Выбрать главу

—Είναι πολύ πιθανόν, κύριε Νταίηβις, βεβαίωσε ο αρχιφύλακας. Στον τόπο του εγκλήματος βρέθηκε ένα σημειωματάριο. Μέσα σ’ αυτό ήταν γραμμένες δυο διευθύνσεις. Η πρώτη ήταν “Κάλβερ Στρητ 74”.

—Όπου δολοφονήθηκε η γυναίκα; έκανε ψιθυριστά η Μόλλυ.

—Ακριβώς. Και η άλλη διεύθυνση ήταν… “Μόνκσγουελ Μάνορ”.

—Τι; πετάχτηκε η Μόλλυ, καχύποπτα. Απίστευτο!

—Μάλιστα! Γι’ αυτό και ο αστυνόμος Χόγκμπεν με επιφόρτισε να ανακαλύψω αν υπάρχει κανένας σύνδεσμος ανάμεσα στην υπόθεση του Λόνγκριτζ και σε σας ή στο σπίτι.

—Όχι, δεν υπάρχει κανένας σύνδεσμος, ξέκοψε ο Τζάιλς. Τίποτα απολύτως. Πρέπει να είναι σύμπτωση.

Ο αρχιφύλακας είπε ευγενικά:

—Ο αστυνόμος Χόμπντεν, όμως δε νομίζει πως πρόκειται για σύμπτωση. Θα είχε έρθει εδώ κι ο ίδιος αν ήταν δυνατό. Αλλά μ’ αυτή την κατάσταση του καιρού και επειδή συμβαίνει να είμαι καλός σκιέρ, έστειλε εμένα να κάνω μια γενική έρευνα για όλα τα πρόσωπα που βρίσκονται στο σπίτι και να του αναφέρω τηλεφωνικώς. Επίσης μου ανέθεσε να πάρω όλα τα μέτρα που νομίζω σκόπιμα, για την ασφάλεια του σπιτιού.

—Την ασφάλεια; επανέλαβε ο Τζάιλς. Δε φαντάζομαι να νομίζετε ότι κάποιος θα δολοφονηθεί εδώ μέσα;

Ο Τρόττερ απάντησε, σχεδόν απολογούμενος:

—Δεν θα ήθελα να ανησυχήσω την κυρία Νταίηβις, αλλά δυστυχώς αυτό πιστεύει ο επιθεωρητής Χόμπντεν.

—Μα, τι διάβολο, έκανε ο Τζάιλς. Για ποιο λόγο…

Σταμάτησε και ο υπαστυνόμος είπε:

—Γι’ αυτό ακριβώς βρίσκομαι κι εγώ εδώ. Για να εξακριβώσω ορισμένα πράγματα.

—Όλη αυτή η ιστορία φαίνεται το λιγότερο εξωφρενική.

—Μα, γι’ αυτό ακριβώς είναι και επικίνδυνη, αντέτεινε ο εκπρόσωπος του νόμου.

—Υπάρχει κάτι ακόμα που δεν μας έχετε πει, παρατήρησε η Μόλλυ. Έτσι δεν είναι, κύριε αρχιφύλακα;

—Μάλιστα, κυρία. Δεν σας είπα πως στο επάνω μέρος της σελίδας του σημειωματάριου όπου υπήρχαν οι δυο διευθύνσεις, έγραφε τη φράση: «Τρία τυφλά ποντικάκια». Καρφιτσωμένο πάνω στο σώμα της νεκρής γυναίκας, ήταν ένα χαρτί που έγραφε: «Αυτό είναι το πρώτο». Από κάτω ακριβώς υπήρχε ένα σκίτσο που παρίστανε τρεις ποντικούς και ένα πεντάγραμμο με νότες. Η μουσική ήταν από ένα παιδικό τραγουδάκι που λέγεται επίσης τα «Τρία τυφλά ποντικάκια».

Η Μόλλυ τραγούδησε:

Τρία τυφλά ποντικάκια, για κοίτα πως γυρνάνε, Και τη χωριάτα τώρα κυνηγάνε…

Σταμάτησε μ’ ένα βράχνιασμα.

