολό περίγραμμα.
«Το έκανες;» ρώτησε ο άνδρας στον καθρέφτη, ένας αρρενωπός μεσήλικας.
«Ο Τακναποτίν δεν υπάρχει πια», απάντησε η Ντιάνα.
«Και ο Ρέσμορ βρίσκεται στα χέρια του Μπριντ’Αμούρ, όπως είχαμε ελπίσει», είπε ο άνδρας, ο Άσανον Μακλένι, δούκας του Μπαράντουιν.
«Μακάρι να ήσουν εδώ», είπε η Ντιάνα.
«Δεν είμαι τόσο μακριά», απάντησε ο Άσανον. Κι αυτό ήταν αλήθεια. Ο δούκας του Μπαράντουιν ζούσε στο Έρνφαστ, μια πόλη που βρισκόταν από την άλλη όχθη του πορθμού του Μαν, ακριβώς απέναντι από το Μάνινγκτον. Όμως η πνευματική τους σύνδεση ήταν ακόμη μεγαλύτερη, σκέφτηκε η Ντιάνα και, μολονότι ήταν πιο φοβισμένη από κάθε άλλη φορά στη ζωή της, με εξαίρεση φυσικά εκείνη την τρομερή νύχτα πριν από είκοσι χρόνια, κατάφερε να χαμογελάσει.
«Η πορεία μας καθορίστηκε», είπε αποφασιστικά η Ντιάνα.
«Ο Μπριντ’Αμούρ;» ρώτησε ο Άσανον.
«Ψάχνει για τους παλιούς του φίλους», απάντησε η Ντιάνα, γιατί είχε διαισθανθεί το κάλεσμα το μάγου. «Και θα απαντήσει στην κλήση μου χωρίς να ξέρει από πού προέρχεται».
«Τα συγχαρητήριά μου, πριγκίπισσα Ντιάνα Γουέλγουορθ», είπε ο Άσανον με μια επίσημη υπόκλιση και φωνή γεμάτη σεβασμό. «Καλόν ύπνο».
Διέκοψαν τη σύνδεση. Χρειάζονταν και οι δύο ξεκούραση, καθώς είχαν διώξει τους δαίμονές τους. Η Ντιάνα είχε γοητευτεί από τον σεβασμό του Άσανον, αλλά στην πραγματικότητα το δικό της χρέος απέναντι του ήταν μεγαλύτερο. Ο Άσανον ήταν εκείνος που της άνοιξε τα μάτια. Ο δούκας του Μπαράντουιν, που ήταν επικεφαλής της μεγαλύτερης φυλής του νησιού όταν ο πατέρας της Ντιάνα ήταν βασιλιάς του Άβον, είχε καταλάβει την αλήθεια για το πραξικόπημα.
Τώρα η Ντιάνα πίστευε όλα όσα της είχε πει. Ο Άσανον ήταν επίσης εκείνος που της είχε αποκαλύψει την αλήθεια για το στέμμα, ότι αυτό είναι το κλειδί του Τακναποτίν, ο συνδετικός κρίκος σε ένα ανίερο τρίγωνο που περιελάμβανε επίσης τον Γκρινσπάροου επιτρέποντάς του να την παρακολουθεί. Χάρη σε αυτό το στέμμα μπόρεσε ο Γκρινσπάροου να καλέσει τόσο εύκολα τον δαίμονα της Ντιάνα εκείνο το βράδυ στο Άιρον Κρος. Αυτό το στέμμα, μέσα από τις μαγικές ιδιότητες που του είχε δώσει ο Γκρινσπάροου αλλά και τις τύψεις που προκαλούσε στην Ντιάνα, ήταν το κλειδί που επέτρεπε στον Γκρινσπάροου να την κρατά αιχμάλωτη με τη μαγεία του.
«Όχι», είπε μεγαλόφωνα η Ντιάνα. «Ήταν ένα μόνο από τα κλειδιά».
Πήγε αποφασιστικά στην πόρτα. Το δωμάτιο της Σέλνα ήταν τρεις πόρτες παρακάτω στον διάδρομο.
Ο Άσανον Μακλένι, κοιτάζοντας τον θολωμένο καθρέφτη στο δωμάτιό του στο Έρνφαστ, αναστέναξε βαθιά.
«Τώρα δεν υπάρχει επιστροφή», είπε από πίσω του ο Σάμους Χι, φίλος κι έμπιστος σύμβουλός του.
«Αν σκόπευα να αλλάξω ποτέ πορεία, δεν θα έλεγα στην Ντιάνα Γουέλγουορθ την αλήθεια για τον Γκρινσπάροου», απάντησε ο δούκας.
«Και πάλι, όμως, οι κίνδυνοι είναι πολλοί», είπε ο Σάμους.
Ο Μακλένι δεν διαφώνησε. Γνώριζε ίσως καλύτερα από τον καθένα τη δύναμη του Γκρινσπάροου και του δικτύου των κατασκόπων του, ανθρώπων και δαιμόνων. Μετά το πραξικόπημα στο Άβον, ο Άσανον Μακλένι σκέφτηκε να ανεξαρτοποιήσει το Μπαράντουιν, αλλά ο Γκρινσπάροου έβαλε τέλος στα σχέδιά του πριν ακόμη αρχίσει να τα εφαρμόζει, χρησιμοποιώντας τον δαίμονα του δούκα εναντίον του. Ο Μακλένι επέζησε σε εκείνη την περίπτωση μόνο χάρη στην εξυπνάδα και την πειθώ του, όμως υποχρεώθηκε να περάσει την επόμενη δεκαετία αποδείχνοντας την αξία του και την αφοσίωσή του στον βασιλιά του Άβον.
«Πάντως, ακόμη δεν μπορώ να καταλάβω γιατί ο Γκρινσπάροου κράτησε ζωντανή την κοπέλα», μουρμούρισε ο Σάμους. «Νομίζω ότι θα ήταν πιο σίγουρος αν εξόντωνε απλώς όλους τους Γουέλγουορθ».
«Την χρειαζόταν», απάντησε ο Μακλένι. «Δεν ήξερε πώς θα εξελιχθούν τα πράγματα μετά το πραξικόπημα, έτσι, αν δεν μπορούσε να πάρει ο ίδιος τον θρόνο, θα τον έδινε στην Ντιάνα παραμένοντας όμως στα παρασκήνια πίσω της σαν πραγματικός κυβερνήτης του Άβον».
«Συνετό για εκείνη την εποχή, αλλά όχι τόσο πολύ τώρα, θα έλεγα», είπε ο Σάμους χαμογελώντας.
«Ας ελπίσουμε ότι είναι όντως έτσι. Ο Γκρινσπάροου έκανε ένα σφάλμα, φίλε μου. Έχει χάσει σε κάποιο βαθμό την ετοιμότητά του, ίσως από ανία και μόνο. Τα γεγονότα στα Εριαντόρ, όντας σημαντική απόδειξη, αποτελούν ίσως έναν προάγγελο της δικής μας ελευθερίας».