Η αμαρτία δεν εδρεύει εις την μίαν ή την άλλην φυσικήν ενέργειαν λειτουργίαν του ανθρώπου, αλλά εις τα πάθη. Ο Άγιος Ποιμήν ο Μέγας έλεγε: «Δεν είμεθα σωματοκτόνοι, αλλά παθοκτόνοι». Η πάλη του ορθοδόξου ασκητού δεν διεξάγεται προς το σώμα, αλλά προς «τα πνευματικά της πονηρίας εν τοις επουρανίοις» διότι δεν απομακρύνει ημάς από του Θεού το σώμα, το οποίον εκλήθη να καταστή δοχείον ή «ναός του εν ημίν Αγίου Πνεύματος» αλλά η ηδυπάθεια, ήτοι τα πάθη μετά των απολαύσεων αυτών.
Η Ορθόδοξος άσκησις ερείδεται επί της δογματικής συνειδήσεως ότι η πνευματική ζωή της λογικής κτίσεως συνίσταται εκ της ενώσεως των δύο θελήσεων, των δύο ενεργειών της Θείας και της ανθρωπίνης. … Εκείνο το οποίον διδάσκει η χάρις, κατά την περίοδον της διαμονής αυτής εις τον άνθρωπον, τούτο οφείλει να τηρή ούτος και κατά τον χρόνον της απουσίας αυτής υπό την αισθητήν μορφήν ενεργείας, φυλάττων εαυτόν εις το αυτό επίπεδον ζωής, ως εάν μη έπαυσε ποτέ η ενέργεια της χάριτος }067} επ’ αυτού. Ούτως άρχεται μία εκούσιος συστηματική ασκητική αγωγή του ασκητού και η τράχυνσις της «πολιτείας» αυτού καθίσταται αναπόφευκτος.
Θα είπω μόνον ότι το πλέον ουσιώδες αξίωμα της «τέχνης» ταύτης είναι η «τήρησις του νοός». Ο σπουδαιότερος κανών εις την άσκησιν αυτήν είναι να μη παραδώση τις τον νουν αυτού. Άνευ τούτου ουδεμία σωματική άσκησις επιτυγχάνει τον ποθούμενον σκοπόν αυτής ενώ η ασκητικώς πεπαιδευμένη διάνοια δύναται να διαφυλάξη ουχί μόνον την καθαρότητα και την ελευθερίαν αυτής αλλά και την ειρήνην του σώματος έτι και υπό συνθήκας κατά τας οποίας η εκπλήρωσις του έργου τούτου εις άλλους θα εφαίνετο αδύνατος. }068}
«Ο εν σαρκί ών και τούτο (το δώρον της αγνείας) ειληφώς, απέθανε και ανέστη, και της μελλούσης αφθαρσίας το προοίμιον ήδη απ’ εντεύθεν εγνώρισεν» (ΚΛΙΜΑΞ).
3. Η ακτημοσύνη
Η πείρα δεικνύει σαφώς εις πάντα άνθρωπον ότι δια να φθάση εις τον καθαράν προσευχήν, είναι ανάγκη να ελευθερώση τον νουν αυτού εκ των εικόνων της ύλης, αίτινες βαρύνουν αυτόν.
Εν τη μοναχική υποσχέσει της ακτημοσύνης η έμφασις δίδεται εις την πάλην προς το πάθος της «φιλοκτημοσύνης» ή της «φιλαργυρίας». Δι’ αυτής ο μοναχός δεν υπόσχεται τόσον να ζήση «εν πτωχεία» (ως υπόσχονται οι δυτικοί), όσον να ελευθερώση το πνεύμα αυτού από της επιθυμίας του «κατέχειν» μέχρι τοιούτου βαθμού ώστε ο αληθής θεράπων της ακτημοσύνης παύει να φείδηται και του ιδίου αυτού σώματος. Μόνον υπό τας συνθήκας αυτάς είναι όντως δυνατή η γνησία βασιλική ζωή του πνεύματος.
Η συνετή άσκησις συνίσταται εις το να περιορίσωμεν εαυτούς εις εκείνο το αναγκαίον ελάχιστον των πραγμάτων και της ύλης, άνευ του οποίου η ζωή θα καθίστατο πλέον αδύνατος. Αλλά το μέτρον των δυνατοτήτων εκάστου είναι διάφορον. }070}
Ο σύγχρονος άνθρωπος δεν ηδυνήθη να οργανώση την ζωήν αυτού κατά τοιούτον τρόπον ώστε να έχη αρκετήν «σχόλην», ελεύθερον χρόνον, δια την προσευχήν και την πνευματικήν θεωρίαν του Θεού. Και αιτία τούτου είναι το άπληστον πάθος της «φιλοκτημοσύνης». Το πάθος τούτο της πλεονεξίας ο Απόστολος Παύλος ωνόμασεν ειδωλολατρίαν και ο Όσιος Ιωάννης της Κλίμακος «απιστίας θυγατέρα» … Η γνησία χριστιανική ακτημοσύνη είναι άγνωστος ακατανόητος εις τον κόσμον. Και εάν τολμήσωμεν να ισχυρισθώμεν ότι αύτη επεκτεινομένη απορρίπτει ουχί μόνον κτήσεις υλικάς, αλλά και διανοητικάς, τότε θα φανή τούτο εις την πλειονότητα των ανθρώπων παραφροσύνη. Άνθρωποι έχοντες επιστημονικάς γνώσεις θεωρούν τον πνευματικόν αυτών πλούτον ως την ουσίαν της υπάρξεως αυτών, μη υποπτευόμενοι παντάπασιν ότι υπάρχει άλλη, υψηλοτέρα γνώσις, και θησαυρός αληθώς ασύγκριτος προς τον ίδιον αυτών πλούτον, φέρων μεθ’ εαυτού βαθείαν ειρήνην. Εν τη αναζητήσει της υλικής αυτών ανέσεως οι άνθρωποι απώλεσαν την πνευματικήν άνεσιν και ο σύγχρονος υλικός δυναμισμός ο οποίος δεσπόζει επί των πνευμάτων και των καρδιών του αιώνος τούτου, περιβάλλεται επί μάλλον και μάλλον δαιμονικόν χαρακτήρα. Και τούτο δεν είναι εκπληκτικόν, καθ’ όσον ουδέν άλλο εκφράζει ει μη την δυναμικήν της αμαρτίας.