—Ω, μα είναι φοβερό, είναι φριχτό, ψέλλισε. Και τα παιδιά ήσαν τρία, έτσι δεν είπατε;

—Μάλιστα, κυρία Νταίηβις. Ένα αγόρι δεκαπέντε χρόνων, ένα κορίτσι ένα χρόνο μικρότερο και το αγόρι που πέθανε, δώδεκα.

—Και τι έγιναν τα άλλα δυο παιδιά;

—Το κοριτσάκι, υιοθετήθηκε, νομίζω, από κάποιον. Δεν κατορθώσαμε να βρούμε τα ίχνη της. Το αγόρι θα πρέπει να είναι τώρα γύρω στα είκοσι τρία. Ούτε αυτόν κατορθώσαμε να τον βρούμε. Απ’ ότι λεγόταν ήταν λιγάκι περίεργος. Υπάρχει ένα έγγραφο που πιστοποιεί την κατάταξή του στο στρατό, στα δεκαοκτώ του χρόνια. Αργότερα λιποτάκτησε και από τότε έχει εξαφανισθεί. Ο στρατιωτικός ψυχίατρος αναφέρει πως δεν ήταν φυσιολογικός.

—Νομίζετε πως αυτός σκότωσε την κυρία Λάιον; ρώτησε ο Τζάιλς. Κι ότι είναι ένας επικίνδυνος μανιακός δολοφόνος, που μπορεί να επιστρέψει εδώ για κάποιο άγνωστο λόγο;

—Νομίζουμε πως υπάρχει κάποια σχέση ανάμεσα σε κάποιον που βρίσκεται σ’ αυτό το σπίτι και την υπόθεση του αγροκτήματος Λόνγκριτζ. Αν κατορθώσουμε να βρούμε ποια είναι αυτή η σχέση, τότε έχουμε στα χέρια μας ένα γερό όπλο. Εσείς, κύριε Νταίηβις, δηλώνετε ότι αποκλείεται να έχετε κάποια σχέση με εκείνη την υπόθεση; Το ίδιο ισχύει και για σας, κυρία;

—Εγώ, α… ναι… βεβαίως και δεν έχω.

—Τώρα θα έχετε την καλοσύνη να μου περιγράψετε ακριβώς ποιοι άλλοι μένουν εδώ;

Του έδωσαν τα ονόματα. Η κυρία Μπόυλ. Ο ταγματάρχης Μέτκαλφ. Ο κύριος Κρίστοφερ Ρεν. Ο κύριος Παραβιτσίνι. Τα έγραψε στο σημειωματάριό του.

—Υπηρέτες;

—Όχι, δεν έχουμε, είπε η Μόλλυ. Αυτό μου θύμισε πως πρέπει να πάω να βάλω τις πατάτες στη φωτιά.

Βγήκε γρήγορα απ’ το γραφείο.

Ο αρχιφύλακας Τρόττερ γύρισε προς το μέρος του Τζάιλς.

—Για πέστε μου, τώρα, τι ξέρετε γι’ αυτούς τους ανθρώπους; ρώτησε κι έδειξε με το χέρι του τα ονόματα που είχε γράψει στο σημειωματάριο.

—Ποιος, εγώ… έκανε ο Τζάιλς και για μια στιγμή φάνηκε να τα χάνει. Ειλικρινά, κύριε αρχιφύλακα, δεν ξέρουμε τίποτα γι’ αυτούς. Η κυρία Μπόυλ μας έγραψε από κάποιο ξενοδοχείο στο Μπερνμάουθ. Ο ταγματάρχης Μέτκαλφ απ’ το Λήμινγκτον και ο κύριος Ρεν από κάποια πανσιόν στο Νότιο Κένσιγκτον. Όσο για τον κύριο Παραβιτσίνι, μας έπεσε απ’ τον ουρανό. Το αυτοκίνητό του ντεραπάρισε απ’ την χιονοθύελλα κάπου εδώ κοντά. Υποθέτω, ωστόσο, πως όλοι αυτοί θα έχουν μαζί τους ταυτότητες και δελτία τροφοδοσίας.