«Μια επικίνδυνη πορεία», είπε ο Σάμους.
«Πολύ πιο επικίνδυνη για την Ντιάνα απ’ ό,τι για μας», είπε ο Μακλένι. «Αλλ’ αν τα καταφέρει στην προσπάθεια της, αν μπορέσει να βλάψει έστω κι ελάχιστα τον Γκρινσπάροου απασχολώντας τον για λίγο, τότε το Μπαράντουιν θα γνωρίσει επιτέλους την ανεξαρτησία».
«Κι αν όχι;»
«Τότε δεν θα βρεθούμε σε χειρότερη κατάσταση από τη σημερινή, μολονότι σίγουρα θα με λυπήσει ο χαμός της Ντιάνα Γουέλγουορθ».
«Μπορείς να κόψεις τόσο εύκολα τους δεσμούς σου με την ίδια και το σχέδιό της;»
«Ναι», απάντησε ο Άσανον Μακλένι, ενώ το πρόσωπό του έπαιρνε μια σκυθρωπή έκφραση καθώς αναλογιζόταν το ενδεχόμενο της αποτυχίας.
Ο Σάμους Χι δεν μίλησε. Είχε τυφλή εμπιστοσύνη στην κρίση του Άσανον. Στο κάτω-κάτω, είχε επιζήσει από το πραξικόπημα του Γκρινσπάροου στο Άβον, ενώ σχεδόν όλοι οι άλλοι ευγενείς είχαν εξοντωθεί. Επίσης, ο Σάμους ήξερε ότι ο Μακλένι, ανεξάρτητα από τα προσωπικά του συναισθήματα για την Ντιάνα (που έδειχναν όντως να είναι πολύ βαθιά), θα έβαζε πρώτο σε κάθε περίπτωση το Μπαράντουιν. Είχε δει το πρόσωπό του να φωτίζεται από ελπίδα, όταν έμαθαν για πρώτη φορά από την Ντιάνα Γουέλγουορθ ότι ο Μπριντ’Αμούρ της αρχαίας αδελφότητας ήταν ζωντανός και είχε στραφεί ενάντια στον Γκρινσπάροου.
Ναι, ο Μακλένι δεν ενδιαφερόταν τόσο για τα πλούτη όσο για το τι θα αφήσει πίσω του. Και εκείνο που ήθελε να αφήσει πίσω του ήταν ένα ελεύθερο Μπαράντουιν.
15
Πολεμικές ετοιμασίες
«Ναι, αγαπητέ μου ντε Τζουλιέν», είπε αφηρημένα ο Μπριντ’Αμούρ γέρνοντας πίσω στον θρόνο του με το πιγούνι ακουμπισμένο στην παλάμη. Ντε Τζουλιέν, κρυφομουρμούρισε περιφρονητικά. Στην πραγματικότητα το όνομα του πρέσβη ήταν Τζουλς!
Ο ντε Τζουλιέν, ντυμένος με δαντέλες, στολισμένος με κοσμήματα, συνέχισε να διατυπώνει παράπονα κοιτάζοντας περισσότερο τα περιποιημένα νύχια του παρά τον Μπριντ’Αμούρ. «Φωνάζουν τόσο κακόγουστα σχόλια», είπε με φρίκη. «Πραγματικά, αν δεν μπορείτε να επιβάλλετε μια πολιτισμένη συμπεριφορά στα γουρούνια σας, ίσως θα πρέπει να θεσπίσουμε μια ζώνη ασφάλειας γύρω από το τείχος».
Ο Μπριντ’Αμούρ κατένευσε ανακαθίζοντας στον θρόνο. Τα παράπονα αυτά ήταν παλιά, είχαν αρχίσει αμέσως μετά την δημιουργία του νέου βασιλείου του Εριαντόρ. Ο Γκρινσπάροου είχε τοποθετήσει Πραιτωριανούς Φρουρούς στο Τείχος του Μαλπουισάν για να φρουρούν την πλευρά του Άβον, και από την πρώτη μέρα της άφιξής τους είχαν ξεσπάσει άγριοι καυγάδες ανάμεσα στους μονόφθαλμους και τους Εριαντοριανούς που φρουρούσαν τη βόρεια πλευρά του τείχους.
«Απολίτιστοι», είπε ο Μπριντ’Αμούρ. «Ναι, ντε Τζουλιέν, αυτός είναι ένας καλός χαρακτηρισμός για εμάς τους Εριαντοριανούς».
Ο κομψευόμενος πρέσβης του Άβον σήκωσε ψηλά το κεφάλι παίρνοντας μια πόζα ανωτερότητας.
«Γι’ αυτό, αν ξαναχαρακτηρίσεις τους υπηκόους μου γουρούνια», πρόσθεσε ο Μπριντ’Αμούρ, «θα αποδείξω πόσο δίκιο έχεις στέλνοντας το κεφάλι σου στο Καρλάιλ σε κουτί».
Το βαμμένο μούτρο του πρέσβη σκυθρώπιασε, αλλά ο Μπριντ’Αμούρ δεν έδωσε σημασία καθώς είδε τους φίλους του να μπαίνουν στην αίθουσα του θρόνου. «Λούθιεν Μπέντγουιρ και Όλιβερ ντε Μπάροους», είπε ο βασιλιάς, «είχατε την ευχαρίστηση ως τώρα να γνωρίσετε τον διακεκριμένο πρέσβη του Καρλάιλ, βαρόνο Γκυ ντε Τζουλιέν;»
Όταν οι δυο φίλοι πλησίασαν, ο Όλιβερ στάθηκε μπροστά στον πρέσβη. «Ντε Τζουλιέν;» είπε. «Είστε Γασκόνος;»
«Από την πλευρά της μητέρας μου», απάντησε ο δανδής πρέσβης.
Ο Όλιβερ τον κοίταξε καχύποπτα. Ήταν συνηθισμένο φαινόμενο ανάμεσα στους ευγενείς του Άβον να αλλάζουν το όνομά τους για να ακούγεται γασκονικό, κάτι που θεωρούνταν πολύ της μόδας στο Καρλάιλ. Για έναν γνήσιο Γασκόνο, σαν τον Όλιβερ, αυτή η μίμηση δεν αποτελούσε φιλοφρόνηση. «Κατάλαβα», είπε ο Όλιβερ. «Που σημαίνει ότι ο πατέρας σου ήταν Κυκλωπιανός και βίασε τη μάνα σου».
«Όλιβερ!» φώναξε ο Λούθιεν.
«Πώς τολμάς;» βρυχήθηκε ο ντε Τζουλιέν.
«Ένας πραγματικός Γασκόνος θα μονομαχούσε αμέσως μαζί μου», είπε ο Όλιβερ με το χέρι στη λαβή του ξίφους του, αλλά ο Λούθιεν τον άρπαξε από τους ώμους, τον σήκωσε εύκολα στον αέρα και τον κουβάλησε πιο κάτω.
«Απαιτώ να τιμωρηθεί ο κοντοστούπης», είπε ο ντε Τζουλιέν στον Μπριντ’Αμούρ, που έκανε μεγάλη προσπάθεια για να μη γελάσει.
«Με το ξίφος μου θα γράψω το τόσο μεγάλο όνομά μου στο φουσκωμένο στήθος σου!» φώναξε ο Όλιβερ.
«Υποφέρει από τον καιρό του πολέμου», ψιθύρισε εμπιστευτικά ο Μπριντ’Αμούρ στον ντε Τζουλιέν.
«Ψευτο-Γασκόνε!» φώναζε στο μεταξύ ο Όλιβερ. «Αν θέλεις να είσαι πραγματικά σπουδαίος, γιατί δεν πέφτεις στα γόνατα ώστε να μοιάσεις με χάφλινγκ;»